ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
29 Ιανουαρίου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 143/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 144/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με την 75η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2799/1999

3

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 145/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ανθρακικού βαρίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

4

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 146/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό του ποσοστού αποδοχής των συμφωνητικών που έχουν συναφθεί για προαιρετική απόσταξη επιτραπέζιου οίνου

24

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 147/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό των μέγιστων ποσών ενίσχυσης της κρέμας γάλακτος, του βουτύρου και του συμπυκνωμένου βουτύρου για την 156η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97

25

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 148/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό των ελαχίστων τιμών πώλησης βουτύρου για την 156η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97

27

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 149/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό του ανωτάτου ποσού για την ενίσχυση στο συμπυκνωμένο βούτυρο για την 328η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 429/90

29

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 150/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό της ελάχιστης τιμής πώλησης βουτύρου για τον 12α επιμέρους διαγωνισμό στο πλαίσιο του διαρκούς διαγωνισμού που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2771/1999

30

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 151/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με τον 11o επιμέρους διαγωνισμό στο πλαίσιο του διαρκούς διαγωνισμού που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 214/2001

31

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 152/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό σε ποιο βαθμό μπορεί να δοθεί συνέχεια στις αιτήσεις για πιστοποιητικά εισαγωγής που υποβλήθηκαν τον Ιανουάριο 2005 για τα νεαρά άρρενα βοοειδή που προορίζονται για πάχυνση στο πλαίσιο μιας δασμολογικής ποσόστωσης η οποία προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1202/2004

32

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 153/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό του οριστικού ύψους της επιστροφής και του ποσοστού έκδοσης των πιστοποιητικών εξαγωγής του συστήματος Β στον τομέα των οπωροκηπευτικών (τομάτες, πορτοκάλια, λεμόνια, επιτραπέζια σταφύλια και μήλα)

33

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 154/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με τις προσφορές που υποβλήθηκαν για την εξαγωγή θερμικά επεξεργασμένου μακρόσπερμου λευκασμένου ρυζιού Β σε κόκκους προορισμού ορισμένων τρίτων χωρών, στο πλαίσιο της δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2032/2004

35

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 155/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με τις προσφορές που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της δημοπρασίας για τον καθορισμό της επιδότησης για την αποστολή μακρόσπερμου αποφλοιωμένου ρυζιού Β προς τη νήσο Ρεϋνιόν, που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2033/2004

36

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 156/2005 της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, σχετικά με τις προσφορές που υποβλήθηκαν για την εξαγωγή στρογγυλόσπερμου, μεσόσπερμου και μακρόσπερμου Α λευκασμένου ρυζιού σε κόκκους προορισμού ορισμένων τρίτων χωρών, στο πλαίσιο της δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2031/2004

37

 

*

Οδηγία 2005/5/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2005, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/26/ΕΚ για την καθιέρωση τρόπων δειγματοληψίας και μεθόδων ανάλυσης για τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων περιεκτικοτήτων ωχρατοξίνης Α σε ορισμένα τρόφιμα ( 1 )

38

 

*

Οδηγία 2005/7/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Ιανουαρίου 2005, για τροποποίηση της οδηγίας 2002/70/ΕΚ για καθορισμό των απαιτήσεων για τον προσδιορισμό των επιπέδων των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB στις ζωοτροφές ( 1 )

41

 

*

Οδηγία 2005/8/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Ιανουαρίου 2005, για την τροποποίηση του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2002/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ανεπιθύμητες ουσίες στις ζωοτροφές ( 1 )

44

 

*

Οδηγία 2005/9/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σχετικά με τα καλλυντικά προϊόντα, με σκοπό την προσαρμογή του παραρτήματος VII στην τεχνική πρόοδο ( 1 )

46

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Επιτροπή

 

*

2005/64/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2005, για την εφαρμογή της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους όρους εισαγωγής γάτων, σκύλων και κουναβιών που προορίζονται για εγκεκριμένους οργανισμούς, ινστιτούτα ή κέντρα [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 118]  ( 1 )

48

 

*

2005/65/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, όσον αφορά ορισμένες μεταβατικές πρόσθετες εγγυήσεις για τη Δανία σχετικά με την αλλαγή του καθεστώτος μη εμβολιασμού για την ψευδοπανώλη των πτηνών [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 143]  ( 1 )

52

 

*

2005/66/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για την κατάργηση της απόφασης 2003/363/ΕΚ για την έγκριση του σχεδίου εξάλειψης της κλασικής πανώλης των χοίρων σε αγριόχοιρους σε ορισμένες περιοχές του Βελγίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 144]  ( 1 )

54

 

*

2005/67/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για την τροποποίηση των παραρτημάτων Ι και ΙΙ της απόφασης 2003/634/ΕΚ για την έγκριση προγραμμάτων με στόχο την απόκτηση του καθεστώτος των εγκεκριμένων ζωνών και των εγκεκριμένων εκμεταλλεύσεων σε μη εγκεκριμένες ζώνες όσον αφορά την ιογενή αιμορραγική σηψαιμία (ΙΑΣ) και τη λοιμώδη αιματοποιητική νέκρωση (ΛΑΝ) στα ψάρια [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 148]  ( 1 )

55

 

 

Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

 

*

2005/68/ΚΕΠΠΑ:Απόφαση του Συμβουλίου, της 24ης Ιανουαρίου 2005, για την τροποποίηση της απόφασης 2004/197/ΚΕΠΠΑ για τη δημιουργία μηχανισμού διαχείρισης της χρηματοδότησης των κοινών εξόδων των επιχειρήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν στρατιωτικές συνέπειες ή συνέπειες στον τομέα της άμυνας (Άθηνα)

59

 

 

Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του άρθρου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

 

*

Κοινή θέση 2005/69/ΔΕΥ του Συμβουλίoυ, της 24ης Ιανουαρίου 2005, για την ανταλλαγή ορισμένων δεδομένων με την Interpol

61

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 143/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

052

123,3

204

75,2

212

176,1

608

118,9

624

163,5

999

131,4

0707 00 05

052

155,2

999

155,2

0709 90 70

052

175,4

204

183,5

624

56,7

999

138,5

0805 10 20

052

43,3

204

45,7

212

54,1

220

38,5

421

38,1

448

34,7

624

71,7

999

46,6

0805 20 10

204

65,1

999

65,1

0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90

052

59,3

204

86,3

400

78,6

464

138,7

624

68,0

662

27,9

999

76,5

0805 50 10

052

70,5

999

70,5

0808 10 80

400

82,6

404

83,9

720

64,7

999

77,1

0808 20 50

388

79,5

400

88,1

528

87,7

720

36,8

999

73,0


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 144/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

σχετικά με την 75η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2799/1999

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δυνάμει του άρθρου 26 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2799/1999 της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, όσον αφορά τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου για τη χορήγηση ενίσχυσης στο αποκορυφωμένο γάλα και στο αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που προορίζονται για τη διατροφή των ζώων και την πώληση του εν λόγω αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (2), οι οργανισμοί παρέμβασης έχουν θέσει σε διαρκή δημοπρασία ορισμένες ποσότητες αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη τις οποίες κατέχουν.

(2)

Κατά τους όρους του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2799/1999 λαμβανομένων υπόψη των προσφορών που έχουν γίνει δεκτές για κάθε ειδική δημοπρασία, καθορίζεται μία ελάχιστη τιμή πώλησης ή αποφασίζεται να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία.

(3)

Η εξέταση των ληφθεισών προσφορών οδηγεί στο να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την 75η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2799/1999 και της οποίας η προθεσμία για την υποβολή των προσφορών έληξε στις 25 Ιανουαρίου 2005, δεν δίδεται συνέχεια στη δημοπρασία.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 340 της 31.12.1999, σ. 3· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2250/2004 (ΕΕ L 381 της 28.12.2004, σ. 25).


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/4


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 145/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ανθρακικού βαρίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 7,

Μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   ΕΝΑΡΞΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(1)

Στις 30 Απριλίου 2004, η Επιτροπή, με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2) («ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας»), ανήγγειλε την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα ανθρακικού βαρίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ» ή «ενδιαφερόμενη χώρα»).

(2)

Η διαδικασία κινήθηκε κατόπιν καταγγελίας που υποβλήθηκε τον Μάρτιο του 2003 από την Solvay Barium Strontium GmbH («ο καταγγέλλων») ο μόνος παραγωγός ανθρακικού βαρίου στην Κοινότητα που αντιπροσωπεύει ποσοστό 100 % της κοινοτικής παραγωγής. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ όσον αφορά το εν λόγω προϊόν και τη σημαντική ζημία που προέκυψε από την πρακτική αυτή, τα οποία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

2.   ΜΕΡΗ ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(3)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα την καταγγέλλουσα, τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους προμηθευτές και τους χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και τους αντιπροσώπους της ΛΔΚ για την έναρξη της διαδικασίας. Στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη δόθηκε η δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας.

(4)

Ο καταγγέλλων-παραγωγός, οι παραγωγοί-εξαγωγείς, οι εισαγωγείς, οι χρήστες και οι ενώσεις χρηστών κοινοποίησαν τις απόψεις τους. Δεκτά σε ακρόαση έγιναν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

(5)

Η Επιτροπή, για να δώσει τη δυνατότητα στους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ να υποβάλουν αίτημα για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς ή ατομικής μεταχείρισης, εφόσον το επιθυμούσαν, απέστειλε σχετικά έντυπα στις κινεζικές εταιρείες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται. Πέντε επιχειρήσεις ζήτησαν να τους αναγνωριστεί καθεστώς οικονομίας της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού ή ατομικής μεταχείρισης, σε περίπτωση που προκύψει από την έρευνα ότι δεν ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς.

(6)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, η Επιτροπή ανάφερε ότι λόγω του φαινομένου μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων και εισαγωγέων ενδεχομένως να εφαρμοστεί δειγματοληπτική μέθοδος στην παρούσα έρευνα. Ωστόσο, λαμβανομένου υπόψη του μικρότερου, απ' ό,τι είχε προβλεφθεί, αριθμού των παραγωγών-εξαγωγέων της ΛΔΚ, εισαγωγέων και χρηστών της Κοινότητας που εκδήλωσαν την επιθυμία τους να συνεργαστούν, αποφασίστηκε ότι δεν ήταν απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί δειγματοληπτική μέθοδος.

(7)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και σε όλες τις άλλες εταιρείες που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας. Απαντήσεις στα ερωτηματολόγια απέστειλε ο καταγγέλλων παραγωγός της Κοινότητας, τρεις μη-συνδεδεμένοι εισαγωγείς, ένας προμηθευτής πρώτης ύλης, οκτώ χρήστες, μια ένωση χρηστών και πέντε παραγωγοί-εξαγωγείς στη ΛΔΚ.

(8)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσωρινό προσδιορισμό της πρακτικής ντάμπινγκ, της ζημίας που προέκυψε και του συμφέροντος της Κοινότητας. Πραγματοποιήθηκαν, επίσης, επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α)

Κοινοτικός παραγωγός

Solvay Barium Strontium GmbH, Germany

β)

Παραγωγοί-εξαγωγείς της ΛΔΚ

Hubei Jingshan Chutian Barium Salt Corp. Ltd.

Zaozhuang Yongli Chemical Co.

Guizhou Hongkaj Chemical Co. Ltd and related Hengyang Hong Xiang Co. Ltd

Guizhou Red Star Developing Co.

Hebei Xinji Chemical Group Co. Ltd

γ)

Μη-συνδεδεμένοι εισαγωγείς

Kimpe Sarl, France

Norkem BV, Netherlands

δ)

Κοινοτικοί χρήστες

Ilpea Spa, Italy

(9)

Επειδή ήταν αναγκαίο να καθοριστεί η κανονική αξία όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ στους οποίους ενδέχετο να μην χορηγηθεί το καθεστώς οικονομίας της αγοράς, πραγματοποιήθηκε επιτόπια επαλήθευση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας με βάση στοιχεία ανάλογης χώρας στις εγκαταστάσεις της ακόλουθης εταιρείας:

Chemical Products Corporation (CPC), Cartersville, παραγωγός στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

3.   ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

(10)

Η έρευνα σχετικά με την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2003 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2003 (εφεξής «ΠΕ»). Η ανάλυση των τάσεων που απαιτήθηκε για την αξιολόγηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2000 έως το τέλος της ΕΠ (εξεταζόμενη περίοδος).

Β.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

(11)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι ανθρακικό βάριο με περιεκτικότητα σε στρόντιο μεγαλύτερη από 0,07 %, κατά βάρος, και περιεκτικότητα σε θείο μεγαλύτερη από 0,0015 %, κατά βάρος, είτε σε σκόνη ή σε πιεσμένη κοκκώδη ή πυρωμένη μορφή, καταγωγής ΛΔΚ, που υπάγεται στον κωδικό ex 2836 60 00.

