EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31993R0920

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 920/93 της Επιτροπής της 15ης Απριλίου 1993 περί επιβολής προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων μαγνητικών δίσκων (μικροδίσκων 3,5") καταγωγής Ιαπωνίας, Ταϊβάν και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΕΕ L 95 της 21.4.1993, p. 5–18 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 21/10/1993

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1993/920/oj

31993R0920

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 920/93 της Επιτροπής της 15ης Απριλίου 1993 περί επιβολής προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων μαγνητικών δίσκων (μικροδίσκων 3,5") καταγωγής Ιαπωνίας, Ταϊβάν και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 095 της 21/04/1993 σ. 0005 - 0018


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 920/93 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 15ης Απριλίου 1993 περί επιβολής προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων μαγνητικών δίσκων (μικροδίσκων 3,5) καταγωγής Ιαπωνίας, Ταϊβάν και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 1988 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (1), και ιδίως το άρθρο 11,

Μετά από διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της συμβουλευτικής επιτροπής, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88,

Εκτιμώντας ότι:

Α. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (1) Τον Ιούλιο 1991, η Επιτροπή, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2), ανήγγειλε την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα ορισμένων μαγνητικών δίσκων (μικροδίσκων 3,5), καταγωγής Ιαπωνίας, Ταϊβάν και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, και άρχισε την έρευνα.

Η διαδικασία άρχισε μετά από καταγγελία που υπέβαλε η DISKMA (Committee of European Diskette Manufacturers) για λογαριασμό των παραγωγών των οποίων, όπως υποστηρίζεται, η συνολική παραγωγή αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο της κοινοτικής παραγωγής μικροδίσκων 3,5.

Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ όσον αφορά το εν λόγω προϊόν που προέρχεται από τις προαναφερόμενες χώρες και τη σημαντική ζημία που προέκυψε από την πρακτική αυτή, τα οποία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

(2) Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους παραγωγούς, τους εξαγωγείς και τους εισαγωγείς που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, τους αντιπροσώπους των χωρών εξαγωγής και τους καταγγέλλοντες, και έδωσε στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαίρια να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση.

Αρκετοί παραγωγοί των ενδιαφερομένων χωρών, ορισμένοι εισαγωγείς της Κοινότητας που συνδέονται με τους ιάπωνες παραγωγούς, ορισμένες επιχειρήσεις του Χονγκ Κονγκ που εξάγουν μικροδίσκους 3,5 καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, καθώς και ορισμένοι κοινοτικοί παραγωγοί που δεν υποστήριξαν την καταγγελία, κοινοποίησαν γραπτώς τις παρατηρήσεις τους. Όλα τα μέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση έγιναν δεκτά σε ακρόαση.

(3) Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια στα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και έλαβε λεπτομερείς πληροφορίες από τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, ορισμένους παραγωγούς της Ταϊβάν και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και από ορισμένες επιχειρήσεις του Χονγκ Κονγκ που εξάγουν μικροδίσους 3,5 καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας σύμφωνα με τους ισχυρισμούς. Οι πληροφορίες που ελήφθησαν από τους ιάπωνες παραγωγούς, με μία μόνον εξαίρεση, δεν ήταν πλήρεις.

(4) Η Επιτροπή διεξήγαγε έρευνα στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων επιχειρήσεων:

α) Καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί

Βέλγιο

- Sentinel Computer Products Europe NV, Wellen

Γαλλία

- RPS, Rhone Poulenc Systems, Noisy Le Grand

Γερμανία

- Boeder AG, Floersheim am Main

Ιταλία

- Balteadisk Spa, Arnad

β) Ιάπωνες παραγωγοί

- Hitachi-Maxell Ltd, Tokyo

- Memorex Telex Japan Ltd, Tokyo

- Memorex Copal Corporation Ltd, Fukushima

γ) Παραγωγοί της Ταϊβάν

- CIS Technology Inc., Hsin-Chu

- Megamedia Corporation, Taipei

δ) Επιχειρήσεις του Χονγκ Κονγκ που εξάγουν μικροδίσκους 3,5 καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

- Hanny Magnetics Ltd

- Lambda Magnetic Ltd

- Prime Standard Ltd

ε) Εισαγωγείς και επιχειρήσεις μεταπώλησης στην Κοινότητα που συνδέονται με τους ιάπωνες παραγωγούς

Γαλλία

- Memorex Computer Supplies

Γερμανία

- Maxell Europe GmbH

- Memorex Computer Supplies

- Sony Deutschland GmbH

- TDK Electronics Europe GmbH

Κάτω Χώρες

- Memorex Telex Distribution

Ηνωμένο Βασίλειο

- Maxell UK Ltd

- Memorex Computer Supplies

- Sony UK Ltd

- TDK UK Ltd

(5) Η έρευνα ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από 1ης Απριλίου 1990 έως 31 Μαρτίου 1991 (περίοδος έρευνας).

(6) Η έρευνα υπερέβη τη συνήθη προθεσμία του ενός έτους λόγω του όγκου και του πολύπλοκου χαρακτήρα των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν και εξετάστηκαν.

Β. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΗ ΠΡΟΪΟΝΤΑ i) Περιγραφή του υπό εξέταση προϊόντος

(7) Το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της καταγγελίας και ως προς το οποίο κινήθηκε η διαδικασία είναι οι μικροδίσκοι 3,5, που χρησιμοποιούνται για την εγγραφή και αποθήκευση κωδικοποιημένων ψηφιακών πληροφοριών υπολογιστή (κωδικός ΣΟ ex 8523 20 90).

(8) Οι μικροδίσκοι είναι διαθέσιμοι σε διάφορους τύπους, ανάλογα με τη χωρητικότητα αποθήκευσης και τη μέθοδο μάρκετινγκ. Ωστόσο, δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τα βασικά φυσικά χαρακτηριστικά και την τεχνολογία των διαφόρων τύπων. Εξάλλου, οι διάφοροι τύποι των προϊόντων είναι εναλλάξιμοι σε σημαντικό βαθμό.

(9) Ένας ιάπωνας παραγωγός ζήτησε να εξαιρεθούν από τη διαδικασία οι μικροδίσκοι με χωρητικότητα αποθήκευσης ίση με ή μεγαλύτερη από 4 megabyte. Προκειμένου να στηρίξει το αίτημά του, ο εν λόγω παραγωγός υποστήριξε ότι οι εν λόγω παραγωγός υποστήριξε ότι οι εν λόγω μικροδίσκοι διαφέρουν από τους μικροδίσκους 3,5 μικρότερης χωρητικότητας ως προς τα φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά καθώς και την τελική χρήση.

Ωστόσο, τα επιχειρήματα αυτά δεν είναι πειστικά δεδομένου ότι, παρόλες τις διαφορές που υπάρχουν κατά τους ισχυρισμούς ως προς την τεχνολογία που χρησιμοποιείται για την παραγωγή μικροδίσκων 3,5 με χωρητικότητα ίση ή μεγαλύτερη από 4 megabyte καθώς και των λοιπών μικροδίσκων 3,5, τα βασικά φυσικά χαρακτηριστικά και οι τελικές χρήσεις είναι στην ουσία τα ίδια και όλοι οι μικροδίσκοι 3,5 είναι, σε μεγάλο βαθμό, εναλλάξιμοι.

(10) Υπό τις συνθήκες αυτές, όλοι οι μικροδίσκοι 3,5 πρέπει να θεωρούνται ως ενιαίο προϊόν για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας.

ii) Ομοειδές προϊόν

(11) Από την έρευνα προέκυψε ότι οι διάφοροι τύποι των μικροδίσκων που πωλούνται στην εγχώρια αγορά της Ιαπωνίας και της Ταϊβάν είναι ομοειδείς με εκείνους που εξάγονται στην Κοινότητα από τις δύο αυτές χώρες καθώς και από τη Λαϊκή Δημοκρατία τη Κίνας.

(12) Ομοίως, οι διάφοροι τύποι μικροδίσκων που παράγονται στην Κοινότητα και εκείνοι που εξάγονται στην Κοινότητα από τις τρεις εν λόγω χώρες χρησιμοποιούν την ίδια βασική τεχνολογία και είναι ομοειδείς ως προς τα βασικά φυσικά χαρακτηριστικά τους και τις τελικές χρήσεις. Επομένως, μπορούν να θεωρούνται ως ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 12 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

Γ. ΧΩΡΙΣΤΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΕΖΩΝ ΕΞΑΓΩΓΕΩΝ (13) Όλοι οι παραγωγοί της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας που απήντησαν πλήρως στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής και εξήγαγαν το εν λόγω προϊόν στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας υποστήριξαν ότι αποτελούν εταιρείες που έχουν συσταθεί με ξένες επενδύσεις, είτε υπό μορφή κοινών επιχειρήσεων είτε με πλειοψηφική συμμετοχή ξένων επενδυτών. Οι εν λόγω παραγωγοί υποστήριξαν, επομένως, ότι αναπτύσσουν δραστηριότητες σε ένα περιβάλλον που είναι σε μεγάλο βαθμό παρόμοιο με εκείνο των επιχειρήσεων σε οικονομία αγοράς.

Οι εν λόγω παραγωγοί ζήτησαν, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να προβεί σε χωριστά συμπεράσματα για καθεμία επιχείρηση. Για να στηρίξουν το αίτημα αυτό, ορισμένοι παραγωγοί υπέβαλαν έγγραφα σχετικά με το καθεστώς τους.

Εν προκειμένω, θεωρείται ότι, όσον αφορά τις εξαγωγές από χώρες που δεν έχουν οικονομία αγοράς, η χωριστή μεταχείριση των επιχειρήσεων πρέπει να παραμένει απόλυτη εξαίρεση και να εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις που οι ενδιαφερόμενοι παραγωγοί έχουν αποδείξει ότι μπορούν να καθορίζουν ελεύθερα τις τιμές εξαγωγής χωρίς παρέμβαση των κρατικών αρχών. Πράγματι, δεν είναι σκόπιμο να καθορισθούν χωριστά περιθώρια ντάμπινγκ δεδομένου ότι το κράτος, μέσω των μορφών ελέγχου που ασκεί, θα μπορούσε να μεταβάλει τη δομή της παραγωγής και του εμπορίου, ούτως ώστε να επωφελείται από το χαμηλότερο περιθώριο και έτσι να αποδυναμώνει την αποτελεσματικότητα κάθε μέτρου. Το γεγονός και μόνο ότι μια χώρα έχει καθεστώς κοινής επιχείρησης ή ότι ένας ξένος επενδυτής κατέχει την πλειοψηφία των μετοχών, δεν αρκεί για να αιτιολογήσει τον καθορισμό χωριστών συμπερασμάτων ως προς τις επιχειρήσεις που αναπτύσσουν δραστηριότητες στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Με βάση τις πληροφορίες που υπεβλήθησαν από όλες τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, εκτός από μία, διαπιστώθηκε ότι είτε οι κρατικές αρχές της Κίνας έχουν πλειοψηφική συμμετοχή είτε δεν έχει αποδειχθεί η έλλειψη επιρροής στις εμπορικές αποφάσεις των επιχειρήσεων αυτών.