2.   ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

(12)

Δεν διαπιστώθηκαν διαφορές μεταξύ του εξεταζόμενου προϊόντος και του ανθρακικού βαρίου που παρήχθη και πωλήθηκε αφενός στην εγχώρια αγορά της ΛΔΚ και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ), που χρησιμοποιήθηκαν ως ανάλογη χώρα για τον καθορισμό της κανονικής αξίας για τις εισαγωγές από τη ΛΔΚ. Πράγματι, το ανθρακικό βάριο που παρήχθη και πωλήθηκε στις ΗΠΑ έχει τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και προορίζεται για τις ίδιες χρήσεις με το προϊόν που εξάγεται από την ΛΔΚ στην Κοινότητα. Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν διαπιστώθηκαν διαφορές μεταξύ του εξεταζόμενου προϊόντος και του ανθρακικού βαρίου που παράγεται από τον καταγγέλλοντα κοινοτικό κλάδο παραγωγής και πωλείται στην κοινοτική αγορά. Και τα δύο έχουν τα ίδια φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και τις ίδιες χρήσεις. Κατά συνέπεια, το ανθρακικό βάριο που παρήχθη και πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά της ΛΔΚ και το ανθρακικό βάριο που παρήχθη και πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά ανάλογης χώρας, καθώς και το ανθρακικό βάριο που παρήχθη και πωλήθηκε στην Κοινότητα από τον κοινοτικό κλάδο παρουσιάζουν τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και προορίζονται για τις ίδιες χρήσεις. Επομένως, όλα τα είδη ανθρακικού βαρίου αποτελούν ενιαία ομάδα προϊόντων και θεωρούνται προϊόντα ομοειδή κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΧΩΡΑΣ ΜΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

(13)

Στις έρευνες αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ, η κανονική αξία καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 6 του βασικού κανονισμού για τους παραγωγούς που όπως διαπιστώθηκε πληρούσαν τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(14)

Εν συντομία και αναφορικά, τα εν λόγω κριτήρια, την εκπλήρωση των οποίων πρέπει να αποδείξουν οι αιτούσες εταιρείες, συνοψίζονται στα ακόλουθα:

οι επιχειρηματικές αποφάσεις και το κόστος καθορίζονται σύμφωνα με τις παρεχόμενες από την αγορά ενδείξεις και χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση,

τα λογιστικά αρχεία ελέγχονται από εξωτερικό ελεγκτή σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα και εφαρμόζονται για όλες τις περιπτώσεις,

δεν παρατηρούνται σημαντικές στρεβλώσεις οφειλόμενες στη μετάβαση από παλαιότερο καθεστώς ελεγχόμενης οικονομίας,

η ασφάλεια δικαίου και η σταθερότητα διασφαλίζονται μέσω νομοθεσίας περί πτωχεύσεως και ιδιοκτησιακού καθεστώτος,

οι συναλλαγματικές ισοτιμίες γίνονται με τιμές αγοράς.

(15)

Πέντε παραγωγοί-εξαγωγείς της ΛΔΚ ζήτησαν να τους χορηγηθεί το καθεστώς οικονομίας της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού και απάντησαν στο ειδικό έντυπο αίτησης για τους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(16)

Το αίτημα δύο εταιρειών απερρίφθη μετά από πρώτη εξέταση του εντύπου της αίτησης βάσει της οποίας δεν αποδεικνυόταν ότι πληρούνται όλα τα κριτήρια. Ειδικότερα, οι εταιρείες εκείνες οι οποίες ανήκαν εν όλω ή κατά πλειοψηφία στο κράτος και είχαν συμβούλιο διευθυντών που αποτελούνταν εν όλω ή κατά πλειοψηφία από διευθυντές διορισμένους από το κράτος, δεν μπορούσαν να αποδείξουν την απουσία σημαντικής κρατικής παρέμβασης στις επιχειρηματικές τους αποφάσεις. Όσον αφορά τις υπόλοιπες τρεις εταιρείες, η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε στις εγκαταστάσεις τους όλα τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στις αιτήσεις για τη χορήγηση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς και θεωρήθηκαν απαραίτητα.

(17)

Σύμφωνα με την έρευνα, δύο εταιρείες πληρούσαν όλα τα απαιτούμενα κριτήρια και συνεπώς τους χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς. Οι παραγωγοί-εξαγωγείς της ΛΔΚ που έτυχαν του καθεστώτος οικονομίας της αγοράς είναι οι ακόλουθοι:

Hubei Jingshan Chutian Barium Salt Corp. Ltd,

Zaozhuang Yongli Chemical Co.

(18)

Στον παρακάτω πίνακα συνοψίζεται ο καθορισμός για τις τρεις εταιρείες στις οποίες δεν αναγνωρίστηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς έναντι έκαστο από τα πέντε κριτήρια όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

Εταιρεία

Κριτήρια

Άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ)

πρώτη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ)

δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ)

τρίτη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ)

τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ)

πέμπτη περίπτωση

1

Δεν πληρούται

 

 

 

 

2

Δεν πληρούται

Δεν πληρούται

Δεν πληρούται

Πληρούται

Πληρούται

3

Δεν πληρούται

 

 

 

 

Πηγή: Εξακριβωμένες απαντήσεις σε ερωτηματολόγιο, των συνεργαζόμενων κινέζων εξαγωγέων.

(19)

Στις ενδιαφερόμενες εταιρείες δόθηκε η δυνατότητα να σχολιάσουν τα προαναφερθέντα συμπεράσματα.

(20)

Όσον αφορά την εταιρεία 2, οι μέτοχοι της συνδεδεμένης εταιρείας της δεν ήταν δυνατόν να εντοπιστούν και δεν ήταν δυνατόν να διαπιστωθεί ποιος, τελικά, ελέγχει την εν λόγω εταιρεία. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο σημαντικής κρατικής παρέμβασης. Μολονότι η εταιρεία το αρνήθηκε, δεν παρείχε πληροφορίες ή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ελέγχεται κυρίως από ιδιώτες και ότι είναι απαλλαγμένη από σημαντική κρατική παρέμβαση. Κατά συνέπεια, συνήχθη το συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) πρώτη περίπτωση του βασικού κανονισμού.

(21)

Για την ίδια εταιρεία, η έρευνα αποκάλυψε σημαντικές ελλείψεις στους λογαριασμούς στους οποίους έγινε έλεγχος. Έτσι, οι ελεγκτές της εταιρείας εξέφρασαν επιφυλάξεις όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τα λογιστικά στοιχεία που αφορούσαν τις πωλήσεις, την αποτίμηση των στοιχείων ενεργητικού και την απόσβεση. Ωστόσο, δεν έγιναν διορθώσεις για να αποκατασταθούν οι ελλείψεις που εντοπίστηκαν από τους ελεγκτές και δεν δόθηκαν εξηγήσεις από την εταιρεία σχετικά με το γιατί δεν είχαν ληφθεί υπόψη έως τότε οι επιφυλάξεις που είχαν εκφραστεί από τους ελεγκτές. Λόγω των ελλείψεων αυτών, δεν ήταν δυνατόν, με βάση τα στοιχεία αυτά, να γίνει αξιόπιστος υπολογισμός του ντάμπινγκ. Μολονότι η εταιρεία εξέφρασε αντιρρήσεις σχετικά με τα συμπεράσματα αυτά, δεν παρείχε επαρκείς εξηγήσεις που να επιβεβαιώνουν την αξιοπιστία των λογαριασμών της, παρά τις προαναφερόμενες ελλείψεις. Λόγω των προαναφερομένων στοιχείων που θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία των λογαριασμών και λόγω του ότι τα προβλήματα που εντοπίστηκαν από τους ελεγκτές δεν αποκαταστάθηκαν, συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν πληρούται το κριτήριο που προβλέπεται βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) δεύτερη περίπτωση του βασικού κανονισμού.

(22)

Τέλος, όσον αφορά την απόκτηση των στοιχείων ενεργητικού της εταιρείας 2, αυτή δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει υπό ποιες συνθήκες κάποια από τα στοιχεία ενεργητικού της μεταφέρθηκαν από την προϋπάρχουσα εταιρεία της οποίας η κυριότητα ήταν συλλογική. Συνεπώς η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) τρίτη περίπτωση του βασικού κανονισμού. Η εταιρεία 2 διαφώνησε με αυτό το συμπέρασμα αλλά δεν παρείχε πληροφορίες ή στοιχεία όσον αφορά τη μεταφορά στοιχείων ενεργητικού που θα αποδείκνυαν ότι δεν υπάρχουν σημαντικές στρεβλώσεις που προέρχονται από το προηγούμενο καθεστώς που δεν ακολουθούσε την οικονομία της αγοράς. Συνεπώς, η αίτηση της εταιρείας 2 δεν ευσταθούσε και απορρίφθηκε.

(23)

Πραγματοποιήθηκαν διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή και όλα τα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν αναλόγως. Δόθηκε στον κοινοτικό κλάδο η ευκαιρία να διατυπώσει σχόλια και δεν εξέφρασε αντίρρηση όσον αφορά τον καθορισμό του καθεστώτος οικονομίας της αγοράς.

2.   ΑΤΟΜΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ (ΑΜ)

(24)

Συμπληρωματικά, όσον αφορά το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, ένας δασμός που επιβάλλεται σε όλη τη χώρα, επιβάλλεται, κατά περίπτωση, σε όλες τις χώρες που υπάγονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες όπου εταιρείες είναι σε θέση να αποδείξουν, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού, ότι: α) είναι ελεύθερες να επαναπατρίζουν στη χώρα κεφάλαια και κέρδη· β) ότι οι τιμές εξαγωγής, οι εξαγόμενες ποσότητες και οι όροι πώλησης αποφασίζονται ελεύθερα· γ) ότι οι μετατροπές της συναλλαγματικής ισοτιμίας γίνονται με τις τιμές της αγοράς. Οι κρατικοί υπάλληλοι που μετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο ή που κατέχουν βασικές διευθυντικές θέσεις αποτελούν σαφώς μειονότητα ή ότι η εταιρεία είναι επαρκώς ανεξάρτητη από κρατική παρέμβαση· δ) οι μετατροπές του συναλλάγματος πραγματοποιούνται σε τιμές της αγοράς και ε) η κρατική παρέμβαση δεν πρέπει να είναι τέτοια ώστε να επιτρέπει την καταστρατήγηση των μέτρων, σε περίπτωση που καθοριστούν διαφορετικοί δασμολογικοί συντελεστές για τους εξαγωγείς.

(25)

Οι τρεις παραγωγοί-εξαγωγείς στους οποίους δεν χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς ζήτησαν επίσης ατομική μεταχείριση. Συνεπώς, η Επιτροπή εξέτασε εάν οι εν λόγω τρεις παραγωγοί-εξαγωγείς αποδεικνύουν ότι συμμορφώνονται με τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(26)

Δύο εταιρείες (η εταιρεία 1 και η εταιρεία 3) διαπιστώθηκε ότι ανήκαν εν όλω ή κατά κύριο λόγο στο κράτος και διέθεταν διοικητικό συμβούλιο που αποτελούνταν σε μεγάλο βαθμό ή ολοκληρωτικά από διευθυντές διορισμένους από το κράτος. Οι εν λόγω εταιρείες δεν μπορούσαν να αποδείξουν ότι ήταν επαρκώς ανεξάρτητες από οιαδήποτε κρατική παρέμβαση και συνεπώς δεν πληρούσαν τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(27)

Μολονότι η εταιρεία του τρίτου παραγωγού-εξαγωγέα (εταιρεία 2) ήταν εν μέρει ιδιωτική, δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ποιος ασκούσε τον έλεγχο σε αυτή και συνεπώς δεν αποκλείσθηκε εντελώς το ενδεχόμενο σημαντικής κρατικής παρέμβασης. Κατά συνέπεια, η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι πληρούσε το κριτήριο του άρθρου 9 παράγραφος 5 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(28)

Επίσης, διαπιστώθηκε για τις τρεις εταιρείες, ότι υπάρχει κίνδυνος καταστρατήγησης των μέτρων σε περίπτωση που χορηγηθεί στους εν λόγω εξαγωγείς ατομικός δασμός. Ο κίνδυνος αυτός προκύπτει εν μέρει από την προαναφερόμενη κρατική επιρροή στη λειτουργία δύο εκ των εταιρειών καθώς και από το γεγονός ότι ούτε ο άλλος εξαγωγέας δεν ήταν σε θέση να αποδείξει την απουσία σημαντικής κρατικής επιρροής. Επιπλέον, λαμβανομένου υπόψη του χαρακτήρα βασικού αγαθού του εξεταζόμενου προϊόντος, που δεν επιτρέπει την αναδρομή έως έναν συγκεκριμένο παραγωγό, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος καταστρατήγησης των μέτρων με την πραγματοποίηση εξαγωγών μέσω εταιρείας υποκείμενης σε χαμηλότερο δασμό. Συνεπώς οι εταιρείες δεν πληρούν το άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο ε) του βασικού κανονισμού.

(29)

Κατά συνέπεια, ουδείς εκ των τριών παραγωγών-εξαγωγέων δεν πληροί όλες τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού. Επομένως, συνήχθη το συμπέρασμα ότι δεν πρέπει να χορηγηθεί ατομική μεταχείριση σε κανέναν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους δεν χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς.

3.   ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΞΙΑ

3.1.   Καθορισμός της κανονικής αξίας για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους δεν χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς

α)   Ανάλογη χώρα

(30)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία για τους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους δεν χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς πρέπει να καθοριστεί με βάση τις τιμές ή την κατασκευασμένη αξία της τρίτης χώρας με οικονομία αγοράς («ανάλογη χώρα»).

(31)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ, η Επιτροπή πρότεινε τις ΗΠΑ ως κατάλληλη τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς για τον καθορισμό της κανονικής αξίας στη ΛΔΚ. Τα ενδιαφερόμενα μέρη κλήθηκαν να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την επιλογή αυτή.

(32)

Τρεις παραγωγοί-εξαγωγείς εξέφρασαν αντιρρήσεις σχετικά με την επιλογή αυτή ισχυριζόμενοι ότι το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης, η διαδικασία παραγωγής και η πρόσβαση στις πρώτες ύλες είναι διαφορετικές στις ΗΠΑ και στη ΛΔΚ. Επίσης, ισχυρίστηκαν ότι το επίπεδο ανταγωνισμού στις ΗΠΑ είναι χαμηλό δεδομένου ότι υπήρχε μόνον ένας παραγωγός ανθρακικού βαρίου και ότι η εγχώρια αγορά προστατεύεται από δασμούς αντιντάμπινγκ. Η Νότια Κορέα, η Ρωσία και η Ινδία προτάθηκαν ως εναλλακτικές ανάλογες χώρες.

(33)

Η Επιτροπή επεδίωξε συνεργασία με άλλες εν δυνάμει ανάλογες χώρες όπως η Ινδία, η Ιαπωνία και η Βραζιλία. Ωστόσο, κανένας από τους παραγωγούς στις χώρες αυτές δεν δέχτηκε να συνεργαστεί.

(34)

Τελικά η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Νότια Κορέα δεν συνιστά σε καμιά περίπτωση κατάλληλη ανάλογη χώρα διότι δεν διαθέτει εγχώρια πηγή βαρίτη, που είναι η πιο σημαντική πρώτη ύλη, παρά μόνον μια ασήμαντη παραγωγή ανθρακικού βαρίου. Επίσης, η Επιτροπή απέρριψε τη Ρωσία ως κατάλληλη ανάλογη χώρα διότι το ανθρακικό βάριο που παράγεται στη Ρωσία είναι πολύ πιο χαμηλής ποιότητας και συνεπώς δεν συγκρίνεται με το προϊόν που παράγει η ΛΔΚ και η Κοινότητα. Η έρευνα αποκάλυψε επίσης ότι η εγχώρια αγορά της Βραζιλίας ήταν μικρή και ότι το επίπεδο προστασίας ήταν υψηλότερο σε σχέση με αυτό των ΗΠΑ. Συνεπώς η Βραζιλία δεν κρίθηκε ως κατάλληλη ανάλογη χώρα. Επίσης, δεν υπήρχαν διαθέσιμες ενδείξεις ότι κάποια από τις εναλλακτικά προτεινόμενες ως ανάλογες χώρες ήταν πιο κατάλληλη από τις ΗΠΑ.

(35)

Όσον αφορά τις ΗΠΑ, διαπιστώθηκε ότι ο όγκος παραγωγής ήταν σημαντικός και αντιπροσωπευτικός όσον αφορά τις κινεζικές εξαγωγές ανθρακικού βαρίου.

(36)

Όσον αφορά το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης και των διαφόρων διαδικασιών παραγωγής, κρίθηκε ότι μπορεί, πράγματι, να υπάρχουν κάποιες διαφορές. Οι ΗΠΑ αποτελούν μια υψηλού επιπέδου βιομηχανική οικονομία και ο παραγωγός στις ΗΠΑ εφήρμοσε πιο προχωρημένη και αποτελεσματική μέθοδο παραγωγής σε σχέση με αυτήν της ΛΔΚ. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι, ακόμη και εάν οι διαφορές αυτές επηρεάζουν την κανονική αξία, κανονικά, θα οδηγήσουν σε χαμηλότερη κανονική αξία στις ΗΠΑ και έτσι θα ωφελήσουν τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Επίσης, υπενθυμίζεται ότι, εφόσον παρουσιαστεί ανάγκη, μπορεί να γίνουν προσαρμογές. Ούτως ει άλλως, μολονότι δεν μπορούν να αποκλεισθούν οι κατά τόπους παραλλαγές στη διαδικασία παραγωγής, δεν έχει ωστόσο αποδειχθεί ότι σε κάποια συγκεκριμένη χώρα εκτός των ΗΠΑ η διαδικασία παραγωγής είναι παρόμοια με εκείνη που εφαρμόζεται στην ΛΔΚ.

(37)

Όσον αφορά τον ανταγωνισμό στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ, ο παραγωγός των ΗΠΑ είναι εκτεθειμένος στον ανταγωνισμό από εισαγωγές από τη ΛΔΚ, τη Γερμανία και το Μεξικό. Οι εισαγωγές από τις χώρες αυτές αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο 30 % της αγοράς, ποσοστό που θεωρείται σημαντικό. Συνεπώς συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο ανταγωνισμός στις ΗΠΑ είναι θεμιτός.

(38)

Όσον αφορά την πρόσβαση στις πρώτες ύλες, διαπιστώθηκε ότι τόσο οι ΗΠΑ, όσο και η ΛΔΚ, αποτελούν τους μεγαλύτερους παραγωγούς βαρίτη και διαθέτουν σημαντικά αποθέματα βαρίτη. Συνεπώς συνήχθη το συμπέρασμα ότι όσον αφορά τη διαθεσιμότητα, η πρόσβαση στις πρώτες ύλες είναι συγκρίσιμη με εκείνη των ΗΠΑ και της ΛΔΚ.

(39)

Λαμβανομένων υπόψη τα ανωτέρω, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι ΗΠΑ αποτελούν κατάλληλη ανάλογη χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού.

β)   Καθορισμός της κανονικής αξίας στην ανάλογη χώρα

(40)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία για τους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους δεν χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς καθορίστηκε βάσει εξακριβωμένων πληροφοριών που διαβίβασε ο παραγωγός στην ανάλογη χώρα όσον αφορά το εγχώριο κόστος και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην αγορά των ΗΠΑ για συγκρίσιμους τύπους προϊόντων.

(41)

Η κανονική αξία καθορίστηκε χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία που περιγράφεται παρακάτω στις αιτιολογικές σκέψεις 43 έως 47 και 53 έως 59. Οι εγχώριες αγορές στις ΗΠΑ ήταν αντιπροσωπευτικές, μολονότι ορισμένοι τύποι προϊόντος δεν πωλήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, ήτοι πωλήθηκαν με ζημία. Για τους εν λόγω τύπους προϊόντων, η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 και το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, συν ένα εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα (ΠΓΔ) καθώς και εύλογο περιθώριο κέρδους στο κόστος παραγωγής. Εφόσον οι εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν αντιπροσωπευτικές, τα ΠΓΔ θεωρήθηκαν αξιόπιστα και χρησιμοποιήθηκαν. Όσον αφορά το περιθώριο κέρδους, το περιθώριο κέρδους της εταιρείας που προέκυψε από εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος δεν ήταν δυνατόν να ληφθεί υπόψη καθώς οι πωλήσεις αυτές ήταν εξ ολοκλήρου επιζήμιες. Εφόσον κανένας άλλος παραγωγός στις ΗΠΑ δεν συνεργάστηκε, η Επιτροπή χρησιμοποίησε το περιθώριο κέρδους που ισχύει για την παραγωγή και τις πωλήσεις της ίδιας γενικής κατηγορίας προϊόντων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού.

(42)

Για όλους τους υπόλοιπους τύπους προϊόντων, η κανονική τιμή καθορίστηκε ως η μέση σταθμισμένη τιμή των εγχώριων πωλήσεων σε μη συνδεδεμένους πελάτες από τον συνεργαζόμενο παραγωγό στις ΗΠΑ, προσαρμοσμένη όπως περιγράφεται παρακάτω.

3.2.   Προσδιορισμός της κανονικής αξίας για τους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους δεν χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς

(43)

Όσον αφορά τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η Επιτροπή προσδιόρισε καταρχήν, για κάθε συνεργαζόμενο παραγωγόεξαγωγέα, κατά πόσον οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του ανθρακικού βαρίου ήταν αντιπροσωπευτικές σε σύγκριση με τις συνολικές εξαγωγικές πωλήσεις του στην Κοινότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι εγχώριες πωλήσεις θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές στις περιπτώσεις που ο συνολικός όγκος των πωλήσεων αυτών αντιπροσώπευε τουλάχιστον το 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγικών πωλήσεων του παραγωγού στην Κοινότητα. Στη βάση αυτή, οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του εν λόγω προϊόντος κατά τη διάρκεια της ΠΕ έγιναν και για τους δύο παραγωγούςεξαγωγείς σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες.

(44)

Στη συνέχεια, η Επιτροπή προσδιόρισε εκείνους τους τύπους του εν λόγω προϊόντος που πωλούνται στην εγχώρια αγορά που ήταν πανομοιότυποι ή άμεσα συγκρίσιμοι με τους τύπους που πωλήθηκαν προς εξαγωγή στην Κοινότητα.

(45)

Για κάθε τύπο προϊόντος που πωλήθηκε από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στις εγχώριες αγορές τους και που αποδείχθηκε ότι ήταν άμεσα συγκρίσιμος με τον τύπο του ανθρακικού βαρίου που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα, καθορίστηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Οι εγχώριες πωλήσεις ενός ειδικού τύπου ανθρακικού βαρίου θεωρήθηκαν αρκετά αντιπροσωπευτικές όταν, κατά την περίοδο έρευνας, ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων του εν λόγω τύπου αντιπροσώπευε 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων του συγκρίσιμου τύπου ανθρακικού βαρίου που εξήχθη στην Κοινότητα. Ως αποτέλεσμα αυτής της ανάλυσης όλοι οι τύποι προϊόντων εκτός από έναν, πωλήθηκαν σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες.

(46)

Στη συνέχεια η Επιτροπή εξέτασε εάν οι εγχώριες πωλήσεις ενός τύπου ανθρακικού βαρίου, που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες ήταν δυνατόν να θεωρηθούν ως πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, καθορίζοντας την αναλογία επικερδών πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες του εν λόγω ανθρακικού βαρίου.

(47)

Οι συναλλαγές των εγχώριων πωλήσεων θεωρήθηκαν επικερδείς στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η τιμή μονάδας ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος ήταν ίση ή υψηλότερη από το κόστος παραγωγής. Συνεπώς καθορίστηκε το κόστος παραγωγής για κάθε τύπο προϊόντος που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά κατά τη διάρκεια της ΠΕ.

(48)

Ένας παραγωγός-εξαγωγέας ζήτησε μια προσαρμογή για έξοδα εκκίνησης με βάση το σκεπτικό ότι η παραγωγή σε κανονικό συντελεστή χρησιμοποίησης της ικανότητας ξεκινούσε μόνον ύστερα από την έναρξη της ΕΠ. Η εταιρεία ξεκίνησε την παραγωγή ανθρακικού βαρίου λίγο πριν από την έναρξη της ΕΠ. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι αφότου αγόρασε τις γραμμές παραγωγής της επένδυσε σημαντικά ποσά σε επιδιορθώσεις πριν να ξεκινήσει η δοκιμαστική και τέλος η κανονική παραγωγή. Ισχυρίστηκε επίσης ότι η μέση φάση εκκίνησης και για τις δύο γραμμές παραγωγής ήταν 11 μήνες και ότι η κανονική παραγωγή θα είχε ξεκινήσει οκτώ μήνες ύστερα από την έναρξη της ΕΠ.

(49)

Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα, διαπιστώθηκε ότι η μηνιαίοι όγκοι παραγωγής και πωλήσεων ήταν στο ίδιο επίπεδο κατά τη διάρκεια όλης της ΠΕ και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερέβησαν τους μηνιαίους όγκους που παρήχθησαν και πουλήθηκαν κατά την περίοδο στην οποία υποτίθεται ότι επιτεύχθηκε κανονικός συντελεστής χρησιμοποίησης της ικανότητας. Ο μεγάλος όγκος πωλήσεων κατά τη διάρκεια όλης της ΠΕ δεν δείχνει ότι πρόκειται για πωλήσεις που προέρχονται μόνον από δοκιμαστική παραγωγή. Συνεπώς συνήχθη το συμπέρασμα ότι η εταιρεία παρήγαγε σε κανονικό συντελεστή χρησιμοποίησης της ικανότητας καθόλη τη διάρκεια της ΠΕ. Επίσης, η εταιρεία δεν έδειξε ότι κατά τη διάρκεια της υποτιθέμενης περιόδου εκκίνησης το κόστος παραγωγής ανά μονάδα ήταν υψηλότερο από ό,τι κατά την περίοδο κατά την οποία υποτίθεται ότι επιτεύχθηκε κανονικός συντελεστής χρησιμοποίησης της ικανότητας. Ούτως ει άλλως ακόμη και εάν το κόστος ήταν υψηλότερο, αυτό δεν θα ήταν συνέπεια χαμηλότερων όγκων παραγωγής, όπως φαίνεται από τα προαναφερόμενα. Επομένως συμπεραίνεται ότι ο ισχυρισμός σχετικά με μια προσαρμογή όσον αφορά το κόστος εκκίνησης είναι αντιφατικός και δεν επιβεβαιώνεται από οιοδήποτε στοιχείο και κατά συνέπεια απορρίπτεται.

(50)

Ο ίδιος παραγωγός ισχυρίστηκε ότι η μέθοδος απόσβεσης που χρησιμοποιήθηκε από την εταιρεία για «επενδύσεις σε πάγια περιουσιακά στοιχεία» δεν αντικατοπτρίζει ευλόγως τις δαπάνες που συνδέονται με την παραγωγή και την πώληση του εν λόγω προϊόντος. Οι επενδύσεις που έγιναν ανταποκρίνονταν στα αρχικά έξοδα επιδιόρθωσης των γραμμών παραγωγής ύστερα από την απόκτησή τους και αντιστοιχούσαν σε ένα οικονομικό έτος, δεδομένου ότι η εταιρεία έκρινε ότι το ωφέλιμο διάστημα ζωής των επιδιορθωμένων στοιχείων ενεργητικού θα ήταν λιγότερο από ένα έτος. Η εταιρεία ανέμενε ότι θα έκανε περαιτέρω επενδύσεις κατόπιν της περιόδου αυτής. Δεδομένου, ωστόσο, ότι δεν χρειάστηκαν περαιτέρω επιδιορθώσεις στις γραμμές παραγωγής, η πραγματική διάρκεια ζωής των επενδύσεων ήταν μεγαλύτερη από όσο αναμενόταν αρχικά. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι κατά συνέπεια η περίοδος απόσβεσης έπρεπε να προσαρμοστεί σύμφωνα με την οικονομική πραγματικότητα και το κόστος όπως καταχωρίστηκε στα λογιστικά βιβλία, προσαρμοσμένη ανάλογα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(51)

Όσον αφορά τον προαναφερόμενο ισχυρισμό, κρίνεται ότι δεν είναι ασυνήθιστο να γίνονται δαπάνες υψηλότερες του κανονικού επιπέδου κατά το πρώτο έτος απόκτησης ήδη χρησιμοποιημένου εξοπλισμού και η καταχώριση αυτών των υψηλότερων δαπανών στο πρώτο έτος συνιστά συνήθη πρακτική της λογιστικής. Επομένως, η μεθοδολογία που επελέγη από την εταιρεία ήταν εύλογη, αλλά αντιστοιχούσε στην συνήθη πρακτική. Το γεγονός ότι δεν προέκυψε περαιτέρω κόστος κατόπιν δεν δικαιολογεί το να εγκαταλειφθεί η συνήθης λογιστική πρακτική. Συνεπώς, το αίτημα της εταιρείας να προσαρμόσει το κόστος από την άποψη αυτή δεν έγινε δεκτό και απορρίφθηκε.