(14) Διαπιστώθηκε, ωστόσο, ότι μια επιχείρηση, με βάση τα άρθρα σύνδεσης και άλλα έγγραφα σχετικά με τη σύσταση και τη λειτουργία της, η οποία ελέγχετο πλήρως από ξένο επενδυτή, πέρα από το γεγονός ότι είχε κερδοσκοπικό χαρακτήρα και την ελευθερία να μεταφέρει τα κέρδη της εκτός της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ήταν εντελώς ανεξάρτητη όσον αφορά την εμπορική διαχείριση και τον καθορισμό των τιμών εξαγωγής.

Δ. ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ i) Κανονική αξία

Για όλες τις ενδιαφερόμενες χώρες εξαγωγής καθορίστηκαν, προσωρινά, κανονικές αξίες για όλους τους τύπους του εν λόγω προϊόντος που εξήχθησαν στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας.

α) Ιαπωνία

(15) Μόνον ένας ιάπωνας παραγωγός υπέβαλε στοιχεία σχετικά με τις τιμές πώλησης στην εγχώρια αγορά και το κόστος παραγωγής τους. Μολονότι κατέστη δυνατό κατά την επιτόπια έρευνα να επαληθευθεί το κόστος παραγωγής που κοινοποίησε ο εν λόγω παραγωγός, τα στοιχεία τα σχετικά με τις εγχώριες πωλήσεις που παρεσχέθησαν στην Επιτροπή δεν ήταν πλήρη, και δεν επέτρεψαν να πραγματοποιηθεί ικανοποιητική επαλήθευση των εγχώριων τιμών πώλησης.

(16) Η κανονική αξία για τον ιάπωνα παραγωγό καθορίστηκε, επομένως, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88. Εν προκειμένω, θεωρήθηκε ότι την πλέον εύλογη βάση συνιστά το κόστος παραγωγής του ενδιαφερόμενου παραγωγού συν εύλογο περιθώριο κέρδους. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο ii) του εν λόγω κανονισμού, τα έξοδα πώλησης, καθώς και τα γενικά και διοικητικά έξοδα με βάση τις εγχώριες πωλήσεις του ενδιαφερόμενου παραγωγού στον ίδιο εμπορικό τομέα, δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατό να διαπιστωθούν επικερδείς εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος για τον ενδιαφερόμενο παραγωγό ή τους άλλους ιάπωνες παραγωγούς. Όσον αφορά το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε, ελλείψει πληροφοριών όσον αφορά τις εγχώριες πωλήσεις στον ίδιο εμπορικό τομέα από τον ενδιαφερόμενο παραγωγό ή από άλλους ιάπωνες παραγωγούς, η Επιτροπή προσδιόρισε τα προσωρινά συμπεράσματά της με βάση περιθώριο κέρδους 15 %, όπως ανέφερε ο καταγγέλλων όσον αφορά τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά της Ιαπωνίας. Το περιθώριο αυτό θεωρείται εύλογο γι' αυτόν τον τύπο του προϊόντος στην αγορά της Ιαπωνίας.

(17) Λόγω ελλείψεως πληροφοριών εκ μέρους των λοιπών ενδιαφερόμενων ιαπώνων παραγωγών, οι κανονικές αξίες που καθορίστηκαν κατά τον τρόπο αυτό θεωρήθηκαν ως η καλύτερη και πλέον εύλογη βάση για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας για τους παραγωγούς αυτούς, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

β) Ταϊβάν

(18) Για έναν από τους δύο παραγωγούς της Κοινότητας που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, η κανονική αξία υπολογίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, με βάση την πραγματικά καταβληθείσα τιμή στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων για τις εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος. Οι πωλήσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν σε ικανοποιητικές ποσότητες προκειμένου να καταστεί δυνατή η αρμόζουσα σύγκριση.

(19) Όσον αφορά τον άλλο παραγωγό της Ταϊβάν, διαπιστώθηκε ότι ο όγκος των εγχώριων πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος ήταν χαμηλότερος από το 5 % των εξαγωγών στην Κοινότητα του εν λόγω προϊόντος. Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική που έχει επιβεβαιωθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, θεωρήθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις του παραγωγού αυτού πραγματοποιήθηκαν σε ποσότητες ανεπαρκείς για να επιτραπεί κατάλληλη σύγκριση. Επομένως, η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευασθεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο ii) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88 με βάση το κόστος παραγωγής του ενδιαφερόμενου παραγωγού και, ελλείψει κατάλληλων στοιχείων σχετικά με τα έξοδα και τα κέρδη του ενδιαφερόμενου παραγωγού στην εγχώρια αγορά, λόγω των ανεπαρκών ποσοτήτων που επωλήθησαν στην αγορά, με βάση ποσό που αντιστοιχεί στα έξοδα πωλήσεων και κερδών και στα γενικά και διοικητικά έξοδα, που υπολογίσθηκε με βάση τα έξοδα και τα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν από τον άλλο παραγωγό της Ταϊβάν για τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά.

γ) Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

(20) Δεδομένου ότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας δεν είναι χώρα με οικονομία αγοράς, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση στοιχεία που ελήφθησαν στο πλαίσιο οικονομίας αγοράς. Εν προκειμένω, ο καταγγέλλων είχε προτείνει να καθοριστεί η εγχώρια αξία με βάση τις εγχώριες τιμές πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος στην Ταϊβάν, δηλαδή σε χώρα με ανάλογη οικονομία αγοράς, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

(21) Ένας κινέζος παραγωγός υποστήριξε ότι η κανονική αξία έπρεπε αντίθετα να καθοριστεί με βάση τις τιμές στις οποίες το ομοειδές προϊόν που είχε παραχθεί από τον παραγωγό αυτό επωλήθη στις ΗΠΑ, όπου επωλήθησαν τα περισσότερα από τα προϊόντα του. Εναλλακτικά, ο εν λόγω παραγωγός πρότεινε ότι, επειδή όλα τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εν λόγω προϊόντος είχαν παρασχεθεί από τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις σε χώρες με οικονομία αγοράς, δηλαδή στις ΗΠΑ και στο Χονγκ Κονγκ, η κανονική αξία πρέπει να κατασκευαστεί με βάση τα έξοδα που πραγματοποίησε ο ενδιαφερόμενος κινέζος παραγωγός, ενώ τα υπόλοιπα έξοδα πρέπει να καθοριστούν με βάση τη χώρα με ανάλογη οικονομία αγοράς.

(22) Εν προκειμένω, ούτε οι τιμές που εφαρμόζονται για την εξαγωγή σε τρίτες χώρες ούτε τα έξοδα που πραγματοποίησε ο ενδιαφερόμενος παραγωγός δεν πληρούν τα κριτήρια τα σχετικά με τον καθορισμό της κανονικής αξίας, τα οποία καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88. Τα επιχειρήματα του εν λόγω παραγωγού δεν μπορούν, συνεπώς, να γίνουν αποδεκτά.

(23) Όσον αφορά την επιλογή της χώρας με οικονομία αγοράς, η Ταϊβάν θεωρείται ανάλογη και κατάλληλη χώρα, λαμβανομένης υπόψη της παρουσίας πολυάριθμων ανταγωνιζόμενων παραγωγών για τις πωλήσεις του εν λόγω προϊόντος. Η χώρα αυτή, όπως η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, εξαρτάται από την παροχή ορισμένων δομικών στοιχείων που χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία παραγωγής. Επιπλέον, ο όγκος παραγωγής των δύο επιχειρήσεων της Ταϊβάν που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας ήταν αντιπροσωπευτικός σε σύγκριση με τον όγκο των εξαγωγών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στην Κοινότητα. Επομένως, η Επιτροπή καθόρισε την κανονική αξία για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας με βάση το σταθμισμένο μέσο όρο της κανονικής αξίας που καθορίστηκε για τους δύο ενδιαφερόμενους παραγωγούς της Ταϊβάν.

ii) Τιμή εξαγωγής

α) Γενικά

(24) Για έναν παραγωγό της Ταϊβάν και για όλους τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας ελήφθη υπόψη το σύνολο σχεδόν των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας. Για τον άλλο παραγωγό της Ταϊβάν, οι εξαγωγές στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας των μικροδίσκων που παρουσίαζαν "φύρα", δηλαδή των απορριπτόμενων προϊόντων, αποκλείσθηκαν από τον υπολογισμό για τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής. Κατόπιν συμφωνίας με τους ενδιαφερόμενους ιάπωνες παραγωγούς οι συναλλαγές κατά τις εξαγωγές που ελήφθησαν υπόψη κατά την περίοδο της έρευνας καλύπτει περισσότερο από το 75 % των συνολικών εξαγωγών στην Κοινότητα κατά την ίδια περίοδο.

β) Ιαπωνία

(25) Δεδομένου ότι όλες οι πωλήσεις κατά τις εξαγωγές των ενδιαφερομένων ιαπώνων παραγωγών πραγματοποιήθηκαν σε συνδεδεμένους εισαγωγείς στην Κοινότητα, οι τιμές εξαγωγής των πωλήσεων αυτών κατασκευάστηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, με βάση την τιμή στην οποία το εισαγόμενο προϊόν μεταπωλήθηκε για πρώτη φορά σε ανεξάρτητο αγοραστή στην Κοινότητα. Για την κατασκευή των εν λόγω τιμών εξαγωγής, έγιναν προσαρμογές προκειμένου να ληφθούν υπόψη όλα τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης, καθώς και περιθώριο κέρδους 5 %, το οποίο θεωρήθηκε προσωρινά εύλογο με βάση κέρδη που πραγματοποιήθηκαν από τους ανεξάρτητους εισαγωγείς στον τομέα των ηλεκτρονικών.

(26) Ένας από τους ενδιαφερόμενους ιάπωνες παραγωγούς αρνήθηκε να κοινοποιήσει τα στοιχεία τα σχετικά με τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης όσον αφορά το δικό του κέντρο διανομής στην Κοινότητα. Τα εν λόγω έξοδα καθορίστηκαν, επομένως, σε συνάρτηση με τα διαθέσιμα στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88. Όσον αφορά τον παραγωγό αυτό, θεωρήθηκε ότι τα έξοδα που πραγματοποίησε ένας άλλος ιάπωνας παραγωγός, που διαθέτει παρόμοια δομή διανομής στην Κοινότητα, αποτελούσαν την καταλληλότερη βάση για τον καθορισμό των εν λόγω εξόδων.