(52)

Ο άλλος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι η αξία ενός παράγωγου προϊόντος (του θείου) πρέπει να αφαιρεθεί από το κόστος της παραγωγής του εν λόγω προϊόντος. Το θείο παράγεται από ένα αέριο (H2S) το οποίο απελευθερώνεται αυτόματα κατά την παραγωγή ανθρακικού βαρίου. Ωστόσο, η εταιρεία δεν διέθετε τα τεχνικά μέσα για να μετρήσει την ποσότητα του αερίου που απαιτείται για την παραγωγή θείου και συνεπώς δεν ήταν σε θέση να «ποσοτικοποιήσει» το αίτημά της. Επίσης, στο λογιστικό σύστημα της εταιρείας, το θείο και το υπό εξέταση προϊόν αντιμετωπίστηκαν ως δύο ξεχωριστά προϊόντα και το κόστος της παραγωγής ανθρακικού βαρίου καθορίστηκε δίχως να ληφθεί υπόψη η αξία του θείου. Με βάση τα προαναφερόμενα, το αίτημα απερρίφθη προσωρινά.

(53)

Όπως αναφέρθηκε στη αιτιολογική σκέψη (45), καθορίστηκε η αναλογία επικερδών πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες στην εγχώρια αγορά του εν λόγω τύπου προϊόντος. Σε περιπτώσεις όπου ο όγκος πωλήσεων του τύπου ανθρακικού βαρίου, που πωλήθηκε στην καθαρή τιμή πώλησης ίση ή ανώτερη του υπολογισθέντος κόστους παραγωγής, αντιπροσώπευε πάνω από το 80 % του συνολικού όγκου πωλήσεων αυτού του τύπου, και όταν η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν ίση ή ανώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, υπολογιζόμενη ως σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών όλων των εγχώριων πωλήσεων αυτού του τύπου που πραγματοποιήθηκαν κατά την ΠΕ, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω πωλήσεις ήσαν ή όχι επικερδείς. Όταν ο όγκος επικερδών πωλήσεων του τύπου ανθρακικού βαρίου αντιπροσώπευε ποσοστό 80 % ή μικρότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων αυτού του τύπου, ή όταν η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν κατώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, υπολογιζόμενη ως σταθμισμένος μέσος όρος των επικερδών πωλήσεων μόνο αυτού του τύπου, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πωλήσεις αντιπροσώπευαν ποσοστό 10 % ή μεγαλύτερο των συνολικών πωλήσεων αυτού του τύπου.

(54)

Στις περιπτώσεις που ο όγκος των επικερδών πωλήσεων οιουδήποτε τύπου προϊόντος αντιπροσώπευε ποσοστό κατώτερο του 10 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων του εν λόγω τύπου, θεωρήθηκε ότι ο συγκεκριμένος αυτός τύπος πωλήθηκε σε ανεπαρκείς ποσότητες και ότι η εγχώρια τιμή δεν μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

(55)

Με βάση τις προαναφερόμενες αναλύσεις, διαπιστώθηκε ότι όλοι οι τύποι προϊόντων, εκτός από έναν, πωλήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις όσον αφορά την τιμή.

(56)

Όσον αφορά όλους τους τύπους προϊόντος που είτε δεν πωλήθηκαν σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες είτε δεν πωλήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις όσον αφορά την τιμή, οι εγχώριες τιμές του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα δεν ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό κανονικής αξίας και έπρεπε να χρησιμοποιηθεί άλλη μέθοδος.

(57)

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή χρησιμοποίησε κατασκευασμένη κανονική αξία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 6 του βασικού κανονισμού.

(58)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία κατασκευάστηκε με βάση το κόστος παραγωγής έκαστου παραγωγού-εξαγωγέα στο οποίο προστέθηκε εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος.

(59)

Εφόσον τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος που προέκυψαν από καθέναν από τους εν λόγω εξαγωγείς-παραγωγούς στην εγχώρια αγορά αποτέλεσαν αξιόπιστα στοιχεία κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα του παραγωγού-εξαγωγέα και το κέρδος χρησιμοποιήθηκαν σε όλες τις περιπτώσεις για την κατασκευή κανονικής τιμής.

4.   ΤΙΜΕΣ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

(60)

Για όλους τους συνεργαζόμενους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν σε ατομική βάση. Όλες οι εξαγωγικές πωλήσεις των παραγωγών-εξαγωγέων στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα και η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, με βάση τις καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές.

5.   ΣΥΓΚΡΙΣΗ

(61)

Πραγματοποιήθηκε η συνήθης σύγκριση της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής στο ίδιο στάδιο εμπορίου εκ του εργοστασίου. Για να εξασφαλισθεί δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τόσο τις τιμές όσο και τη συγκρισιμότητα των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Έγιναν οι κατάλληλες προσαρμογές σε όλες τις περιπτώσεις που θεωρήθηκαν εύλογες, επαληθεύσιμες και υποστηριζόμενες από επαληθευμένα στοιχεία.

(62)

Βάσει αυτών, χορηγήθηκαν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές όσον αφορά το κόστος συσκευασίας, το κόστος πιστώσεων, εκπτώσεων και μειώσεων, προμήθειας, εσωτερικού ναύλου, ασφάλισης, διεκπεραίωσης και τα έξοδα μετά την πώληση και το στάδιο εμπορίας. Όσον αφορά τα τραπεζικά έξοδα χορηγήθηκε προσαρμογή σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο ια) του βασικού κανονισμού.

(63)

Όσον αφορά το στάδιο εμπορίας, διαπιστώθηκε ότι η πλειονότητα των εγχώριων πωλήσεων στις ΗΠΑ έγινε σε τελικούς χρήστες, ενώ οι εξαγωγικές πωλήσεις του εν λόγω προϊόντος από την ΛΔΚ έγιναν αποκλειστικά σε διανομείς. Η προσαρμογή υπολογίστηκε με βάση τη μέση διαφορά τιμής των πωλήσεων σε τελικούς καταναλωτές και των πωλήσεων σε διανομείς στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο δ) του βασικού κανονισμού.

(64)

Διαπιστώθηκε επίσης ότι στη ΛΔΚ μεγάλες ποσότητες της βασικής πρώτης ύλης βαρίτη παράγονταν δίχως προηγούμενη διαδικασία εξόρυξης ενώ στις ΗΠΑ ο βαρίτης προέρχεται είτε από υπαίθρια είτε από υπόγεια εξόρυξη. Επίσης, η πρώτη ύλη στην Κίνα μεταφέρεται σε κοντινά εργοστάσια, κάτι που δεν απαιτεί μεταφορικό κόστος, ενώ στις ΗΠΑ το κόστος μεταφοράς βαρίτη από τα ορυχεία στα εργοστάσια είναι σημαντικό.

(65)

Συνεπώς κρίθηκε ότι απαιτούνται οι κατάλληλες προσαρμογές στην κανονική τιμή στις ΗΠΑ ώστε οι συνθήκες παραγωγής ανθρακικού βαρίου στις ΗΠΑ να φθάσουν σε επίπεδο συγκρίσιμο με εκείνο της ΛΔΚ. Συνεπώς, η κανονική τιμή προσαρμόστηκε λαμβάνοντας υπόψη τις σημαντικές διαφορές στις συνθήκες παραγωγής, ήτοι, τις διαφορές στο κόστος για την παραγωγή και τη μεταφορά της κύριας πρώτης ύλης βαρίτη.

(66)

Τέλος, διαπιστώθηκε ότι στις ΗΠΑ προκύπτουν σημαντικές περιβαλλοντικές δαπάνες ενώ στη ΛΔΚ οι δαπάνες αυτές δεν υφίστανται. Κατά συνέπεια, η κανονική τιμή προσαρμόστηκε ανάλογα.

6.   ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

6.1.   Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς στους οποίους αναγνωρίστηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς

(67)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο ντάμπινγκ για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα καθορίστηκε βάσει σύγκρισης της σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας με τη σταθμισμένη μέση τιμή εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος, που καθορίζονται σύμφωνα με τα ανωτέρω.

(68)

Τα προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ για τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς, εκφρασμένο ως ποσοστό της καθαρής τιμής «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», πριν από το δασμό, είναι:

Hubei Jingshan Chutian Barium Salt Corp. Ltd

11,2 %

Zaozhuang Yongli Chemical

24,4 %.

6.2.   Για όλους τους άλλους παραγωγούς-εξαγωγείς

(69)

Η Επιτροπή, για να υπολογίσει το περιθώριο ντάμπινγκ που εφαρμόζεται σε εθνική κλίμακα σε όλους τους άλλους εξαγωγείς της ΛΔΚ, καθόρισε πρώτα το επίπεδο συνεργασίας. Έγινε σύγκριση μεταξύ των συνολικών εισαγωγών του εξεταζόμενου προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ, οι οποίες καθορίστηκαν με βάση τα στοιχεία της Eurostat και τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο που παραλήφθηκαν από τους εξαγωγείς της χώρας αυτής στους οποίους αναγνωρίστηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς. Βάσει αυτών, διαπιστώθηκε ότι το επίπεδο συνεργασίας προσέγγιζε το 100 %.

(70)

Το περιθώριο ντάμπινγκ για τους υπόλοιπους συνεργαζόμενους εξαγωγείς στους οποίους δεν χορηγήθηκε καθεστώς οικονομίας της αγοράς υπολογίστηκε συνεπώς συγκρίνοντας τη σταθμισμένη μέση κανονική τιμή που καθορίστηκε για την ανάλογη χώρα και τη μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής που αναφέρθηκε από τους συνεργαζόμενους εξαγωγείς με αποτέλεσμα ένα μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ για τους υπόλοιπους συνεργαζόμενους εξαγωγείς.

(71)

Στη βάση αυτή, το επίπεδο ντάμπινγκ σε εθνική κλίμακα καθορίστηκε προσωρινά στο 34,0 % της τιμής CIF ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας.

Δ.   ΖΗΜΙΑ

1.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(72)

Ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός της Κοινότητας αντιπροσώπευε ποσοστό 100 % της κοινοτικής παραγωγής ανθρακικού βαρίου κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Συνεπώς, θεωρήθηκε ότι αποτελούν τον «κοινοτικό κλάδο παραγωγής», κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(73)

Δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αποτελείται από έναν μόνο παραγωγό, όλα τα αριθμητικά στοιχεία που τον αφορούν έπρεπε να παρουσιαστούν υπό μορφή δεικτών για λόγος εμπιστευτικότητας.

2.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

(74)

Η κοινοτική κατανάλωση καθορίστηκε με βάση τον όγκο των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας, στον οποίο προστέθηκαν οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ και άλλες τρίτες χώρες, με βάση τα στοιχεία της Eurostat. Η κοινοτική κατανάλωση ανθρακικού βαρίου μειώθηκε κατά 10 % μεταξύ των ετών 2000 και 2002 εξαιτίας της γενικότερης δυσχερούς οικονομικής κατάστασης. Στη συνέχεια, η κοινοτική κατανάλωση ανέκαμψε στο επίπεδο του 2000, ενώ οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ αυξήθηκαν.

 

2000

2001

2002

ΠΕ

Κατανάλωση στην Κοινότητα (σε τόνους)

137 742

130 243

124 568

136 722

3.   ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΧΩΡΑ

α)   Όγκος και μερίδιο αγοράς

(75)

Ο όγκος των εισαγωγών ανθρακικού βαρίου από τη ΛΔΚ στην Κοινότητα αυξήθηκε από 54 167 τόνους το 2000 σε 63 742 τόνους κατά την ΠΕ, δηλαδή, κατά 18 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Σημειώνεται ότι οι εισαγωγές μειώθηκαν σε 48 900 τόνους το 2002, προτού αυξηθούν ταχέως κατά την ΠΕ.

(76)

Το αντίστοιχο μερίδιο της αγοράς ανερχόταν σε 40 % περίπου το 2000 και αυξήθηκε κατά 19 % κατά την υπό εξέταση περίοδο, κυρίως εξαιτίας της σημαντικής αύξησης των εισαγωγών από τη ΛΔΚ, το 2003.

β)   Τιμές

(77)

Ο μέσος όρος των τιμών των εισαγωγών από τη ΛΔΚ παρουσίασε σταθερή μείωση από 253 ευρώ/τόνο το 2000 σε 186 ευρώ/τόνο κατά τη διάρκεια της ΠΕ.

γ)   Τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών

(78)

Για να εξεταστεί κατά πόσον πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ των μέσων σταθμισμένων τιμών πώλησης κάθε τύπου προϊόντος από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην κοινοτική αγορά, προσαρμοσμένων στις τιμές «εκ του εργοστασίου», και των αντίστοιχων σταθμισμένων μέσων τιμών εξαγωγής των οικείων εισαγωγών, που καθορίστηκαν σε επίπεδο CIF, καταλλήλως προσαρμοσμένων για να ληφθούν υπόψη οι δασμοί και τα έξοδα μετά την εισαγωγή. Η εν λόγω σύγκριση πραγματοποιήθηκε μετά την αφαίρεση των εκπτώσεων και των επιστροφών.

(79)

Αντίθετα με τις εισαγωγές από τη ΛΔΚ, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εγγυάται σταθερό επίπεδο παραγωγής, προσαρμοσμένης στις προδιαγραφές των πελατών, με πάντα την ίδια ακριβώς αναλογία ξένων προσμείξεων, και παρέχει υπηρεσίες στους πελάτες, μεταξύ άλλων, εργαστηριακές αναλύσεις. Στη σύγκριση των τιμών ελήφθη υπόψη η αγοραία αξία αυτών των υπηρεσιών, με την πραγματοποίηση προσαρμογής 25 % στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, με βάση τα στοιχεία που χορήγησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

(80)

Πολλοί εισαγωγείς και χρήστες προέβαλαν το επιχείρημα ότι ο κοινοτικός κλάδος εφαρμόζει υψηλότερες τιμές εξαιτίας του υψηλότερου βαθμού δραστικότητας του προϊόντος του. Το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε δεδομένου ότι οι εξαγωγείς της ΛΔΚ είναι σε θέση να προμηθεύουν ισοδύναμα προϊόντα για κάθε βαθμό που παράγεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ως αποτέλεσμα των τεχνικών εξελίξεων των τελευταίων ετών. Επιπλέον, ο βαθμός ανθρακικού βαρίου με τη μεγαλύτερη δραστικότητα αντιπροσωπεύει ποσοστό κατώτερο του 5 % των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Επομένως, θεωρήθηκε ότι δεν ήταν αναγκαία η προσαρμογή για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές στον βαθμό δραστικότητας.

(81)

Από τη σύγκριση αυτή προέκυψε ότι, κατά την ΠΕ, το υπό εξέταση προϊόν καταγωγής ΛΔΚ πωλήθηκε στην Κοινότητα σε τιμές χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε ποσοστό που κυμαίνεται από 28 % έως 31 % των τιμών του κοινοτικού κλάδου.

4.   ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(82)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους σχετικούς οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(83)

Εξετάστηκε κατά πόσον ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξακολουθούσε να ανακάμπτει από τις επιπτώσεις των προγενέστερων πρακτικών ντάμπινγκ και επιδοτήσεων, αλλά η έρευνα δεν έφερε στο φως ένα τέτοιο στοιχείο.

α)   Παραγωγή

(84)

Η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 13 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Παρέμεινε σταθερή μεταξύ των ετών 2000 και 2001 και μειώθηκε στη συνέχεια.

β)   Παραγωγικό δυναμικό και χρησιμοποίηση του δυναμικού

(85)

Η χρησιμοποίηση του δυναμικού μειώθηκε κατά 14 % κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Το γεγονός αυτό δεν εξηγείται από μια μικρή αύξηση 2 % της συνολικής παραγωγικής ικανότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μεταξύ των ετών 2001 και 2002 κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

γ)   Τιμές πώλησης και μερίδιο αγοράς

(86)

Ο όγκος πωλήσεων σε μη συνδεδεμένα μέρη στην Κοινότητα μειώθηκε κατά 17 % από το 2000 έως την ΠΕ (οι πωλήσεις προς συνδεδεμένους πελάτες αντιπροσώπευαν ποσοστό κατώτερο του 1 % του συνολικού όγκου πωλήσεων), με αποτέλεσμα τη μείωση του μεριδίου της αγοράς από ποσοστό μεταξύ 55 % και 60 % σε ποσοστό μεταξύ 45 % και 50 %. Δεδομένου ότι η μέση τιμή ανά τόνο μειώθηκε κατά 7 %, ο κύκλος εργασιών μειώθηκε κατά 23 %.

δ)   Αποθέματα

(87)

Τα αποθέματα τελικών προϊόντων σχεδόν τριπλασιάστηκαν μεταξύ των ετών 2000 και 2001. Μειώθηκαν σημαντικά κατά τη διάρκεια των δύο επόμενων ετών και ανήλθαν σχεδόν στο διπλάσιο του 2000 κατά την ΠΕ.

ε)   Απασχόληση, παραγωγικότητα και μισθοί

(88)

Το επίπεδο απασχόλησης στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής μειώθηκε κατά 10 % κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Οι μισθοί αυξήθηκαν σταδιακά κατά 10 % κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου. Εάν υπολογιστούν με βάση τους τόνους παραγωγής κατά απασχολούμενο, οι μισθοί αυξήθηκαν κατ’ αρχάς κατά 3 % μεταξύ των ετών 2000 και 2002 και, στη συνέχεια, μειώθηκαν κατά 6 % περίπου.

στ)   Μεγέθυνση

(89)

Ενώ η κοινοτική κατανάλωση παρέμεινε βασικά σταθερή από το 2000 έως την ΠΕ, ο όγκος πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 17 %. Αφετέρου, ο όγκος των εν λόγω εισαγωγών αυξήθηκε κατά 18 %. Η τάση αυτή ήταν ακόμη πιο αισθητή μεταξύ του 2002 και της ΠΕ, δεδομένου ότι η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 10 % περίπου, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου μειώθηκε κατά ποσοστό ανώτερο του 10 % και οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ αυξήθηκαν κατά ποσοστό ανώτερο του 30 %. Κατά συνέπεια, οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν παρά την αυξανόμενη ζήτηση κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ του 2002 και της ΠΕ. Ως εκ τούτου, το μερίδιο της αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε σχεδόν κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες, κυρίως εξαιτίας των εισαγωγών από τη ΛΔΚ. Αντίθετα, το μερίδιο αγοράς της Κίνας αυξήθηκε πάνω από 7 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2002 και της ΠΕ.

ζ)   Επενδύσεις

(90)

Μεταξύ των ετών 2000 και 2001, οι επενδύσεις υπερδιπλασιάστηκαν. Το 2002, παρέμειναν σταθερές προτού, το 2003, επανέλθουν στο επίπεδο του 2000. Οι επενδύσεις πραγματοποιήθηκαν, ως επί το πλείστον, στον τομέα της προστασίας και της διατήρησης του περιβάλλοντος.

η)   Αποδοτικότητα, απόδοση των επενδύσεων, ταμειακές ροές και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(91)

Οι πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής δεν ήταν αποδοτικές καθ’ όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Ενώ ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής βρισκόταν περίπου στο νεκρό σημείο το 2000, η κατάσταση επιδεινώθηκε και οι πωλήσεις ήταν εξαιρετικά μη αποδοτικές κατά τη διάρκεια της ΠΕ (πάνω από -10 %).

(92)

Η απόδοση των επενδύσεων, εκφρασμένη ως αναλογία κερδών/ζημιών σε σχέση με την καθαρή λογιστική αξία των στοιχείων του ενεργητικού, ήταν επίσης αρνητική κατά τη διάρκεια ολοκλήρου της υπό εξέταση περιόδου και επιδεινώθηκε με την πάροδο των ετών. Κατά την ΠΕ, η απόδοση των επενδύσεων κυμαινόταν από -25 % έως -20 %.

(93)

Οι ταμειακές ροές που προέκυψαν από τα προϊόντα που παρήχθησαν και πωλήθηκαν στην Κοινότητα μειώθηκαν απότομα μεταξύ του 2000 και της ΠΕ. Ενώ ήταν ελαφρώς θετικές το 2000, έγιναν αρνητικές το 2001 και μειώθηκαν κατά τη διάρκεια των δύο επομένων ετών, φθάνοντας το ποσό των – 1 000 000 ευρώ κατά τη διάρκεια της ΠΕ.

(94)

Δεδομένου ότι το επίπεδο των επενδύσεων ήταν εξαιρετικά χαμηλό, δεν αποδείχτηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπιζε δυσκολίες όσον αφορά την ικανότητα άντλησης κεφαλαίων είτε υπό μορφή τραπεζικών δανείων, είτε υπό μορφή μετοχικού κεφαλαίου της μητρικής εταιρείας.

θ)   Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ

(95)

Λαμβανομένου υπόψη του όγκου και των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την εν λόγω χώρα, ο αντίκτυπος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος.

5.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΖΗΜΙΑ

(96)

Από την εξέταση των προαναφερόμενων παραγόντων, προκύπτει ότι η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκε σημαντικά μεταξύ του 2000 και της ΠΕ. Ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε κατά 17 % κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, με αποτέλεσμα σημαντική απώλεια μεριδίου αγοράς. Οι μέσες τιμές μειώθηκαν και, ως εκ τούτου, ο κύκλος εργασιών σημείωσε ακόμη μεγαλύτερη πτώση. Ο όγκος παραγωγής και η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας ακολούθησαν την ίδια τάση. Εξαιτίας των αρνητικών αυτών εξελίξεων, η αποδοτικότητα, η απόδοση των επενδύσεων και οι ταμειακές ροές επιδεινώθηκαν αισθητά κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

(97)

Διαπιστώνεται, επομένως, ότι η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε προσωρινά συνάγεται το συμπέρασμα ότι αυτός υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφοι 1 και 5 του βασικού κανονισμού.

Ε.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

(98)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε αν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ ανθρακικού βαρίου καταγωγής της ενδιαφερόμενης χώρας προκάλεσαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ζημία σε βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 7, άλλοι γνωστοί παράγοντες πλην των εισαγωγών με ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν προξενήσει, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, εξετάστηκαν παρομοίως, ούτως ώστε η προκαλούμενη από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες ζημία, να μην αποδοθεί στις εισαγωγές με ντάμπινγκ.

2.   ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ ΜΕ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(99)

Κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, οι εισαγωγές με ντάμπινγκ από την ενδιαφερόμενη χώρα αυξήθηκαν σημαντικά από την άποψη του όγκου (από 54 167 τόνους σε 63 742 τόνους) καθώς και του μεριδίου της αγοράς (πάνω από 7 ποσοστιαίες μονάδες). Η σημαντικότερη αύξηση του όγκου των εισαγωγών πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της ΠΕ (αύξηση κατά 30,4 % σε σύγκριση με το 2002), ενώ οι τιμές των εισαγωγών μειώθηκαν καθ' όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

(100)

Η εξέλιξη αυτή συνέπεσε με μείωση των πωλήσεων με αποτέλεσμα να σημειωθεί απώλεια του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σχεδόν κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες, καθώς και πτώση των μέσων τιμών πώλησης. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υποχρεώθηκε να μειώσει τις τιμές πώλησης δεδομένου ότι, κατά τη διάρκεια της ΠΕ, ήταν σημαντικά υψηλότερες από τις τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ. Εξαιτίας των χαμηλών τιμών πώλησης, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να καλύψει το κόστος παραγωγής και, κατά συνέπεια, δεν ήταν αποδοτικός.

3.   ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΛΛΩΝ ΠΑΡΑΓΟΝΤΩΝ

α)   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(101)

Κατά την υπό εξέταση περίοδο, ο όγκος των εισαγωγών ανθρακικού βαρίου από τρίτες χώρες αυξήθηκε από 6 500 τόνους σε 8 700 τόνους, αντιπροσωπεύοντας μερίδιο αγοράς κάτω του 10 % κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Οι κυριότερες άλλες τρίτες χώρες που εξήγαγαν ανθρακικό βάριο στην Κοινότητα ήταν η Βραζιλία και η Ρωσία.

(102)

Κατά τη διάρκεια της ΠΕ, η μέση τιμή των εισαγωγών από τη Ρωσία ανήλθε σε 278 ευρώ/τόνο. Αυτό σημαίνει ότι τα ρωσικά προϊόντα ήταν σημαντικά ακριβότερα σε σχέση με τις εισαγωγές από τη ΛΔΚ και μόνον ελαφρώς φθηνότερα από τα προϊόντα που πωλούσε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Κατά την άποψη των εισαγωγέων και των χρηστών, η ποιότητα του ανθρακικού βαρίου που εισάγεται από τη Ρωσία είναι χαμηλότερη από την ποιότητα τόσο του συγκεκριμένου προϊόντος που εισάγεται από τη ΛΔΚ, όσο και του ομοειδούς προϊόντος που πωλείται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Εξαιτίας του γεγονότος ότι το ανθρακικό βάριο που εισάγεται από τη Ρωσία είναι χαμηλότερης ποιότητας, αλλά ακριβότερο σε σχέση με το ανθρακικό βάριο που εισάγεται από τη ΛΔΚ, δεν είναι ανταγωνιστικό στην κοινοτική αγορά. Σε σύγκριση με το προϊόν το οποίο πωλείται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, η ποιότητα του ανθρακικού βαρίου από τη Ρωσία είναι σημαντικά χαμηλότερη και δεν αντισταθμίζεται από τη μικρή διαφορά τιμής. Δεδομένου ότι το ρωσικό προϊόν δεν είναι ανταγωνιστικό, το μερίδιό του στην αγορά μειώθηκε κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Επομένως, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από τη Ρωσία δεν διέσπασαν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της πρακτικής ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας που προκλήθηκε από τις κινεζικές εισαγωγές.

(103)

Κατά τη διάρκεια της ΠΕ, η μέση τιμή των εισαγωγών από τη Βραζιλία ήταν 186 ευρώ/τόνο. Κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τη Βραζιλία αυξήθηκε κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες. Λαμβανομένης υπόψη της μικρής αύξησης, κάτω από 5 %, τόσο των πωλήσεων όσο και του μεριδίου αγοράς, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές αυτές δεν διέσπασαν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της πρακτικής ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας που προκλήθηκε από τις κινεζικές εισαγωγές.

(104)

Εν όψει των παραπάνω δεδομένων, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεν διέσπασαν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της πρακτικής ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας που προκλήθηκε από τις κινεζικές εισαγωγές στο κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

β)   Εξέλιξη της ζήτησης

(105)

Όσον αφορά την εξέλιξη της ζήτησης, η φαινόμενη κατανάλωση ανθρακικού βαρίου μειώθηκε μεταξύ των ετών 2000 και 2002, αλλά ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ήταν σε θέση να διατηρήσει το μερίδιό του στην αγορά. Στη συνέχεια, μειώθηκαν οι πωλήσεις και το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, αν και αυξήθηκε σημαντικά η κατανάλωση κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Συγχρόνως, οι κινεζικές εισαγωγές ήταν σε θέση να κερδίσουν μερίδιο αγοράς, σημειώνοντας αύξηση μεγαλύτερη από 7 ποσοστιαίες μονάδες κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Επομένως, η σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορεί να αποδοθεί σε συμπίεση της ζήτησης στην κοινοτική αγορά.

γ)   Συναλλαγματικές διακυμάνσεις

(106)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η υποτίμηση του δολαρίου ΗΠΑ έναντι του ευρώ ευνόησε τις εισαγωγές ανθρακικού βαρίου στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η πλειονότητα των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα τιμολογήθηκαν όντως σε δολάρια ΗΠΑ. Το ευρώ ανατιμήθηκε έναντι του δολαρίου ΗΠΑ από τα μέσα του 2002 και σημαντικά κατά τη διάρκεια της ΠΕ, ευνοώντας συνεπώς τις εξαγωγές στη ζώνη ευρώ.