Ο ίδιος ιάπωνας παραγωγός αρνήθηκε επίσης να παράσχει πληροφορίες σχετικά με τις τιμές που εφαρμόζουν οι συνδεδεμένοι με αυτόν εισαγωγείς στην Κοινότητα έναντι δύο μεγάλων ανεξάρτητων πελατών, υποστηρίζοντας ότι οι πωλήσεις σε άλλους πελάτες, που έχουν ήδη αναφερθεί, αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 80 % του συνόλου των εξαγωγών του στην Κοινότητα. Ωστόσο, δεδομένου ότι καθένας από τους δύο αυτούς πελάτες αντιπροσώπευε το 5 % όλων των πωλήσεων του ενδιαφερόμενου παραγωγού στην Κοινότητα, θεωρήθηκε ότι οι τιμές που εφαρμόζονται έναντι των δύο αυτών πελατών δεν είναι κατ' ανάγκη σύμφωνες με το μέσο όρων των τιμών που καταβλήθησαν από άλλους πελάτες στην Κοινότητα. Υπό τις συνθήκες αυτές και σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, η Επιτροπή θεώρησε ότι οι τιμές πώλησης στους δύο αυτούς πελάτες αντιστοιχούσαν στις χαμηλότερες τιμές που διαπιστώθηκαν για τις πωλήσεις του ενδιαφερόμενου παραγωγού στην Κοινότητα και κατασκεύασε τις αντίστοιχες τιμές εξαγωγής με τη μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 23. Οποιαδήποτε άλλη μέθοδος θα αποτελούσε επιβράβευση για την άρνηση συνεργασίας.

Επιπλέον, ο ιάπωνας παραγωγός ήταν ο μόνος που είχε πραγματοποιήσει πωλήσεις εξαγωγής απ' ευθείας σε ανεξάρτητους αγοραστές στην Κοινότητα. Οι τιμές εξαγωγής για τις πωλήσεις αυτές καθορίστηκαν με βάση τις πράγματι καταβληθείσες τιμές για το εν λόγω προϊόν που επωλήθη προς εξαγωγή στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

γ) Ταϊβάν

(27) Οι τιμές εξαγωγής για τους δύο ενδιαφερόμενους παραγωγούς της Ταϊβάν καθορίστηκαν, για τους σκοπούς των προσωρινών συμπερασμάτων, με βάση τις πράγματι καταβληθείσες τιμές για το προϊόν που επωλήθη για εξαγωγή προς την Κοινότητα, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 8 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

δ) Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

(28) Όλοι οι κινέζοι παραγωγοί, εκτός ενός, πραγματοποίησαν όλες τις πωλήσεις τους στην Κοινότητα μέσω του Χονγκ Κονγκ. Υπό τις συνθήκες αυτές, εφόσον οι πωλήσεις είχαν πραγματοποιηθεί απ' ευθείας στην Κοινότητα ή μέσω του Χονγκ Κονγκ από τον παραγωγό αυτό, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν με βάση τις πράγματι καταβληθείσες τιμές για το προϊόν που επωλήθη για εξαγωγή προς την Κοινότητα.

Εφόσον οι εξαγωγές είχαν πραγματοποιηθεί μέσω συνδεδεμένων επιχειρήσεων στο Χονγκ Κονγκ σε ανεξάρτητους αγοραστές της Κοινότητας, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν με βάση τις τιμές εξαγωγής στην Κοινότητα που εφαρμόζονται από την επιχείρηση στο Χονγκ Κονγκ.

Εφόσον οι εξαγωγές είχαν πραγματοποιηθεί σε συνδεδεμένους εισαγωγείς στην Κοινότητα, οι τιμές εξαγωγής κατασκευάστηκαν με βάση την τιμή στην οποία το εισαγόμενο προϊόν μεταπωλήθηκε για πρώτη φορά σε ανεξάρτητους αγοραστές στην Κοινότητα. Για την κατασκευή της τιμής εξαγωγής, έγιναν προσαρμογές προκειμένου να ληφθούν υπόψη όλα τα έξοδα που πραγματοποιήθκαν από τον συνδεόμενο εισαγωγέα μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε προσαρμογή για να ληφθεί υπόψη περιθώριο κέρδους 5 %, το οποίο θεωρείται προσωρινά εύλογο με βάση τα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν από τους ανεξάρτητους εισαγωγείς στον τομέα των ηλεκτρονικών.

iii) Σύγκριση

(29) Η κανονική αξία, ανά τύπο προϊόντος, συγκρίθηκε με την τιμής εξαγωγής του αντίστοιχου τύπου, για καθεμία συναλλαγή χωριστά, στο ίδιο εμπορικό στάδιο και εκ του εργοστασίου. Για την πραγματοποίηση δίκαιης σύγκρισης, έγιναν προσαρμογές σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 9 και 10 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών, όπως οι διαφορές ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά και ως προς τα έξοδα πωλήσεως για τα οποία υποβλήθησαν ικανοποιητικά αποδεικτικά στοιχεία.

(30) Όσον αφορά τα φυσικά χαρακτηριστικά, για έναν από τους δύο παραγωγούς της Ταϊβάν η κανονική αξία προσαρμόστηκε με βάση το χαμηλότερο επίπεδο πιστοποίησης, ήτοι τον έλεγχο της απόδοσης του μικροδίσκου που επηρεάζει την εμπορική του αξία, ορισμένων εξαγωγών του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα, σε σχέση με το ομοειδές προϊόν που πωλείται στην εγχώρια αγορά.

(31) Ένας κινέζος παραγωγός ζήτησε να προσαρμοστεί η κανονική αξία προκειμένου να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι εξαγωγές που είχε πραγματοποιήσει στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας συνίσταντο μόνο σε μικροδίσκους 3,5 που δεν είχαν υποβληθεί σε δοκιμές πιστοποίησης. Η Επιτροπή θεώρησε το αίτημα αυτό αιτιολογημένο και εφάρμοσε την κατάλληλη προσαρμογή.

(32) Όσον αφορά τις προσαρμογές για τα έξοδα πώλησης, η κανονική αξία και οι τιμές εξαγωγής προσαρμόστηκαν κατάλληλα ώστε να ληφθούν υπόψη τα διάφορα στοιχεία όπως η μεταφορά, η ασφάλιση, οι εργασίες διαφύλαξης και εκφόρτωσης, η συσκευασία, οι όροι πληρωμών, οι μισθοί των υπαλλήλων και οι προμήθειες.

(33) Ένας παραγωγός της Ταϊβάν και ένας ιάπωνας παραγωγός ζήτησαν να γίνουν προσαρμογές της κανονικής αξίας προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα έξοδα τεχνικής εξυπηρέτησης μετά την πώληση, που πραγματοποιήθηκαν για τις εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος. Ωστόσο, δεδομένου ότι οι εν λόγω παραγωγοί δεν υπέβαλαν αρκετά αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το χαρακτήρα και το ποσό των εν λόγω εξόδων, το αίτημα αυτό απορρίφθηκε.

iv) Περιθώρια ντάμπινγκ

(34) Από τη σύγκριση προέκυψε η ύπαρξη ντάμπινγκ, δεδομένου ότι το περιθώριο ντάμπινγκ ισούται με τη διαφορά μεταξύ της κανονικής αξίας που προσδιορίστηκε και της τιμής εξαγωγής στην Κοινότητα.

(35) Για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 13 καθορίστηκε γενικό περιθώριο ντάμπινγκ για όλους τους κινέζους παραγωγούς, με εξαίρεση μια επιχείρηση η οποία ελέγχετο πλήρως από ξένο επενδυτή, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 14.

(36) Ο σταθμισμένος μέσος όρος των περιθωρίων ντάμπινγκ για κάθε παραγωγό, εκφραζόμενος ως ποσοστό της τιμής ελεύθερο στα κοινοτικά σύνορα, έχει ως εξής:

Ιαπωνία

- Memorex: 41,3 %,

- TDK: 41,6 %,

- Hitachi-Maxell: 37,3 %,

- Sony: 60,1 %-

Ταϊβάν

- Megamedia: 33,5 %,

- CIS Technology: 20,4 %-

Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

- Γενικό περιθώριο ντάμπινγκ: 41,5 %,

- Hanny Zhuhai: 35,6 %.

(37) Όσον αφορά τους παραγωγούς της Ιαπωνίας και της Ταϊβάν που δεν απάντησαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής ούτε κατέστησαν γνωστές τις απόψεις τους με άλλο τρόπο. τα περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88. Σχετικά με αυτό, θεωρήθηκε ότι, με βάση το ποσοστό των συνολικών εισαγωγών στην Κοινότητα που πραγματοποιείται από τις επιχειρήσεις των ενδιαφερομένων αυτών χωρών που συνεργάστηκαν στην έρευνα, τα συμπεράσματα που συνήχθησαν όσον αφορά τις εν λόγω επιχειρήσεις αποτελούν την καταλληλότερη βάση για τον καθορισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ.

Πράγματι, η Επιτροπή θεώρησε ότι θα αποτελούσε επιβράβευση για την άρνηση συνεργασίας και θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστρατήγηση των μέτρων αντιντάμπινγκ η εφαρμογή περιθωρίου ντάμπινγκ για τους εν λόγω παραγωγούς χαμηλότερου από το υψηλότερο περιθώριο που καθορίστηκε για τους παραγωγούς ή τις ομάδες παραγωγών της αντίστοιχης εξάγουσας χώρας που συνεργάστηκαν στην έρευνα.

Επομένως, είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί, για τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς, το υψηλότερο περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε στην αντίστοιχη χώρα.

(38) Ένας ιάπωνας εξαγωγός που απάντησε στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής υποστήριξε ότι δεν παρήγαγε ούτε επώλησε το εν λόγω προϊόν στην εγχώρια αγορά. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο εξαγωγέας αυτός αγόρασε το εν λόγω προϊόν από ιάπωνες παραγωγούς και για το λόγο αυτό οι πωλήσεις τους αποτελούσαν πωλήσεις προς εξαγωγή των εν λόγω παραγωγών και έπρεπε να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό των αντίστοιχων περιθωρίων ντάμπινγκ. Ωστόσο, δεδομένου ότι οι παραγωγοί αυτοί δεν απευθύνθηκαν στην Επιτροπή για να ζητήσουν και να συμπληρώσουν το ερωτηματολόγιο που έχει καθοριστεί για το σκοπό αυτό, δεν κατέστη δυνατόν να υπολογιστούν χωριστά περιθώρια ντάμπινγκ.

Ε. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ (39) Προκειμένου να καθοριστεί αν οι καταγγέλλοντες αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος, η Επιτροπή ζήτησε τη συνεργασία όλων των παραγωγών που δεν υποστήριξαν την καταγγελία και είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, και έλαβε υπόψη τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν από τις επιχειρήσεις που δέχθηκαν να συνεργαστούν.

Η Επιτροπή έπρεπε επίσης να λάβει υπόψη το γεγονός ότι ορισμένοι παραγωγοί της Κοινότητας είναι συνδεδεμένοι με παραγωγούς των ενδιαφερομένων χωρών εξαγωγής και ότι ορισμένοι άλλοι, μολονότι δεν διατηρούν τέτοιες σχέσεις εισήγαγαν οι ίδιοι το προϊόν σε τιμές ντάμπινγκ. Επομένως, η Επιτροπή έπρεπε να αποφασίσει αν οι εν λόγω ομάδες παραγωγών πρέπει να εξαιρεθούν από τον ορισμό της κοινοτικής βιομηχανίας σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5 πρώτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

(40) Εν προκειμένω, σύμφωνα με την πρακτική που ακολουθούν σταθερά τα κοινοτικά όργανα, η απαλλαγή των εν λόγω κοινοτικών παραγωγών πρέπει να αποφασίζεται κατά περίπτωση, για εύλογους και δίκαιους λόγους, και λαμβανομένων υπόψη όλων των νομικών και οικονομικών πτυχών. Τα κοινοτικά όργανα έχουν, επανειλημμένως, καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η απαλλαγή αιτιολογείται αν οι παραγωγοί της Κοινότητας έχουν συμμετάσχει στις πρακτικές ντάμπινγκ, ή αν δεν έχουν υποστεί τις επιπτώσεις των πρακτικών αυτών ή έχουν επωφεληθεί κατά τρόπο αθέμιτο από αυτές.

(41) Στην παρούσα περίπτωση, όπως προέκυψε από την έρευνα, ορισμένοι κοινοτικοί παραγωγοί, οι οποίοι είναι συνδεδεμένοι με τους ιάπωνες παραγωγούς, πωλούν ταυτόχρονα τους μικροδίσκους 3,5 που παράγονται στην Κοινότητα και τους μικροδίσκους 3,5 που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και εισάγονται από τις μητρικές εταιρείες τους στην Ιαπωνία μέσω των ειδικών δικτύων διανομής στην Κοινότητα.

Επιπλέον, οι τιμές των μικροδίσκων που παράγονται στην Κοινότητα είναι ευθυγραμμισμένες με τις τιμές των προϊόντων που εισάγονται από την Ιαπωνία, δεδομένου ότι οι τιμές που εφρμόζονται στην κοινοτική αγορά για όλους τους μικροδίσκους, είτε παράγονται στην Ιαπωνία είτε στην Κοινότητα, αποφασίζονται από τη μητρική εταιρεία της Ιαπωνίας.

(42) Υπό τις συνθήκες αυτές και για τους σκοπούς των προκαταρκτικών συμπερασμάτων, η Επιτροπή συνάγει ότι οι εν λόγω παραγωγοί συμμετέχουν στις πρακτικές ντάμπινγκ των μητρικών εταιρειών της Ιαπωνίας και, μέσω του συστήματος μεταφοράς των τιμών, όχι μόνο δεν υφίστανται τις επιπτώσεις των πρακτικών αυτών αλλά αντίθετα επωφελούνται από αυτές.

Επιπλέον, αν οι εν λόγω παραγωγοί είχαν συμπεριληφθεί στον ορισμό της κοινοτικής βιομηχανίας, οι τιμές μεταφοράς με τις οποίες εισήγαγαν αυτοί τους εν λόγω μικροδίσκους και τα σχετικά δομικά στοιχεία από τους συνδεδεμένους ιάπωνες παραγωγούς, θα αλλοίωναν την οικονομική αξιολόγηση της κοινοτικής βιομηχανίας.

Επομένως, συνάγεται ότι οι εν λόγω παραγωγοί πρέπει να εξαιρεθούν από τον ορισμό της "κοινοτικής βιομηχανίας", σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88.

(43) Ορισμένοι από τους καταγγέλλοντες παραγωγούς εισήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν από παραγωγούς ως προς τους οποίους διαπιστώθηκε η ύπαρξη ντάμπινγκ. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι εν λόγω παραγωγοί και εισαγωγείς δεν συμμετέχουν στις πρακτικές ντάμπινγκ, δεδομένου ότι οι ανεξάρτητοι εισαγωγείς δεν έλαβαν μέρος στις πρακτικές ντάμπινγκ. Επιπλέον, το επίπεδο των εισαγωγών που πραγματοποίησαν όλοι οι εν λόγω παραγωγοί εκτός ενός κατά την περίοδο έρευνας δεν υπερβαίνει χωριστά, το 7 % των συνολικών πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν στην Κοινότητα κατά την ίδια περίοδο. Ένα τόσο χαμηλό επίπεδο εισαγωγών δεν μπορεί, επομένως, να προστάτεψε τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς από τις επιπτώσεις του ντάμπινγκ, ούτε αντιπροσωπεύει σημαντικό όφελος. Πράγματι, τα περιορισμένα πλεονεκτήματα που μπόρεσαν να αντλήσουν οι εν λόγω παραγωγοί από τις εισαγωγές αντισταθμίζονται σε μεγάλο βαθμό από τα μειονεκτήματα του ντάμπινγκ.

(44) Κατά την περίοδο της έρευνας, ένας από τους καταγγέλλοντες παραγωγούς της Κοινότητας εισήγαγε μικροδίσκους 3,5 καταγωγής των εν λόγω χωρών σε ποσότητες που θεωρούνται σημαντικές, δεδομένου ότι αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα τρίτο των συνολικών πωλήσεων του παραγωγού αυτού στην Κοινότητα. Διαπιστώθηκε ότι ο εν λόγω κοινοτικός παραγωγός ήταν ήδη καθιερωμένος στην αγορά, παρήγαγε κατά τρόπο αποτελεσματικό δισκέτες διαστάσεων 51/4 και διέθετε μεγάλη πελατεία. Η απόφασή του να προβεί σε εισαγωγές οφειλόταν στην επιθυμία του να διατηρήσει την παραδοσιακή πελατεία του όσον αφορά τις νέες δισκέτες 3,5, δεδομένου ότι η δική του παραγωγή όσον αφορά τις διαστάσεις αυτές ήταν ανεπαρκής. Λόγω της απειλής που αντιπροσωπεύουν οι χαμηλές τιμές των εισαγωγών των δισκετών νέων διαστάσεων, που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, ο εν λόγω παραγωγός αποφάσισε, εύλογα, να καλύψει το δικό του πρόγραμμα πωλήσεων, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου και στον απαιτούμενο βαθμό, με τα εισαγόμενα προϊόντα. Επομένως, οι εισαγωγές αυτές πρέπει να θεωρούνται ως απαραίτητες για να υποστηρίξουν την ανταγωνιστικότητα και να διασφαλίσουν εύλογο μερίδιο αγοράς όσον αφορά τις δισκέτες νέων διαστάσεων. Η πράξη αυτή αυτοάμυνας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μέσο για την κάλυψη αθέμιτων οφελιών από τις πρακτικές ντάμπινγκ.

(45) Ένας ιάπωνας εξαγωγέας υποστήριξε ότι δύο καταγγέλλοντες παραγωγοί πρέπει να εξαιρεθούν από τον ορισμό της "κοινοτικής βιομηχανίας", δεδομένου ότι η συμμετοχή του κράτους στις εν λόγω επιχειρήσεις ή ο έλεγχός τους ήταν τέτοιος ώστε αυτές δεν εκτίθεντο στις συνήθεις δυνάμεις που λειτουργούν σε μια οικονομία αγοράς. Εν προκειμένω, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η κατοχή του κεφαλαίου από το κράτος δεν έχει σχέση με τον ορισμό της κοινοτικής βιομηχανίας.

(46) Λαμβανομένων υόψη των ανωτέρω περιστάσεων, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να εξαιρεθεί οποιοσδήποτε από τους καταγγέλλοντες παραγωγούς από τον ορισμό της κοινοτικής βιομηχανίας.

(47) Με βάση τις εν λόγω εκτιμήσεις, το μερίδιο της συνολικής κοινοτικής παραγωγής των εν λόγω μικροδίσκων που κατείχαν οι καταγγέλλοντες παραγωγοί κατά την περίοδο της έρευνας ανήλθε σε 77 % περίπου.

ΣΤ. ΖΗΜΙΑ i) Σωρευτική εκτίμηση των επιπτώσεων των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(48) Προκειμένου να αξιολογήσει τις επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στην κοινοτική βιομηχανία, η Επιτροπή εξέτασε τις επιπτώσεις όλων των εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ από τις χώρες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας. Για να εξετάσει κατά πόσο είναι σκόπιμη η σώρευση των εισαγωγών αυτών, η Επιτροπή εξέτασε τη συγκρισιμότητα του εισαγόμενου προϊόντος από τις ενδιαφερόμενες χώρες σε συνάρτηση με τα ακόλουθα κριτήρια: ομοιότητα ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά, εναλλαξιμότητα των τελικών χρήσεων, όγκος των εισαγόμενων ποσοτήτων, ταυτόχρονος ανταγωνισμός στην Κοινότητα μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων και μεταξύ των προϊόντων αυτών και του ομοειδούς προϊόντος της κοινοτικής βιομηχανίας, ομοιότητα ως προς τα δίκτυα διανομής και την πολιτική τιμών των παραγωγών κάθε χώρας στην κοινοτική αγορά.

(49) Ορισμένοι από τους ενδιαφερόμενους ιάπωνες παραγωγούς πρόβαλαν τον ισχυρισμό ότι για τους σκοπούς της εκτίμησης της ζημίας οι εισαγωγές μικροδίσκων 3,5 από την Ιαπωνία δεν έπρεπε να εξεταστούν σωρευτικά με τις εισαγωγές από την Ταϊβάν και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, δεδομένου ότι, οι επιπτώσεις του προϊόντος της Ιαπωνίας στην κοινοτική αγορά ήταν εντελώς διαφορετικές ως προς την ποιότητα του προϊόντος, τον όγκο των εισαγωγών, τον καθορισμό των τιμών και τη στρατηγική εμπορίας. Οι εν λόγω ιάπωνες παραγωγοί υποστήριξαν ότι οι εξαγωγές τους στην Κοινότητα συνίστανται σχεδόν αποκλειστικά σε μικροδίσκους 3,5 που προορίζονται για το τμήμα της αγοράς των προϊόντων υψηλής ποιότητας και υψηλών τιμών που φέρουν εμπορικό σήμα και, επομένως, δεν ανταγωνίζονται τις εισαγωγές μικροδίσκων χαμηλής ποιότητας από την Ταϊβάν και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, που συγκεντρώνονται στα τμήματα αγοράς για τα προϊόντα που πωλούνται σε χαμηλές τιμές όπου αναπτύσσει δραστηριότητες μόνον η κοινοτική βιομηχανία. Επιπλέον, υποστηρίχθηκε ότι οι εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος από την Ιαπωνία μειώθηκαν με ταχύ ρυθμό, ενώ οι εισαγωγές από τις άλλες δύο ενδιαφερόμενες χώρες εξαγωγής αυξήθηκαν αισθητά.