(107)

Ωστόσο, ακόμη και με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία που ίσχυε στις αρχές του 2002, οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ ήταν χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Επιπλέον, η ευνοϊκή αυτή κατάσταση όσον αφορά τη συναλλαγματική ισοτιμία θα είχε επίσης επιπτώσεις στις εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες, δεδομένου ότι οι εισαγωγές αυτές τιμολογούνται, ως επί το πλείστον, επίσης σε δολάρια ΗΠΑ. Το γεγονός ότι οι συναλλαγματικές διακυμάνσεις δεν επηρέασαν σημαντικά τις εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεικνύει ότι δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ο κύριος παράγοντας αιτιώδους συνάφειας για τη σημαντική αύξηση των εισαγωγών με ντάμπινγκ από την εν λόγω χώρα.

(108)

Συνεπώς, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι, αν και η ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου ΗΠΑ μπορεί να ευνόησε τις εισαγωγές ανθρακικού βαρίου στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, δεν ήταν ικανή για να διασπάσει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

δ)   Εισαγωγές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(109)

Προβλήθηκε το επιχείρημα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εισήγαγε ανθρακικό βάριο καταγωγής ΛΔΚ, συμβάλλοντας κατά τον τρόπο αυτό στην πρόκληση της ζημίας. Ωστόσο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν αγόρασε προϊόντα από τη ΛΔΚ μετά το 2001 και πραγματοποιούσε εισαγωγές πριν από αυτό το έτος μόνο σε αμελητέες ποσότητες (γύρω στο 1 % της δικής του παραγωγής). Συνεπώς, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος από τη ΛΔΚ, εάν υπάρχουν, δεν συνετέλεσαν σημαντικά στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

ε)   Άλλοι παράγοντες

(110)

Μερικοί χρήστες και εισαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η Κοινότητα υφίσταται ζημία εξαιτίας του ανταγωνισμού που προκαλείται από ένα υδατικό εναιώρημα ανθρακικού βαρίου, το οποίο εξουδετερώνει την τοξική σκόνη που παράγεται όταν χρησιμοποιείται το ανθρακικό βάριο σε μορφή σκόνης. Το υδατικό αυτό εναιώρημα παράγεται από τους εισαγωγείς στην Κοινότητα, με τη χρησιμοποίηση σκόνης, η οποία εισάγεται από τη ΛΔΚ και την προσθήκη ύδατος και ειδικών πρόσθετων ουσιών μετά την εισαγωγή.

(111)

Το αίτημα αυτό πρέπει να απορριφθεί γιατί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής διαθέτει την τεχνογνωσία για την παραγωγή του υδατικού εναιωρήματος, αλλά δεν την προωθεί γιατί θεωρεί ότι η μεταφορά ύδατος δεν είναι οικονομική. Συνεπώς, ανέπτυξε, σε συνεργασία με άλλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, έναν εξοπλισμό ειδικά για τη βιομηχανία πλινθοκεραμοποιίας, ο οποίος επιτρέπει στους χρήστες ανθρακικού βαρίου να αναμιγνύουν τη σκόνη με το νερό κατά την παραγωγή, εξαλείφοντας επιπλέον την παραγωγή τοξικής σκόνης. Κατά συνέπεια, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προσφέρει ένα ανταγωνιστικό προϊόν ως προς το υδατικό εναιώρημα Ωστόσο, λαμβανομένου υπόψη ότι το εν λόγω υδατικό εναιώρημα παράγεται με ανθρακικό βάριο το οποίο εισάγεται από την Κίνα σε τιμές ντάμπινγκ, θα ήταν δυνατόν να πωληθεί σε τιμές χαμηλότερες από τις τιμές της σκόνης που προμηθεύει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Συνεπώς, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως ένας άλλος παράγοντας ζημίας, δεδομένου ότι οι επιπτώσεις του υδατικού εναιωρήματος προκαλούνται από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ. Όντως, εάν το εν λόγω προϊόν δεν είχε εισαχθεί σε τιμές ντάμπινγκ, το προϊόν το οποίο προσφέρει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής το οποίο είναι ανταγωνιστικό με το υδατικό εναιώρημα, θα ήταν ικανό να ανταγωνιστεί σε ισότιμη βάση με το υδατικό εναιώρημα.

4.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

(112)

Η ανωτέρω ανάλυση κατέδειξε ότι υπήρξε ουσιαστική αύξηση του όγκου και του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών καταγωγής της εν λόγω χώρας, ιδίως κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ του 2002 και της ΠΕ, καθώς και σημαντική μείωση των τιμών πώλησης και υψηλό επίπεδο πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Η αύξηση αυτή του μεριδίου αγοράς των κινεζικών εισαγωγών σε χαμηλές τιμές συνέπεσε με μια σημαντική πτώση του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, που, σε συνδυασμό με την πτωτική πίεση επί των τιμών, είχε μεταξύ άλλων σαν αποτέλεσμα τεράστιες απώλειες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Από την άλλη πλευρά, η εξέταση των άλλων παραγόντων που θα μπορούσαν να είχαν προκαλέσει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής απεκάλυψε ότι κανένας από αυτούς δεν θα μπορούσε να έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις ή να διασπάσει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ και της σημαντικής ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

(113)

Με βάση την ανωτέρω ανάλυση κατά την οποία έγινε σαφής διαχωρισμός και διάκριση των επιπτώσεων όλων των γνωστών παραγόντων στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από τις ζημιογόνες επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

ΣΤ.   ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1.   ΠΡΟΚΑΤΑΡΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ

(114)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε εάν, παρά το συμπέρασμα περί υπάρξεως ζημιογόνου ντάμπινγκ, υπήρχαν σοβαροί λόγοι που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι η θέσπιση μέτρων στην προκειμένη περίπτωση δεν εξυπηρετεί το συμφέρον της Κοινότητας. Ο προσδιορισμός του συμφέροντος της Κοινότητας βασίστηκε σε εκτίμηση του συμφέροντος όλων των φορέων, δηλαδή, του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, των εισαγωγέων/εμπόρων και των χρηστών του υπό εξέταση προϊόντος.

2.   ΕΡΕΥΝΑ

(115)

Προκειμένου να γίνει αξιολόγηση των ενδεχόμενων επιπτώσεων της επιβολής ή της μη επιβολής μέτρων, η Επιτροπή ζήτησε ορισμένα στοιχεία από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, σε δέκα προμηθευτές πρώτων υλών, σε 18 εισαγωγείς και σε 38 χρήστες του υπό εξέταση προϊόντος. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, ένας προμηθευτής πρώτων υλών, πέντε εισαγωγείς, έξι χρήστες και μια ένωση χρηστών απάντησαν στα ερωτηματολόγια.

3.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(116)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής διαθέτει μια πλήρως αυτοματοποιημένη γραμμή παραγωγής, η οποία λειτουργεί με εξαιρετικά αποδοτικό τρόπο από την άποψη του κόστους, όσον αφορά το υλικό εκτός προδιαγραφών και τον αριθμό των απασχολουμένων ανά παραγόμενο τόνο. Προέβη επίσης σε επενδύσεις αντικατάστασης και εξακολούθησε να εξάγει.

(117)

Θεωρείται ότι η επιβολή μέτρων θα αποκαταστήσει το θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά. Εάν ληφθούν μέτρα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα είναι σε θέση να ανακτήσει τουλάχιστον μέρος του απολεσθέντος μεριδίου του στην αγορά με αποτέλεσμα θετικές επιπτώσεις στην αποδοτικότητά του.

(118)

Όπως προαναφέρθηκε, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σοβαρή ζημία που προκλήθηκε από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, καταγωγής της εν λόγω χώρας. Εάν δεν επιβληθούν μέτρα, είναι πιθανή μια περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα μια περαιτέρω απώλεια θέσεων απασχόλησης. Η συμπίεση των τιμών που προκαλείται από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ θα εξακολουθήσει να εξουδετερώνει όλες τις προσπάθειες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ειδικότερα, για την ανάκτηση ενός αποδοτικού επιπέδου. Η μη λήψη μέτρων θα έθετε σε κίνδυνο την μακροπρόθεσμη παρουσία του κλάδου παραγωγής και δεν μπορεί να αποκλειστεί η διακοπή λειτουργίας των εγκαταστάσεων παραγωγής του μοναδικού κοινοτικού παραγωγού ως αποτέλεσμα του ανταγωνισμού από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, σε περίπτωση που δεν επιβληθούν μέτρα.

4.   ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ

(119)

Μια απάντηση στα ερωτηματολόγια ελήφθη από προμηθευτή πρώτων υλών που προμήθευε θειικό βάριο φυσικό στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Είναι ο μοναδικός προμηθευτής της βασικής πρώτης ύλης για την παραγωγή ανθρακικού βαρίου στην Κοινότητα.

(120)

Εάν επιβληθούν μέτρα και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανακτήσει το απολεσθέν μερίδιο αγοράς, ο προμηθευτής πρώτων υλών θα είναι επίσης σε θέση να αυξήσει τις πωλήσεις του προϊόντος του. Δεδομένου ότι η συγκεκριμένη πρώτη ύλη αποτελεί ουσιαστικό τμήμα του κύκλου εργασιών της επιχείρησης, το γεγονός αυτό θα βελτιώσει την οικονομική κατάσταση του προμηθευτή πρώτων υλών.

(121)

Σε περίπτωση που δεν επιβληθούν μέτρα, οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής θα εξακολουθήσουν να μειώνονται, καθώς επίσης και η ζήτησή του για πρώτες ύλες. Αυτό θα επηρεάσει αρνητικά την αποδοτικότητα του προμηθευτή πρώτων υλών.

5.   ΕΙΣΑΓΩΓΕΙΣ

(122)

Ελήφθησαν πέντε απαντήσεις στα ερωτηματολόγια από εισαγωγείς, οι οποίοι ήταν όλοι αντίθετοι στην επιβολή μέτρων.

(123)

Ορισμένες ποσότητες του υπό εξέταση προϊόντος που εισάγονται σε μορφή σκόνης από τη ΛΔΚ μετατρέπονται στη συνέχεια σε υδατικό εναιώρημα, με την προσθήκη ύδατος και ειδικών πρόσθετων ουσιών. Λαμβανομένου υπόψη ότι το περιθώριο κέρδους των εισαγωγέων από τις πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος και του υδατικού εναιωρήματος είναι βάσει σταθμισμένου μέσου όρου 6,8 %, οι εισαγωγείς θα είναι σε θέση να αναλάβουν μέρος των πιθανών αυξήσεων των τιμών και να τις περάσουν εν μέρει στους πελάτες τους. Εν όψει των σχετικά χαμηλών δασμών που θα επιβληθούν στις επιχειρήσεις που λειτουργούν σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς και της ύπαρξης εναλλακτικών πηγών δίχως δασμούς, οι πιθανές αυξήσεις των τιμών θα είναι περιορισμένες.

(124)

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος και του υδατικού εναιωρήματος αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 15 % περίπου του συνολικού κύκλου εργασιών των εισαγωγέων, η οικονομική κατάσταση των εισαγωγέων θα θιγεί σε μεγάλο βαθμό από την επιβολή δασμού.

(125)

Βάσει των ανωτέρω, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι, κατά πάσα πιθανότητα, οι τυχόν επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τους εισαγωγείς.

6.   ΧΡΗΣΤΕΣ

(126)

Ελήφθησαν έξι ερωτηματολόγια από χρήστες και μία γραπτή παρατήρηση από μία ένωση χρηστών. Πραγματοποιήθηκε επιτόπια επαλήθευση στις εγκαταστάσεις της εταιρείας που αγόραζε τη μεγαλύτερη ποσότητα ανθρακικού βαρίου κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Οι έξι συνεργαζόμενοι χρήστες αντιπροσώπευαν το 9 % περίπου της συνολικής κοινοτικής κατανάλωσης ανθρακικού βαρίου κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Ο αριθμός του προσωπικού αυτών των εταιρειών που απασχολούταν άμεσα στα προϊόντα που χρησιμοποιούν ανθρακικό βάριο ανερχόταν σε 570 περίπου. Όλοι οι συνεργαζόμενοι χρήστες, με εξαίρεση έναν που πραγματοποιεί αγορές από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής έλαβαν θέση κατά της επιβολής δασμών αντιντάμπινγκ, φοβούμενοι μη χάσουν μια φθηνή πηγή εφοδιασμού, γεγονός που θα έπληττε την ανταγωνιστικότητά τους, στα επόμενα στάδια παραγωγής, έναντι ανταγωνιστών σε τρίτες χώρες.

(127)

Οι χρήστες ανθρακικού βαρίου συγκεντρώνονται κυρίως στην παραγωγή γυάλινων εξαρτημάτων τηλεοράσεων, στην πλινθοκεραμοποιία, στην κεραμοποιία και στην παραγωγή φερρίτη. Με βάση τις απαντήσεις στα ερωτηματολόγια και τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της ακρόασης, το ποσοστό του ανθρακικού βαρίου στο συνολικό κόστος παραγωγής των χρηστών καθορίστηκε σε ποσοστό κατώτερο του 8 % κατά μέσο όρο.

(128)

Οι δασμοί δεν θα οδηγήσουν σε σημαντική μείωση του ανταγωνισμού ή σε έλλειψη προμηθειών. Αντίθετα, μπορεί να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγές από την Κίνα θα εξακολουθήσουν να πραγματοποιούνται σε ανταγωνιστικές τιμές, δεδομένου ότι οι μεμονωμένοι δασμοί που προτείνονται για τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς είναι κατώτεροι του ποσοστού κατά το οποίο οι τιμές πώλησης διαπιστώθηκε ότι ήταν κατώτερες από τις κοινοτικές. Επιπλέον, υφίστανται εναλλακτικές πηγές προμηθειών από άλλες τρίτες χώρες που δεν υπόκεινται σε δασμούς. Με βάση τα ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι χρήστες θα εξακολουθήσουν να είναι σε θέση να αγοράζουν ανθρακικό βάριο σε ανταγωνιστικές τιμές και αναμένεται ότι οι επιπτώσεις των δασμών στην ανταγωνιστικότητα των χρηστών έναντι των ανταγωνιστών τους σε τρίτες χώρες θα είναι περιορισμένες.