(50) Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, κατά την περίοδο της έρευνας, οι εισαγωγές των εν λόγω προϊόντων καταγωγής Ιαπωνίας δεν αφορούσαν σε καμία περίπτωση το τμήμα των προϊόντων που φέρουν εμπορικό σήμα, αλλά κάλυπταν, σε σημαντικές ποσότητες, τους διάφορους τύπους μικροδίσκων 3,5 που είναι διαθέσιμοι στην κοινοτική αγορά, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν φέρουν εμπορικό σήμα, με τις δύο κύριες χωρητικότητες μνήμης.

Όσον αφορά τον όγκο των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την Ιαπωνία, αυξήθηκαν από 64,5 εκατομμύρια μονάδες το 1988 σε 116,6 εκατομμύρια μονάδες το 1990, για να ανέλθει στο ανώτατο ύψος των 131,5 εκατομμυρίων μονάδων το 1989. Κατά την περίοδο της έρευνας, οι εισαγωγές μειώθηκαν σε 103,6 εκατομμύρια μονάδες. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι οι ενδιαφερόμενοι ιάπωνες παραγωγοί στράφηκαν προς την παραγωγή στην Κοινότητα και σε άλλες τρίτες χώρες. Παρά την κάμψη αυτή, ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την Ιαπωνία εξακολουθεί να είναι σημαντικός και, σωρευτικά, αντιπροσωπεύει τις διπλάσιες σχεδόν εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ από τις άλλες δύο ενδιαφερόμενες χώρες. Επομένως, τα επιχειρήματα των ιαπώνων παραγωγών πρέπει να απορριφθούν.

(51) Μετά την εξέταση των στοιχείων, διαπιστώθηκε ότι οι μικροδίσκοι 3,5 που εισάγονται από καθεμία από τις ενδιαφερόμενες χώρες, συγκρινόμενοι ανά τύπο, είναι ομοειδείς ως προς όλες τις πλευρές και εναλλάξιμοι και διατίθενται στην αγορά της Κοινότητας εντός συγκρίσιμης περιόδου και με παρόμοιες εμπορικές πολιτικές. Μεταξύ των εισαγωγών αυτών καθώς και μεταξύ αυτών και του ομοειδούς προϊόντος που κατασκευάζει η κοινοτική βιομηχανία ασκείται ανταγωνισμός. Διαπιστώθηκε επίσης ότι δεν υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ της πολιτικής τιμών που εφαρμόζονται στην Κοινότητα από τους παραγωγούς των επιμέρους ενδιαφερομένων χωρών. Επιπλέον, ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από καθεμία από τις χώρες αυτές δεν μπορεί να θεωρείται σε καμία περίπτωση αμελητέος.

(52) Υπό τις συνθήκες αυτές και σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική που ακολουθούν τα κοινοτικά όργανα, θεωρείται ότι υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να εξεταστούν σωρευτικά οι εισαγωγές από όλες τις ενδιαφερόμενες χώρες.

ii) Όγκος και μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(53) Δεδομένου ότι ο κωδικός ΣΟ στον οποίο υπάγονται οι μικροδίσκοι 3,5 καλύπτει και άλλους μαγνητικούς δίσκους και μη εγγεγραμμένα δομικά στοιχεία για τους δίσκους αυτούς, δεν ήταν διαθέσιμα ακριβή στοιχεία σχετικά με τις συνολικές εισαγωγές και τη συνολική κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος. Ωστόσο, οι πληροφορίες που ελήφθησαν κατά την έρευνα δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση τις εκτιμήσεις στις οποίες προέβη ο καταγγέλλων όσον αφορά το ποσοστό των μικροδίσκων 3,5 σε σχέση με τις συνολικές εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες που υπάγονται στον εν λόγω κωδικό ΣΟ. Επιπλέον, οι εκτιμήσεις αυτές δεν αμφισβητήθηκαν από τα άλλα μέρη που έλαβαν μέρος στη διαδικασία. Έτσι, οι εκτιμήσεις αυτές, καθώς και τα νέα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, επέτρεψαν στην Επιτροπή να αξιολογήσει με τον πρόσφορο τρόπο την κοινοτική κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος.

Με βάση τα στοιχεία αυτά, ο όγκος των εισαγωγών στην Κοινότητα του εν λόγω προϊόντος καταγωγής των χωρών εξαγωγής που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας, για τις οποίες διαπιστώθηκε η εφαρμογή πρακτικών ντάμπινγκ, ανήλθε σε 74 εκατομμύρια μονάδες το 1988, 142 εκατομμύρια μονάδες το 1989 και 156 εκατομμύρια μονάδες το 1990 και κατά την περίοδο της έρευνας. Επομένως, σε σχέση με το 1988 διαπιστώθηκε αύξηση μεγαλύτερη από 110 %.

(54) Αν η εξέλιξη των εισαγωγών αυτών αξιολογηθεί με βάση τη φαινομένη κοινοτική κατανάλωση, προκύπτει ότι το συνδυασμένο μερίδιο της κοινοτικής αγοράς που κατείχαν οι ενδιαφερόμενες χώρες εξαγωγής, το οποίο ήταν ίσο προς 37,2 % το 1988, ανήλθε σε ανώτατο όριο 43,3 % το 1989 και μειώθηκε σε 33,8 % κατά την περίοδο της έρευνας. Η κάμψη αυτή του μεριδίου αγοράς οφείλεται αποκλειστικά στη μείωση των εισαγωγών μικροδίσκων καταγωγής Ιαπωνίας που, από το 1989 αντικαταστάθηκαν σταδιακά από την παραγωγή των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων της Ιαπωνίας σε άλλες τρίτες χώρες και στην Κοινότητα.

iii) Τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(55) Οι τιμές των προϊόντων που εισήχθησαν από τις ενδιαφερόμενες χώρες μειώθηκαν με ταχύ ρυθμό από το 1988. Σε πολλές περιπτώσεις, οι τιμές αυτές μειώθηκαν πάνω από 75 %, ποσοστό σαφώς μεγαλύτερο από εκείνο που θα μπορούσε λογικά να αναμένεται λόγω των επιπτώσεων των οικονομιών κλίμακας και της καμπύλης εκμάθησης στη βιομηχανία αυτή.

Κατά την περίοδο της έρευνας, οι τιμές αυτές ήταν σαφώς χαμηλότερες από τις τιμές που εφαρμόζει η κοινοτική βιομηχανία. Για τους επιμέρους παραγωγούς των χωρών εξαγωγής που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, οι πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές καθορίστηκαν με σύγκριση των αντίστοιχων τιμών πώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή της Κοινότητας προς το σταθμισμένο μέσο όρο των τιμών της κοινοτικής βιομηχανίας. Γενικά, η σύγκριση πραγματοποιήθηκε για τις αγορές του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, που αποτελούν συνολικά το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής αγοράς του εν λόγω προϊόντος και απορρόφησαν περισσότερο από το 75 % των εν λόγω εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

Η σύγκριση αυτή πραγματοποιήθηκε με βάση τους επιμέρους τύπους του εισαγόμενου προϊόντος που ελήφθησαν υπόψη για τον προσδιορισμό του ντάμπινγκ. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συγκρισιμότητα των τιμών, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά μεταξύ του εν λόγω προϊόντος που εισήχθη στην Κοινότητα από την Ταϊβάν και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, και του προϊόντος που παρήχθη στην Κοινότητα. Οι προσαρμογές αυτές περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 30 και 31. Επίσης, έγιναν προσαρμογές ως προς το δασμό και το περιθώριο κέρδους του εισαγωγέα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 25 και 28, στο βαθμό που ήταν αυτό δυνατό.

Από τη σύγκριση προέκυψαν περιθώρια απόκλισης τιμών για όλους σχεδόν τους παραγωγούς που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας. Ο σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών αυτών κυμάνθηκε μεταξύ 0,5 και 16,6 % για την Ιαπωνία, 13,6 και 20,4 % για την Ταϊβάν, και 22,02 και 34,4 % για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας.

iv) Κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας

α) Παραγωγή και χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

(56) Η παραγωγή της κοινοτικής βιομηχανίας όσον αφορά το εν λόγω προϊόν αυξήθηκε από 37 εκατομμύρια μονάδες το 1989 πρώτο έτος κατά το οποίο όλοι οι καταγγέλλοντες παραγωγοί ανέπτυξαν πλήρως τις δραστηριότητές τους, σε 55 εκατομμύρια μονάδες το 1990, και σε 59 εκατομμύρια μονάδες κατά την περίοδο της έρευνας. Η απόλυτη αυτή αύξηση της παραγωγής πρέπει, ωστόσο, να εκτιμηθεί με βάση την πρόσφατη δημιουργία της κοινοτικής βιομηχανίας και την αύξηση της ζήτησης για το εν λόγω προϊόν στην Κοινότητα. Πράγματι, η συνολική κοινοτική αγορά ανήλθε από 170 εκατομμύρια μονάδες το 1988 σε 249 εκατομμύρια μονάδες το 1989, σε 398 εκατομμύρια μονάδες το 1990 και σε 425 εκατομμύρια μονάδες κατά την περίοδο της έρευνας. Έτσι, ο όγκος της παραγωγής της κοινοτικής βιομηχανίας είναι χαμηλότερος από το επίπεδο που θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί, και, κατά την Επιτροπή, θα είχε επιτευχθεί αν δεν πραγματοποιούντο οι εν λόγω εισαγωγές. Επομένως, η κοινοτική βιομηχανία υπέστη τις επιπτώσεις της συμπίεσης της παραγωγής.

(57) Η εν λόγω συμπίεση της παραγωγής μπορεί επίσης να παρατηρηθεί σε σχέση με τους συντελεστές χρήσης των εγκαταστάσεων που, κατά την περίοδο της έρευνας, ήταν ακόμη, κατά μέσο όρο, στο χαμηλό επίπεδο του 63 %, ακόμη δε και κάτω του 50 % για ορισμένους από τους καταγγέλοντες κοινοτικούς παραγωγούς. Επομένως, οι συντελεστές αυτοί είναι σαφώς χαμηλότεροι από τα επίπεδα χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας που θα μπορούσε να είχε επιτύχει η κοινοτική βιομηχανία για να επωφεληθεί πλήρως από τις οικονομίες κλίμακας.

β) Πωλήσεις, αποθέματα και μερίδια αγοράς

(58) Ο όγκος των πωλήσεων του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα από την κοινοτική βιομηχανία αντιστοιχούσε στον όγκο της παραγωγής και, επομένως, συμπιέστηκε εξίσου. Κατά συνέπεια, τα επίπεδα των αποθεμάτων κατά το τέλος του έτους δεν φανερώνουν την πραγματική τάση προς οιαδήποτε κατεύθυνση. Από την εξέλιξη αυτή του όγκου των πωλήσεων, σε σύγκριση με τη φαινομένη κοινοτική κατανάλωση, προκύπτει ότι το μερίδιο της αγοράς παρέμεινε στάσιμο σε 12 % περίπου από το 1989, παρότι η κοινοτική βιομηχανία βρισκόταν σε φάση εκκίνησης, κατά την οποία το μερίδιο αγοράς θα μπορούσε να είχε αυξηθεί με πολύ ταχύτερο ρυθμό.

γ) Τιμές

(59) Οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί μείωσαν τις τιμές τους σε επίπεδα που, γενικά, δεν επέτρεπαν να επιτευχθεί εύλογο κέρδος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν κάλυπταν το κόστος παραγωγής. Διαπιστώθηκε ότι η κοινοτική βιομηχανία, στην προσπάθειά της να επιτύχει κατάλληλα επίπεδα χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας και μερίδιο αγοράς, μείωσε τις τιμές κατά περισσότερο από 30 % από το 1989. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι η εν λόγω κάμψη των τιμών, που επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο κατά το δεύτερο ήμισυ της περιόδου έρευνας, υπερέβη τη μείωση του κόστους παραγωγής που επιτεύχθηκε από όλους τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς.

δ) Αποδοτικότητα

(60) Λόγω της εξέλιξης των τιμών και του κόστους παραγωγής καθώς και της υποχρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας από το 1989, όλοι σχεδόν οι ενδιαφερόμενοι κοινοτικοί παραγωγοί υπέστησαν απώλειες. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις, η απόδοση των πωλήσεων ήταν σαφώς ανεπαρκής για την ανάκτηση των υψηλών επενδύσεων που είχαν ήδη πραγματοποιηθεί για την χρηματοδότηση των επενδύσεων που είχαν ήδη πραγματοποιηθεί και για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων που ήταν απαραίτητες προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση σε έναν ταχύτατα αναπτυσσόμενο και υψηλής τεχνολογίας βιομηχανικό τομέα. Από το 1989, οι απώλειες του κύκλου εργασιών στην Κοινότητα που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία ανήλθαν, κατά μέσο όρο, σε περισσότερο από 3 % ετησίως.

ε) Επενδύσεις

(61) Οι ενδιαφερόμενοι κοινοτικοί παραγωγοί που, σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν ήδη παραγάγει με αποτελεσματικότητα τις γενεές δισκετών πριν από τους μικροδίσκους 3,5, χρηματοδότησαν υψηλές επενδύσεις κατά την περίοδο 1987-1989 προκειμένου να επεκτείνουν την παραγωγή του εν λόγω προϊόντος.

Από το 1989, όλοι σχεδόν οι καταγγέλοντες κοινοτικοί παραγωγοί αναγκάστηκαν να μειώσουν αισθητά τις επενδύσεις τους αναμένοντας την αποκατάσταση συνθηκών θεμιτού ανταγωνισμού στην κοινοτική αγορά.

v) Συμπεράσματα σχετικά με τη ζημία

(62) Προκειμένου να αξιολογηθεί η κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας ελήφθη υπόψη το γεγονός ότι η βιομηχανία αυτή βρίσκεται ακόμη σε πρώτη φάση ανάπτυξης και, επομένως, εξαρτάται από τη συνεχή ανάπτυξη των πωλήσεων και από περαιτέρω επενδύσεις κεφαλαίου. Οι επενδύσεις αυτές είναι επίσης απαραίτητες σ' αυτόν τον ταχύτατα αναπτυσσόμενο βιομηχανικό τομέα εφόσον, στο άμεσο μέλλον, θα διατίθενται πιθανότατα στην αγορά μικροδίσκοι με συνεχώς αυξανόμενη χωρητικότητα μνήμης. Έτσι, για να μπορέσει η κοινοτική βιομηχανία να πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες επενδύσεις πρέπει να επιτύχει επίπεδα παραγωγής, πωλήσεων και τιμών που παρέχουν κατάλληλο βαθμό αποδοτικότητας.

Παρότι οι οικονομικοί δείκτες, όπως η παραγωγή και οι πωλήσεις, έχουν αυξηθεί, όπως συμβαίνει συνήθως για τις νέες επιχειρήσεις σε μια αναπτυσσόμενη αγορά, η αύξηση αυτή δεν είναι αρκετή προκειμένου η κοινοτική βιομηχανία να είναι σε θέση να επιτύχει εύλογα επίπεδα χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας και μερίδια αγοράς, και να επωφεληθεί από τις οικονομίες κλίμακας. Επιπλέον, λόγω της σοβαρής μείωσης των τιμών και της επακόλουθης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης, οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν τις απαιτούμενες επενδύσεις στη βιομηχανία αυτή. Η μείωση αυτή των επενδύσεων συνέπεσε με μια κρίσιμη φάση στην ανάπτυξη της κοινοτικής βιομηχανίας, κατά την οποία προσπαθούσε η τελευταία να εδραιώσει τη θέση της. Η κατάσταση αυτή παρεμπόδισε την αύξησή της και έπληξε τη βιωσιμότητά της.

Υπό τις συνθήκες αυτές, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η κοινοτική βιομηχανία υφίσταται σοβαρή ζημία, η οποία καθίσταται ιδίως φανερή από τη σύγκριση μεταξύ της σημερινής κατάστασης, που χαρακτηρίζεται από συμπίεση των πωλήσεων και κάμψη των τιμών, με συνεπαγόμενη έλλειψη αποδοτικότητας, και μιας κατάστασης στην οποία, αν δεν είχαν εφαρμοστεί πρακτικές ντάμπινγκ, θα μπορούσαν να είχαν επιτευχθεί εύλογα αποτελέσματα όσον αφορά τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, τα μερίδια αγοράς και τα ποσοστά κέρδους.

Ζ. ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ (63) Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον η σημαντική ζημία που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία είχε προκληθεί από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και αν διάφοροι άλλοι παράγοντες θα μπορούσαν να είχαν προκαλέσει ή να συμβάλει στη ζημία αυτή.

i) Επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(64) Κατά την εξέταση των στοιχείων, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο συνεχώς αυξανόμενος όγκος και το υψηλό μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις τρεις ενδιαφερόμενες χώρες συνέπιπταν χρονικά με τη δυσχερή οικονομική κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας. Λόγω του ντάμπινγκ, τα εισαγόμενα προϊόντα επωλήθησαν στην κοινοτική αγορά σε πολύ χαμηλές τιμές. Η διαφάνεια και η ελαστικότητα των τιμών της αγοράς αυτής οφείλονται στο γεγονός ότι ο ανταγωνισμός ασκείται, σε μεγάλο βαθμό, στο επίπεδο μιας κατηγορίας πελατών που είναι ειδικευμένοι επαγγελματίες και για τους οποίους οι διακυμάνσεις των τιμών έχουν ιδιαίτερη σημασία. Ως εκ τούτου, η κοινοτική βιομηχανία αναγκάστηκε να μειώσει τις τιμές της στην προσπάθεια της να εξασφαλίσει εύλογο ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας και μερίδιο αγοράς. Η κάμψη αυτή των τιμών προκάλεσε με τη σειρά της γενική έλλειψη αποδοτικότητας, που εκδηλώθηκε ιδίως με τις χρηματοοικονομικές απώλειες που σημειώθηκαν από το 1989.

ii) Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

(65) Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον άλλοι παράγοντες, πέραν των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, είχαν προκαλέσει τη ζημία που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία ή είχαν συμβάλει σ' αυτήν. Η Επιτροπή, εξέτασε, ιδίως, την εξέλιξη και τις επιπτώσεις των εισαγωγών από τις τρίτες χώρες που δεν καλύπτονται από την παρούσα διαδικασία, και την εξέλιξη και τις επιπτώσεις των εισαγωγών από τις τρίτες χώρες που δεν καλύπτονται από την παρούσα διαδικασία, και την εξέλιξη της φαινομένης κατανάλωσης στην κοινοτική αγορά.

(66) Οι εισαγωγές από τις τρίτες χώρες που δεν συμπεριλαμβάνονται στη διαδικασία αυξήθηκαν από το 1988 σε μικρότερο βαθμό σε σχέση με την κοινοτική κατανάλωση και, επομένως, το αντίστοιχο μερίδιο αγοράς μειώθηκε από 44,7 % το 1988 σε 37,9 % κατά την περίοδο έρευνας. Περίπου το 90 % των εισαγωγών αυτών προήλθαν από τις ΗΠΑ, το Χονγκ Κονγκ και τη Δημοκρατία της Κορέας.

Η Επιτροπή έλαβε μια ακόμη καταγγελία που υπέβαλε η DISKMA σχετικά με την άσκηση πρακτικής ντάμπινγκ και τη ζημία που προκάλεσε η πρακτική αυτή όσον αφορά τις εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος καταγωγής Χονγκ Κονγκ και της Δημοκρατίας της Κορέας, και άρχισε την έρευνα (3).

Όταν αφορά τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, πρέπει να σημειωθεί ότι το μερίδιο αγοράς τους παρέμεινε σχετικά σταθερό από το 1989. Με βάση τις πληροφορίες που διέθετε η Επιτροπή κατά τη διάρκεια της έρευνας, δεν μπόρεσε να συναχθεί κανένα συμπέρασμα όσον αφορά το επίπεδο των τιμών των εισαγωγών αυτών.

Ορισμένοι από τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς της Ιαπωνίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας υποστήριξαν ότι το γεγονός ότι δεν συμπεριελήφθησαν οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ και το Χονγκ Κονγκ στην διαδικασία διαστρεβλώνει την εκτίμηση της ζημίας.