(129)

Υποστηρίχθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει το σύνολο της ζήτησης ανθρακικού βαρίου στην Κοινότητα. Ως προς αυτό το σημείο, υπενθυμίζεται ότι τα μέτρα δεν αποσκοπούν στην παρεμπόδιση των εισαγωγών στην Κοινότητα, αλλά στην εξασφάλιση ότι δεν πραγματοποιούνται σε ζημιογόνες τιμές ντάμπινγκ. Οι εισαγωγές με διαφορετική καταγωγή θα εξακολουθήσουν να ικανοποιούν σημαντικό μέρος της κοινοτικής ζήτησης. Κατά συνέπεια, δεν αναμένεται έλλειψη προσφοράς.

(130)

Βάσει των ανωτέρω, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι, οι τυχόν επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα επηρεάσουν, πιθανώς, σημαντικά τους χρήστες.

7.   ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΤΡΕΒΛΩΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

(131)

Όσον αφορά τις επιπτώσεις των πιθανών μέτρων στις συνθήκες ανταγωνισμού στην Κοινότητα, οι εν λόγω συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς, δεδομένης της ισχυρής θέσης που κατέχουν στην αγορά, θα εξακολουθήσουν πιθανώς να πωλούν τα προϊόντα τους, αλλά σε τιμές μη υποκείμενες σε ντάμπινγκ. Πράγματι, οι σχετικά χαμηλοί δασμού για τους δύο κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που λειτουργούν σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς θα τους επιτρέψουν να λειτουργούν σε θεμιτές συνθήκες αγοράς στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, λαμβάνοντας υπόψη το εύρος των επιβληθέντων δασμών, είναι πιθανόν να υπάρχει ακόμη επαρκής αριθμός τω βασικών ανταγωνιστών στην κοινοτική αγορά, περιλαμβανομένων των παραγωγών στην εν λόγω χώρα, στη Βραζιλία, τη Ρωσία και την Ινδία. Ως εκ τούτου, οι χρήστες θα εξακολουθήσουν να έχουν ευχέρεια επιλογής μεταξύ διαφορετικών προμηθευτών ανθρακικού βαρίου. Εάν, από την άλλη πλευρά, δεν επιβάλλονταν μέτρα, θα διακυβευόταν το μέλλον του μοναδικού κοινοτικού παραγωγού. Η εξαφάνισή του θα περιόριζε σημαντικά τον ανταγωνισμό στην κοινοτική αγορά.

8.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

(132)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι δεν υφίστανται αποχρώντες λόγοι για τους οποίους δεν θα πρέπει να επιβληθούν δασμοί αντιντάμπινγκ.

Ζ.   ΠΡΟΤΑΣΗ ΛΗΨΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΞΑΛΕΙΨΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

(133)

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα σχετικά με την πρακτική ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Κοινότητας, θεωρείται ότι πρέπει να ληφθούν προσωρινά μέτρα αντιντάμπινγκ, προκειμένου να αποτραπεί η περαιτέρω ζημία εις βάρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξαιτίας των εισαγωγών με ντάμπινγκ.

(134)

Για τον προσδιορισμό του επιπέδου του δασμού, ελήφθη υπόψη το ύψος των διαπιστωθέντων περιθωρίων ντάμπινγκ και το ποσό του δασμού που είναι απαραίτητο για την εξάλειψη της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

(135)

Δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υφίστατο τις αρνητικές συνέπειες των εισαγωγών με ντάμπινγκ από το 1999, το κέρδος που θα ήταν δυνατόν να επιτευχθεί ελλείψει εισαγωγών με ντάμπινγκ υπολογίστηκε με βάση το σταθμισμένο μέσο περιθώριο κέρδους του ομοειδούς προϊόντος κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος, 1996-1998. Εν προκειμένω, διαπιστώθηκε ότι ένα περιθώριο κέρδους 7,2 % επί του κύκλου εργασιών θα μπορούσε να θεωρηθεί ως το ελάχιστο αναγκαίο ποσό για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής εφόσον δεν ασκούνται ζημιογόνες πρακτικές ντάμπινγκ. Εν συνεχεία, καθορίστηκε η αναγκαία αύξηση της τιμής βάσει σύγκρισης μεταξύ της σταθμισμένης μέσης τιμής εισαγωγής, η οποία χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό των χαμηλότερων από τις κοινοτικές τιμών, και της μη ζημιογόνου τιμής των προϊόντων που πωλεί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας. Η μη ζημιογόνος τιμή προέκυψε από την προσαρμογή των τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι πραγματικές απώλειες κατά την ΠΕ και από την προσθήκη του προαναφερόμενου περιθωρίου κέρδους. Η διαφορά που τυχόν προέκυψε από την εν λόγω σύγκριση εκφράστηκε στη συνέχεια ως ποσοστό της συνολικής αξίας εισαγωγής CIF.

(136)

Επειδή το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας ήταν υψηλότερο από το διαπιστωθέν περιθώριο ντάμπινγκ, τα προσωρινά μέτρα πρέπει να βασίζονται στο τελευταίο αυτό περιθώριο.

2.   ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ

(137)

Με βάση τα ανωτέρω, θεωρείται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθούν στις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ προσωρινοί δασμοί αντιντάμπινγκ ίσοι με το χαμηλότερο από τα διαπιστωθέντα περιθώρια ζημίας και ντάμπινγκ, σύμφωνα με τον κανόνα του χαμηλότερου δασμού. Σε αυτήν την περίπτωση, οι μεμονωμένοι δασμοί, καθώς και ο δασμός που επιβάλλεται σε επίπεδο χώρας θα πρέπει να καθοριστούν αντίστοιχα στο επίπεδο των περιθωρίων ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν.

(138)

Δεδομένου ότι το προϊόν είναι ανταλλάξιμο και οι διαφορές τιμής για τα διάφορα είδη του προϊόντος δεν είναι σημαντικές, κρίθηκε σκόπιμο να επιβληθεί ο δασμός υπό μορφή συγκεκριμένου ποσού ανά τόνο, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδοτικότητα των μέτρων αντιντάμπινγκ και να αποτραπεί η απορρόφησή τους μέσω μείωσης των τιμών εξαγωγής. Το ποσό αυτό προκύπτει από την εφαρμογή του περιθωρίου ντάμπινγκ στις τιμές εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του επιπέδου ντάμπινγκ κατά την ΠΕ.

(139)

Ο μεμονωμένος δασμός αντιντάμπινγκ των εταιρειών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκε με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, οι δασμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της εν λόγω έρευνας όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες. Οι δασμοί αυτοί (σε αντίθεση με τους δασμούς σε επίπεδο χώρας, που εφαρμόζονται σε όλες τις άλλες εταιρείες) ισχύουν επομένως αποκλειστικά για τις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής των εν λόγω χωρών, που παράγονται από τις εταιρείες, και συνεπώς από τα αναφερόμενα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία, η οποία δεν κατονομάζεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων που συνδέονται με τις εταιρείες που κατονομάζονται ρητώς, δεν μπορούν να τύχουν αυτών των συντελεστών και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(140)

Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή των εν λόγω δασμών αντιντάμπινγκ για μεμονωμένες εταιρείες (π.χ. μετά την αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται πάραυτα στην Επιτροπή (3) μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες και, ιδίως, οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις, όπως, για παράδειγμα, αλλαγή της επωνυμίας ή των εν λόγω επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Η Επιτροπή, εάν το κρίνει σκόπιμο, και ύστερα από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, τροποποιεί ανάλογα τον κανονισμό αναπροσαρμόζοντας τον κατάλογο των εταιρειών στις οποίες εφαρμόζεται μεμονωμένος δασμός,

(141)

Όπως εξηγείται ανωτέρω, το υπό εξέταση προϊόν είναι ανταλλάξιμο και χωρίς εμπορικό σήμα, οι αποκλίσεις των μεμονωμένων δασμών είναι σημαντικές και υπάρχουν ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς. Όλα αυτά τα στοιχεία είναι δυνατόν να διευκολύνουν τις προσπάθειες ανακατανομής των εξαγωγικών ροών μέσω των παραδοσιακών εξαγωγέων που απολαύουν των χαμηλότερων δασμών.

(142)

Κατά συνέπεια, εάν οι εξαγωγές που πραγματοποιούνται από μία από τις επιχειρήσεις που απολαύει χαμηλότερων μεμονωμένων δασμών αυξάνονται κατά ποσοστό ανώτερο του 30 % σε ποσότητα, τα συγκεκριμένα μεμονωμένα μέτρα θα ήταν δυνατόν ενδεχομένως να θεωρηθούν ως ανεπαρκή για να αντισταθμίσουν το διαπιστωθέν ζημιογόνο ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, και υπό την προϋπόθεση ότι τα ζητούμενα στοιχεία υφίστανται, μπορεί να αρχίσει η έρευνα με σκοπό την κατάλληλη διόρθωση των μέτρων ως προς τη μορφή ή το επίπεδό τους.

Η.   ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

(143)

Για λόγους ορθής διαχείρισης, πρέπει να καθοριστεί το χρονικό διάστημα εντός του οποίου τα ενδιαφερόμενα μέρη που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίστηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι τα συμπεράσματα τα σχετικά με την επιβολή δασμών, που συνάγονται για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, είναι προσωρινά και ενδεχομένως να χρειαστεί να αναθεωρηθούν ενόψει της επιβολής οριστικών μέτρων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ανθρακικού βαρίου με περιεκτικότητα σε στρόντιο μεγαλύτερη από 0,07 %, κατά βάρος, και περιεκτικότητα σε θείο μεγαλύτερη από 0,0015 %, κατά βάρος, είτε σε σκόνη ή σε πιεσμένη κοκκώδη ή πυρωμένη μορφή, που υπάγεται στον κωδικό ex 2836 60 00 (κωδικός Taric 2836600010), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

2.   Το ποσό του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ ισούται με σταθερό ποσό το οποίο καθορίζεται κατωτέρω για προϊόντα που παράγονται από τους ακόλουθους κατασκευαστές:

Χώρες

Κατασκευαστής

Δασμολογικός συντελεστής (ευρώ/τόνο)

Πρόσθετος κωδικός Taric

Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

Hubei Jingshan Chutian Barium Salt Corp. Ltd

62, Qinglong Road, Songhe Town, Jingshan County

Hubei Province, PRC

20,6

A606

Zaozhuang Yongli Chemical Co.

South Zhuzibukuang Qichun, Zaozhuang City Center District

Shangdong Province, PRC

45,7

A607

Όλες οι άλλες εταιρείες

60,8

A999

3.   Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα του προϊόντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υπόκειται στη σύσταση εγγύησης, η οποία ισοδυναμεί με το ποσό του προσωρινού δασμού.

4.   Σε περίπτωση ζημίας των εμπορευμάτων πριν από τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία και, επομένως, όταν η καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή υπολογίζεται κατ' αναλογία για τον προσδιορισμό της δασμολογητέας αξίας σύμφωνα με το άρθρο 145 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής (4), το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ, υπολογιζόμενο με βάση το προαναφερόμενο καθορισμένο ποσό, μειώνεται κατά ένα ποσοστό που αντιστοιχεί στην αναλογική κατανομή της πράγματι καταβληθείσας ή καταβλητέας τιμής.

5.   Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να ζητήσουν την κοινοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και των εκτιμήσεων, βάσει των οποίων θεσπίστηκε ο παρών κανονισμός, να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή εντός ενός μηνός από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Δυνάμει του άρθρου 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να κοινοποιήσουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εντός ενός μηνός από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού ισχύει για περίοδο έξι μηνών.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Peter MANDELSON

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ C 104 της 30.4.2004, σ. 58.

(3)  

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Γενική Διεύθυνση Εμπορίου

Διεύθυνση B

B-1049 Βρυξέλλες.

(4)  ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1.


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/24


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 146/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για καθορισμό του ποσοστού αποδοχής των συμφωνητικών που έχουν συναφθεί για προαιρετική απόσταξη επιτραπέζιου οίνου

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1623/2000 της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2000, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς, όσον αφορά τους μηχανισμούς της αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 63α, παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 63α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000, καθορίζει τις προϋποθέσεις εφαρμογής του καθεστώτος της απόσταξης των οίνων που αναφέρονται στο άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου (2). Πρόκειται για επιδοτούμενη και προαιρετική απόσταξη που αποσκοπεί στο να στηρίξει την αμπελοοινική αγορά και να ευνοήσει τη συνέχιση του εφοδιασμού του τομέα της πόσιμης αλκοόλης. Για το λόγο αυτό, συνάπτονται συμφωνητικά μεταξύ οινοπαραγωγών και οινοπνευματοποιών. Τα συμφωνητικά αυτά έχουν ανακοινωθεί από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή έως τις 15 Ιανουαρίου 2005.

(2)

Για την περίοδο εμπορίας 2004/2005, η απόσταξη είχε ανοίξει κατά την περίοδο από 1ης Οκτωβρίου έως 23 Δεκεμβρίου. Με βάση τις ποσότητες οίνου για τις οποίες είχαν ανακοινωθεί συμφωνητικά απόσταξης από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή πρέπει να διαπιστωθεί ότι έχει υπάρξει υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από τα διαθέσιμα κονδύλια του προϋπολογισμού και από τη δυνατότητα απορροφήσεως του τομέα της πόσιμης αλκοόλης. Πρέπει συνεπώς να καθοριστεί ενιαίο ποσοστό αποδοχής των ποσοτήτων που ανακοινώθηκαν για την απόσταξη.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 63α παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000, τα κράτη μέλη πρέπει να εγκρίνουν τα συμφωνητικά απόσταξης εντός περιόδου που αρχίζει στις 30 Ιανουαρίου. Πρέπει συνεπώς να προβλεφθεί η άμεση έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι ποσότητες του οίνου για τις οποίες συμφωνητικά έχουν συναφθεί και ανακοινώθηκαν στην Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 63α παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000 στην Επιτροπή έως τις 15 Ιανουαρίου 2005, γίνονται δεκτές μέχρι ποσοστό 84,30 %.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα για κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας


(1)  ΕΕ L 194 της 31.7.2000, σ. 45· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2004 (ΕΕ L 316 της 15.10.2004, σ. 61).