Ωστόσο, ακόμη και αν γίνει αποδεκτό ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες, εκτός εκείνων που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας, προκάλεσαν ζημία στην κοινοτική βιομηχανία, είναι αναμφισβήτητο ότι η ζημία που προκάλεσαν οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, εξεταζόμενες χωριστά, είναι σοβαρή.

(67) Όσον αφορά τις μεταβολές της κατανάλωσης, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η φαινομένη κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα αυξήθηκε κατά 150 % κατά την περίοδο της έρευνας σε σχέση με το 1988. Η ζημία που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία δεν μπορεί, επομένως, να αποδοθεί σε συρρίκνωση της ζήτησης του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα.

(68) Για να εκτιμήσει τη ζημία, η Επιτροπή εξέτασε τις επιπτώσεις της παραγωγής του εν λόγω προϊόντος από τις συνδεόμενες με τους ιάπωνες παραγωγούς επιχειρήσεις με έδρα την Κοινότητα. Εν προκειμένω, διαπιστώθηκε ότι το μερίδιο αγοράς των προϊόντων αυτών αυξήθηκε μόνο από 9,5 % το 1988 σε 10,7 % κατά την περίοδο της έρευνας. Πράγματι, η παραγωγή αυτή στην Κοινότητα θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας, στο βαθμό που οι τιμές του εν λόγω προϊόντος που κατασκευάζεται από τις συνδεόμενες αυτές επιχειρήσεις στην Κοινότητα είναι παρόμοιες με τις τιμές του εισαγόμενου προϊόντος που μεταπωλείται από αυτές. Ωστόσο, οι τυχόν αρνητικές επιπτώσεις περιορίστηκαν και δεν ήταν δυνατόν να προκάλεσαν τη σοβαρή ζημία που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία.

(69) Ορισμένοι παραγωγοί των τριών ενδιαφερομένων χωρών υποστήριξαν ότι η κοινοτική βιομηχανία, για διάφορους λόγους, ήταν υπεύθυνη σε μεγάλο βαθμό για τη ζημία που υπέστη και, επομένως, η ζημία δεν μπορεί να αποδοθεί στις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(70) Κατ' αρχάς, υποστηρίχθηκε ότι οι εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που πραγματοποιήθηκαν από ορισμένους από τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς προκάλεσαν ζημία στους ίδιους τους παραγωγούς που πραγματοποίησαν εισαγωγές και στους λοιπούς καταγγέλλοντες παραγωγούς.

Όπως ήδη προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 43, μόνον ένας από τους καταγγέλλοντες παραγωγούς εισήγαγαν σημαντικές ποσότητες μικροδίσκων 3,5 καταγωγής των ενδιαφερομένων χωρών. Ο εν λόγω παραγωγός αποφάσισε να προσφύγει στις εισαγωγές προκειμένου να κατοχυρώσει την ανταγωνιστικότητά του στην Κοινότητα και να διατηρήσει το μερίδιο της αγοράς του και, επομένως, δεν είναι υπεύθυνος για τη ζημία. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι τιμές στις οποίες μεταπωλήθηκε το εισαγόμενο προϊόν από τον παραγωγό αυτό στην Κοινότητα ήταν οι ίδιες με τις τιμές των ομοειδών προϊόντων της ίδιας της επιχείρησης και επιπλέον σχεδόν ίδιες με τις τιμές που εφαρμόζουν οι λοιποί καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί.

(71) Κατά δεύτερο λόγο, υποστηρίζεται ότι η καταγγέλλουσα κοινοτική βιομηχανία είχε αξιολογήσει εσφαλμένα την εμπορική ανάπτυξη και είχε επενδύσει στην παραγωγική ικανότητα σε πολύ προχωρημένο στάδιο του κύκλου παραγωγής. Η ικανότητα αυτή, όταν τέθηκε σε λειτουργία, αποδείχθηκε υπερβολική σε σχέση με την πρακτική εξέλιξη της αγοράς και την ήδη εδραιωμένη θέση των λοιπών προμηθευτών στην κοινοτική αγορά.

Εν προκειμένω, πρέπει να σημειωθεί ότι η κοινοτική βιομηχανία αύξησε την παραγωγική ικανότητα της κατά 23 %, αν συγκριθεί η υφιστάμενη παραγωγική ικανότητα κατά την περίοδο της έρευνας σε σχέση με εκείνη του 1989, πρώτο έτος κατά το οποίο οι κοινοτικοί παραγωγοί ανέπτυξαν πλήρως τις δραστηριότητές τους. Κατά την ίδια περίοδο, η φαινομένη κατανάλωση του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα αυξήθηκε κατά 44 %, πράγμα που δείχνει, επομένως, ότι η κοινοτική βιομηχανία δεν αξιολόγησε εσφαλμένα την ανάπτυξη της αγοράς. Επιπλέον, η παρουσία εδραιωμένων προμηθευτών του εν λόγω προϊόντος στην κοινοτική αγορά δεν θα πρέπει επιπλέον να εμποδίζει τις νέες αποδοτικές επιχειρήσεις που παράγουν μικροδίσκους 3,5 να συμμετάσχουν στην κοινοτική αγορά υπό συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού, όπως συνέβη για τις προηγούμενες διαστάσεις δισκετών.

(72) Σύμφωνα με ένα τρίτο επιχείρημα, λόγω της έλλειψης κατάλληλης υποστήριξης στον τομέα της στρατηγικής για τη διάθεση του εν λόγω προϊόντος στην αγορά, η κοινοτική βιομηχανία αναγκάστηκε να συγκεντρώσει τις πωλήσεις στο τμήμα της αγοράς των προϊόντων που δεν φέρουν εμπορικό σήμα και είναι χαμηλής τιμής. Στην συγκέντρωση αυτή οφείλεται, κατά τους ισχυρισμούς, η επισφαλής οικονομική κατάσταση των κοινοτικών προϊόντων. Ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι οι πωλήσεις του εν λόγω προϊόντος από την κοινοτική βιομηχανία κατανέμονται δίκαια μεταξύ των τμημάτων της κοινοτικής αγοράς προϊόντων με εμπορικό σήμα και χωρίς εμπορικό σήμα και, επομένως, η εν λόγω συγκέντρωση που υποστηρίχθηκε δεν επιβεβαιώθηκε. Επιπλέον, οι πιέσεις που ασκήθηκαν στις τιμές από τις εν λόγω εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και η συνεπαγόμενη έλλειψη αποδοτικότητας, υποχρέωσαν την κοινοτική βιομηχανία να μειώσει τις επενδύσεις σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό καθώς και να περιορίσει τα έξοδα για τη στρατηγική πωλήσεων.

(73) Τέλος, οι ιάπωνες παραγωγοί έθεσαν υπό αμφισβήτηση την τεχνολογική εμπειρία και τη βιωσιμότητα της κοινοτικής βιομηχανίας, υποστηρίζοντας ότι η βιομηχανία αυτή βρίσκεται ακόμη σαφώς σε υστέρηση σε σχέση με τους καθιερωμένους ιάπωνες παραγωγούς όσον αφορά την τεχνολογική τελειοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας και την ποιότητα των προϊόντων της. Όσον αφορά τους ισχυρισμούς αυτούς, η έρευνα απέδειξε ότι η κοινοτική βιομηχανία είναι ανταγωνιστική ως προς την τεχνολογία, την ικανότητα επεξεργασίας και τις τιμές, εφόσον ο ανταγωνσιμός είναι θεμιτός και δεν διαστρεβλώνεται από τις πρακτικές ντάμπινγκ. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι, κατά την περίοδο της έρευνας, το κόστος παραγωγής του εν λόγω προϊόντος έφεραν οι καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί με το μεγαλύτερο ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας, ήταν χαμηλότερο από εκείνο που διαπιστώθηκε στην Ιαπωνία.

(74) Υπό τις συνθήκες αυτές, για τους σκοπούς των προκαταρκτικών συμπερασμάτων και παρά την πιθανή ύπαρξη διαφόρων άλλων αιτιών ζημίας, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ καταγωγής Ιαπωνίας, Ταϊβάν και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, λόγω των χαμηλών τιμών τους, του σημαντικού μεριδίου της κοινοτικής αγοράς και της συνεπαγόμενης έλλειψης αποδοτικότητας της κοινοτικής βιομηχανίας προξένησαν, εξεταζόμενες μεμονωμένα, σημαντική ζημία στην κοινοτική βιομηχανία.

Η. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ (75) Προκειμένου να αξιολογήσει το κοινοτικό συμφέρον, η Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη δύο βασικά στοιχεία. Πρώτον, η εξάλειψη των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού που προκύπτουν από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και, κατά τον τρόπο αυτό, η αποκτάσταση συνθηκών ανοικτού και θεμιτού ανταγωνισμού στην κοινοτική βιομηχανία, ανταποκρίνεται στο στόχο των μέτρων αντιντάμπινγκ και είναι προς το γενικό κοινοτικό συμφέρον, κατά την έννοια του άρθρου 3 στοιχείο ζ) της συνθήκης. Δεύτερον, υπό τις ιδιαίτερες συνθήκες της παρούσας διαδικασίας, αν δεν ληφθούν προσωρινά μέτρα, θα επιδεινωθεί η ήδη επισφαλής κατάσταση της κοινοτικής βιομηχανίας, που εκδηλώνεται κυρίως με την έλλειψη της αποδοτικότητας και τη συνεπαγόμενη μείωση των επενδύσεων, πράγμα που έχει αρνητικές επιπτώσεις στη βιωσιμότητά της. Αν η κοινοτική βιομηχανία αναγκαστεί να σταματήσει την παραγωγή της, η Κοινότητα θα εξαρτάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από τις τρίτες χώρες σε έναν τομέα με αυξανόμενη σημασία από τεχνολογικής πλευράς. Επιπλέον, η εξάλειψη της κοινοτικής παραγωγής θα είχε σοβαρές συνέπειες για τους κοινοτικούς παραγωγούς δομικών στοιχείων για τους μικροδίσκους 3,5.

(76) Στο πλαίσιο αυτό, ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν τα ακόλουθα επιχειρήματα:

i) η αύξηση των τιμών των μικροδίσκων 3,5 που εισάγονται μετά την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα έχει αρνητικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την αναπαραγωγή και για τους καταναλωτές στην Κοινότητα-

ii) η λήψη τέτοιων μέτρων, που θα απέκλειε τους προμηθευτές των ενδιαφερομένων τρίτων χωρών από την κοινοτική αγορά, θα προκαλούσε μείωση του φάσματος και της ποιότητας της προσφοράς, καθώς και αύξηση της ζήτησης σε σχέση με την προσφορά, δεδομένου ότι οι κοινοτικοί παραγωγοί δεν είναι ακόμη σε θέση να ικανοποιούν πλήρως την προβλεπόμενη ζήτηση.

(77) Όσον αφορά τα συμφέροντα των επιχειρήσεων αναπαραγωγής και των καταναλωτών του εν λόγω προϊόντος στην Κοινότητα, τα πλεονεκτήματα των οποίων απολαύνουν πρέπει να εξετάζονται με βάση τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις που συνεπάγεται η μη αποκατάσταση θεμιτού ανταγωνισμού. Πράγματι, αν δεν ληφθούν μέτρα, θα απειληθεί σοβαρά η βιωσιμότητα της κοινοτικής βιομηχανίας, της οποίας η εξαφάνιση θα συνεπαγόταν τη μείωση της προσφοράς και του ανταγωνισμού, εις βάρος των επιχειρήσεων αναπαραγωγής και των καταναλωτών.

(78) Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι η αποκατάσταση συνθηκών ανοικτού και θεμιτού ανταγωνισμού δεν θα πρέπει να εμποδίζει τους παραγωγούς των τρίτων χωρών να ανταγωνιστούν την κοινοτική αγορά και, επομένως, η ποιότητα και το φάσμα της προσφοράς δεν θα πρέπει να περιοριστούν.

Παρότι η κοινοτική παραγωγή δεν επαρκεί, επί του παρόντος, για την κάλυψη της ζήτησης του εν λόγω προϊόντος, τα μέτρα αντιντάμπινγκ θα εξαλείψουν απλώς τη στρέβλωση του ανταγωνισμού που οφείλεται στις πρακτικές ντάμπινγκ και, επομένως, δεν εμποδίζουν την κάλυψη του κενού στη ζήτηση με προμήθειες από τρίτες χώρες σε θεμιτές τιμές. Πράγματι, όταν το επίπεδο των μέτρων αντιντάμπινγκ είναι ίσο με το περιθώριο ντάμπινγκ, αλλά χαμηλότερο από το ποσό που απαιτείται για την πλήρη εξάλειψη της ζημίας, εξαλείφεται μόνο το αθέμιτο στοιχείο του πλεονεκτήματος της τιμής των εξαγωγών. Υπό τις συνθήκες αυτές, μπορεί να εξασφαλιστεί πλήρης ανταγωνιστικότητα μεταξύ των εξαγωγέων με βάση το πραγματικό συγκριτικό πλεονέκτημά τους. Στις άλλες περιπτώσεις, όταν η αύξηση της τιμής που απαιτείται για την εξάλειψη της ζημίας είναι χαμηλότερη από το περιθώριο ντάμπινγκ, η αύξηση της τιμής του εισαγόμενου προϊόντος περιορίζεται σε επίπεδο που εκφράζει θεμιτές συνθήκες ανταγωνισμού στην κοινοτική αγορά, πράγμα που επιτρέπει στην κοινοτική βιομηχανία να πραγματοποιεί πωλήσεις σε οικονομικές τιμές. Επομένως, οι δυνατότητες πρόσβασης των εξαγωγέων στην κοινοτική αγορά δεν περιορίζονται σε καμία περίπτωση.

(79) Αφού έλαβε υπόψη τα γενικά και ειδικά συμφέροντα των ενδιαφερομένων μερών, η Επιτροπή κατέληξε προσωρινά στο συμπέρασμα ότι, στην παρούσα περίπτωση, η λήψη μέτρων αντιντάμπινγκ θα αποκαταστήσει θεμιτές συνθήκες ανταγωνισμού με την εξάλειψη των επιζήμιων επιπτώσεων που προκλήθηκαν από τις πρακτικές ντάμπινγκ, θα παράσχει στην κοινοτική βιομηχανία τη δυνατότητα διατήρησης και ανάπτυξης της βασικής αυτής τεχνολογίας και, με τον τρόπο αυτό, θα παράσχει ορισμένες διασφαλίσεις στην κοινοτική βιομηχανία δομικών στοιχείων.

(80) Η Επιτροπή θεωρεί, επομένως, ότι το συμφέρον της Κοινότητας απαιτεί να επιβληθούν μέτρα αντιντάμπινγκ, υπό μορφή προσωρινών δασμών, ώστε να μην προκληθεί περαιτέρω ζημία από τις εν λόγω εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

Θ. ΔΑΣΜΟΣ (81) Για τον καθορισμό του επιπέδου του προσωρινού δασμού, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν και το ποσό του δασμού που είναι απαραίτητο για την εξάλειψη της ζημίας που υπέστη η κοινοτική βιομηχανία.

(82) Η ζημία εκδηλώθηκε κυρίως υπό μορφή πραγματοποίησης πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, κάμψης των τιμών και συμπίεσης της χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας και του μεριδίου αγοράς, πράγμα που προκάλεσε έλλειψη ή απώλεια αποδοτικότητας. Προκειμένου να εξαλειφθεί η ζημία αυτή, η κοινοτική βιομηχανία πρέπει να είναι σε θέση να αυξήσει τις τιμές κατά τρόπο ώστε να πραγματοποιήσει ικανοποιητικά κέρδη χωρίς να υποστεί απώλεια του όγκου των πωλήσεων. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να αυξηθούν ανάλογα οι τιμές των εν λόγω εισαγωγών από την Ιαπωνία, την Ταϊβάν και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας.

Προκειμένου να υπολογίσει τις απαιτούμενες αυξήσεις της τιμής, η Επιτροπή έκρινε σκόπιμο να συγκρίνει τις πραγματικές τιμές των εισαγωγών αυτών με τις τιμές πώλησης που εκφράζουν το κόστος παραγωγής των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών, στο οποίο προστέθηκε κατάλληλο περιθώριο κέρδους.

Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή χρησιμοποίησε το κόστος παραγωγής των δύο καταγγελλόντων παραγωγών που είχαν το μεγαλύτερο όγκο παραγωγής και το μεγαλύτερο ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας, που υπερβαίνουν το σημερινό μέσο όρο της κοινοτικής βιομηχανίας. Όσον αφορά το κέρδος, ελήφθη υπόψη το γεγονός ότι η κοινοτική βιομηχανία, που βρίσκεται σε πρώτο στάδιο ανάπτυξης, δεν μπορεί να αναμένει περιθώρια κέρδους ευθυγραμμισμένα προς εκείνα που αποκομίζουν οι ήδη καθιερωμένοι παραγωγοί των ενδιαφερομένων τρίτων χωρών. Υπό τις συνθήκες αυτές, θεωρήθηκε ότι περιθώριο κέρδους 10 % επί του κύκλου των πωλήσεων αποτελεί το ελάχιστο περιθώριο κέρδους προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της κοινοτικής βιομηχανίας.

Ο σταθμισμένος μέσος όρος των πραγματικών τιμών πώλησης που εφαρμόστηκαν κατά την περίοδο της έρευνας από την κοινοτική βιομηχανία, αυξήθηκε, για κάθε τύπο προϊόντος, κατά περίπτωση, προκειμένου να επιτευχθεί το συνολικό ελάχιστο ποσοστό κέρδους που είναι απαραίτητο. Οι τιμές που επιτεύχθηκαν κατά τον τρόπο αυτό συγκρίθηκαν με τις τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και χρησιμοποιήθηκαν για να καθορισθεί η απόκλιση των τιμών, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 55.

Οι διαφορές μεταξύ των δύο αυτών τιμών, που εκφράζονται υπό μορφή σταθμισμένου μέσου όρου και ποσοστού της τιμής "ελεύθερο στα κοινοτικά σύνορα", υπερέβαιναν τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν για όλους τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς της Ταϊβάν και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και κυμάνθηκαν μεταξύ 5,2 % και 40,9 % για τους ιάπωνες παραγωγούς.

(83) Στις περιπτώσεις που τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν για τους μεμονωμένους παραγωγούς και εξαγωγείς ήταν χαμηλότερα από την αντίστοιχη αύξηση των τιμών εξαγωγής που είναι απαραίτητη για την εξάλειψη της ζημίας, όπως υπολογίσθηκαν ανωτέρω, οι προσωρινοί δασμοί που θα επιβληθούν πρέπει να περιοριστούν στα περιθώρια ντάμπινγκ που καθορίστηκαν.

(84) Για τους λόγους που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 13 και 14, πρέπει να καθοριστεί ενιαίος δασμός για όλους τους παραγωγούς της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, με εξαίρεση μια επιχείρηση ως προς την οποία πρέπει να καθοριστεί μεμονωμένος δασμός.

(85) Προκειμένου να καθορίσει το επίπεδο του προσωρινού δασμού για τους παραγωγούς των ενδιαφερομένων χωρών που δεν απήντησαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής ούτε έκαναν γνωστές τις απόψεις τους με άλλο τρόπο, η Επιτροπή, για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 37 όσον αφορά τα περιθώρια ντάμπινγκ, θεωρεί σκόπιμο να χρησιμοποιήσει τα συμπεράσματα της έρευνας ως βάση και να επιβάλει τον υψηλότερο δασμό που έχει καθορισθεί για τους παραγωγούς των αντίστοιχων χωρών.

Ι. ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ (86) Για λόγους χρηστής διαχείρισης, πρέπει να καθοριστεί περίοδος εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να κοινοποιήσουν τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να διευκρινιστεί ότι όλα τα συμπεράσματα που εκπονήθηκαν για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού είναι προσωρινά και ενδέχεται να πρέπει να επανεξεταστούν με σκοπό την επιβολή οριστικού δασμού που μπορεί να προτείνει η Επιτροπή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μικροδίσκων 3,5 που χρησιμοποιούνται για την εγγραφή και αποθήκευση κωδικοποιημένων ψηφιακών πληροφοριών υπολογιστή, που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ ex 8523 20 90 (κωδικός Taric 8523 20 90* 10), καταγωγής Ιαπωνίας, Ταϊβάν και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

2. Το ποσοστό του δασμού που εφαρμόζεται σε τιμή ελεύθερο στα κοινοτικά σύνορα, πριν από την επιβολή δασμού, έχει ως εξής:

/* ΠΙΝΑΚΕΣ: δείτε Ε.Ε. */

4. Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 υπόκειται σε παροχή εγγύησης, ισοδύναμης με το ποσό του προσωρινού δασμού.

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Με την επιφύλαξη των άρθρων 11, 12 και 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2423/88, το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται για τετράμηνη περίοδο, εκτός αν το Συμβούλιο θεσπίσει οριστικά μέτρα πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Απριλίου 1993.

Για την Επιτροπή

Leon BRITTAN

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. L 209 της 2. 8. 1988, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. C 174 της 5. 7. 1991, σ. 16.

(3) ΕΕ αριθ. C 239 της 18. 9. 1992, σ. 4.

Top