(2)  ΕΕ L 179 της 14.7.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1795/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 262 της 14.10.2003, σ. 13).


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/25


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 147/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για καθορισμό των μέγιστων ποσών ενίσχυσης της κρέμας γάλακτος, του βουτύρου και του συμπυκνωμένου βουτύρου για την 156η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, 17ης Μαΐου 1999, για κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με την πώληση σε μειωμένη τιμή βουτύρου και τη χορήγηση ενίσχυσης στην κρέμα γάλακτος, στο βούτυρο και στο συμπυκνωμένο βούτυρο, που προορίζονται για την παρασκευή προϊόντων ζαχαροπλαστικής, παγωτών και άλλων προϊόντων διατροφής (2), οι οργανισμοί προβαίνουν με δημοπρασία στην πώληση ορισμένων ποσοτήτων βουτύρου παρέμβασης που κατέχουν και στη χορήγηση ενίσχυσης στην κρέμα γάλακτος, στο βούτυρο και στο συμπυκνωμένο βούτυρο. Το άρθρο 18 του εν λόγω κανονισμού θεσπίζει ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις προσφορές που θα ληφθούν για την κάθε ειδική δημοπρασία, καθορίζεται μια ελάχιστη τιμή πώλησης του βουτύρου καθώς και ένα ανώτατο ποσό για την ενίσχυση που χορηγείται στην κρέμα γάλακτος, στο βούτυρο και στο συμπυκνωμένο βούτυρο που μπορούν να διαφοροποιούνται ανάλογα με τον προορισμό, την περιεκτικότητα σε βουτυρική λιπαρά ουσία και τον τρόπο χρησιμοποίησης, ή αποφασίζεται να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία. Πρέπει συνεπώς να καθοριστούν το ή τα ποσά των εγγυήσεων μεταποίησης.

(2)

Η επιτροπή διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την 156η ειδική δημοπρασία στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97, το ανώτατο ποσό των ενισχύσεων καθώς και τα ποσά των εγγυήσεων μεταποίησης καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 350 της 20.12.1997, σ. 3· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2250/2004 (ΕΕ L 381 της 28.12.2004, σ. 25).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για τον καθορισμό των μέγιστων ποσών ενίσχυσης της κρέμας γάλακτος, του βουτύρου και του συμπυκνωμένου βουτύρου για την 156η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97

(EUR/100 kg)

Υπόδειγμα

A

B

Τρόπος χρησιμοποίησης

Με ιχνοθέτες

Χωρίς ιχνοθέτες

Με ιχνοθέτες

Χωρίς ιχνοθέτες

Ανώτατο ποσό ενίσχυσης

Βούτυρο ≥ 82 %

56,5

53

57

53

Βούτυρο < 82 %

55,1

51,8

51

Συμπυκνωμένο βούτυρο

68

64,5

68

64,5

Κρέμα

 

 

26

22

Εγγύηση μεταποίησης

Βούτυρο

62

63

Συμπυκνωμένο βούτυρο

75

75

Κρέμα

29


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/27


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 148/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για καθορισμό των ελαχίστων τιμών πώλησης βουτύρου για την 156η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με την πώληση σε μειωμένη τιμή βουτύρου και τη χορήγηση ενίσχυσης στην κρέμα γάλακτος, στο βούτυρο και στο συμπυκνωμένο βούτυρο, που προορίζονται για την παρασκευή προϊόντων ζαχαροπλαστικής, παγωτών και άλλων προϊόντων διατροφής (2), οι οργανισμοί προβαίνουν σε δημοπρασία στην πώληση ορισμένων ποσοτήτων βουτύρου παρέμβασης που κατέχουν και στη χορήγηση ενίσχυσης στην κρέμα γάλακτος, στο βούτυρο και στο συμπυκνωμένο βούτυρο. Το άρθρο 18 του εν λόγω κανονισμού θεσπίζει ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις προσφορές που θα ληφθούν για την κάθε ειδική δημοπρασία, καθορίζεται μια ελάχιστη τιμή πώλησης του βουτύρου καθώς και ένα ανώτατο ποσό για την ενίσχυση που χορηγείται στην κρέμα γάλακτος, στο βούτυρο και στο συμπυκνωμένο βούτυρο που μπορούν να διαφοροποιούνται ανάλογα με τον προορισμό, την περιεκτικότητα σε βουτυρική λιπαρά ουσία και τον τρόπο χρησιμοποίησης, ή αποφασίζεται να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία. Πρέπει συνεπώς να καθοριστούν το ή τα ποσά των εγγυήσεων μεταποίησης.

(2)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την 156η ειδική δημοπρασία στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97, οι ελάχιστες τιμές πώλησης του βουτύρου παρέμβασης καθώς και τα ποσά των εγγυήσεων μεταποίησης καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 350 της 20.12.1997, σ. 3· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2250/2004 (ΕΕ L 381 της 28.12.2004, σ. 25).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 28ης Ιανουαρίου 2005, για καθορισμό των ελαχίστων τιμών πώλησης βουτύρου για την 156α ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2571/97

(EUR/100 kg)

Υπόδειγμα

A

B

Τρόπος χρησιμοποίησης

Με ιχνοθέτες

Χωρίς ιχνοθέτες

Με ιχνοθέτες

Χωρίς ιχνοθέτες

Ελάχιστη τιμή πώλησης

Βούτυρο ≥ 82 %

Ως έχει

207

210

212

Συμπυκνωμένο

Εγγύηση μεταπώλησης

Ως έχει

73

73

73

Συμπυκνωμένο


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/29


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 149/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για καθορισμό του ανωτάτου ποσού για την ενίσχυση στο συμπυκνωμένο βούτυρο για την 328η ειδική δημοπρασία που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 429/90

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 429/90 της Επιτροπής, της 20ής Φεβρουαρίου 1990, σχετικά με τη χορήγηση, βάσει δημοπρασίας, ενίσχυσης στο συμπυκνωμένο βούτυρο που προορίζεται για άμεση κατανάλωση στην Κοινότητα (2), οι οργανισμοί παρέμβασης προβαίνουν σε διαρκή δημοπρασία για τη χορήγηση ενίσχυσης στο συμπυκνωμένο βούτυρο. Στο άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού προβλέπεται ότι λαμβάνοντας υπόψη τις ληφθείσες προσφορές για την κάθε ειδική δημοπρασία καθορίζεται ανώτατο ποσό ενίσχυσης για το συμπυκνωμένο βούτυρο ελάχιστης περιεκτικότητας σε λιπαρές ουσίες 96 % ή αποφασίζεται να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία. Πρέπει συνεπώς να καθοριστεί το ποσό εγγύησης προορισμού.

(2)

Πρέπει να καθοριστεί, βάσει των προσφορών που έχουν υποβληθεί, το ανώτατο ποσό ενίσχυσης στο επίπεδο που αναφέρεται κατωτέρω και να καθοριστεί κατά συνέπεια το ποσό της εγγύησης προορισμού.

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την 328η ειδική δημοπρασία στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 429/90, το ανώτατο ποσό ενίσχυσης και η εγγύηση προορισμού καθορίζονται ως εξής:

ανώτατο ποσό ενίσχυσης:

67 EUR/100 kg,

εγγύηση προορισμού:

74 EUR/100 kg.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 45 της 21.2.1990, σ. 8· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2250/2004 (ΕΕ L 381 της 28.12.2004, σ. 25).


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/30


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 150/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για καθορισμό της ελάχιστης τιμής πώλησης βουτύρου για τον 12α επιμέρους διαγωνισμό στο πλαίσιο του διαρκούς διαγωνισμού που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2771/1999

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10 στοιχείο γ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 1999, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά του βουτύρου και της κρέμας γάλακτος (2), οι οργανισμοί παρέμβασης προβαίνουν σε πώληση με διαρκή διαγωνισμό ορισμένων ποσοτήτων βουτύρου που βρίσκονται στην κατοχή τους.

(2)

Λαμβανομένων υπόψη των προσφορών που έχουν παραληφθεί για κάθε επιμέρους διαγωνισμό πρέπει να καθοριστεί ελάχιστη τιμή πώλησης ή να αποφασιστεί να μη δοθεί συνέχεια στο διαγωνισμό σύμφωνα με το άρθρο 24α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2771/1999.

(3)

Λαμβανομένων υπόψη των προσφορών που έχουν παραληφθεί πρέπει να καθοριστεί ελάχιστη τιμή πώλησης.

(4)

Η επιτροπή διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Όσον αφορά τον 12α επιμέρους διαγωνισμό σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2771/1999, για τον οποίο η προθεσμία υποβολής προσφορών έληξε στις 25 Ιανουαρίου 2005, η ελάχιστη τιμή πώλησης για το βούτυρο καθορίζεται σε 270 EUR/100 kg.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 333 της 24.12.1999, σ. 11· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2250/2004 (ΕΕ L 381 της 28.12.2004, σ. 25).


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/31


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 151/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

σχετικά με τον 11o επιμέρους διαγωνισμό στο πλαίσιο του διαρκούς διαγωνισμού που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 214/2001

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10 στοιχείο γ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 214/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (2), οι οργανισμοί παρέμβασης προβαίνουν σε πώληση με διαρκή διαγωνισμό ορισμένων ποσοτήτων αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη που βρίσκονται στην κατοχή τους.

(2)

Λαμβανομένων υπόψη των προσφορών που έχουν ληφθεί για κάθε επιμέρους διαγωνισμό πρέπει να καθοριστεί ελάχιστη τιμή πώλησης ή να αποφασιστεί να μη δοθεί συνέχεια στο διαγωνισμό, σύμφωνα με το άρθρο 24α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 214/2001.

(3)

Η εξέταση των ληφθεισών προσφορών οδηγεί στο να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Όσον αφορά τον 11o επιμέρους διαγωνισμό σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 214/2001, για τον οποίο η προθεσμία υποβολής προσφορών έληξε στις 25 Ιανουαρίου 2005, δεν δίδεται συνέχεια στη δημοπρασία.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 37 της 7.2.2001, σ. 100· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2250/2004 (ΕΕ L 381 της 28.12.2004, σ. 25).


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/32


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 152/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για καθορισμό σε ποιο βαθμό μπορεί να δοθεί συνέχεια στις αιτήσεις για πιστοποιητικά εισαγωγής που υποβλήθηκαν τον Ιανουάριο 2005 για τα νεαρά άρρενα βοοειδή που προορίζονται για πάχυνση στο πλαίσιο μιας δασμολογικής ποσόστωσης η οποία προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1202/2004

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1202/2004 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2004, για το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης δασμολογικής ποσόστωσης για την εισαγωγή νεαρών αρρένων βοοειδών που προορίζονται για πάχυνση (1η Ιουλίου 2004 έως 30 Ιουνίου 2005) (2), και ιδίως το άρθρο 1 παράγραφος 4 και το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1202/2004, στο άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο β), έχει καθορίσει την ποσότητα των νεαρών αρρένων βοοειδών που μπορούν να εισαχθούν υπό ειδικές συνθήκες για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Μαρτίου 2005. Οι ποσότητες για τις οποίες έχουν ζητηθεί πιστοποιητικά εισαγωγής μπορούν να ικανοποιηθούν πλήρως.

(2)

Πρέπει να προβούμε στον καθορισμό των ποσοτήτων για τις οποίες μπορούν να εκδοθούν πιστοποιητικά από την 1η Απριλίου 2005, στο πλαίσιο της συνολικής ποσότητας των 169 000 κεφαλιών, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1202/2004,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Κάθε αίτηση για πιστοποιητικά εισαγωγής που κατατίθεται τον Ιανουάριο του 2005 στα πλαίσια του άρθρου 3 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο τρίτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1202/2004 ικανοποιείται πλήρως.

2.   Η διαθέσιμη ποσότητα για την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1202/2004 ανέρχεται σε 113 950 κεφάλια.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξής


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 21· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 (ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 230 της 30.6.2004, σ. 19.


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/33


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 153/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για καθορισμό του οριστικού ύψους της επιστροφής και του ποσοστού έκδοσης των πιστοποιητικών εξαγωγής του συστήματος Β στον τομέα των οπωροκηπευτικών (τομάτες, πορτοκάλια, λεμόνια, επιτραπέζια σταφύλια και μήλα)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1961/2001 της Επιτροπής, της 8ης Οκτωβρίου 2001, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου όσον αφορά τις επιστροφές κατά την εξαγωγή στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 7,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1855/2004 της Επιτροπής (3) καθόρισε τις ενδεικτικές ποσότητες για τις οποίες μπορούν να εκδοθούν πιστοποιητικά εξαγωγής του συστήματος Β.

(2)

Κρίνεται σκόπιμο, για τα πιστοποιητικά του συστήματος Β που ζητούνται μεταξύ της 16ης Νοεμβρίου 2004 και της 14ης Ιανουαρίου 2005, για τις τομάτες, τα πορτοκάλια, τα λεμόνια, τα επιτραπέζια σταφύλια και τα μήλα, να καθοριστεί το οριστικό ύψος της επιστροφής στο επίπεδο του ενδεικτικού ποσού και να καθοριστεί το ποσοστό έκδοσης για τις ποσότητες που έχουν ζητηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για τις αιτήσεις πιστοποιητικών εξαγωγής του συστήματος Β που έχουν υποβληθεί στο πλαίσιο του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1855/2004 μεταξύ της 16ης Νοεμβρίου 2004 και της 14ης Ιανουαρίου 2005, τα ποσοστά έκδοσης και το εφαρμοστέο ύψος της επιστροφής καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 47/2003 (ΕΕ L 7 της 11.1.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 268 της 9.10.2001, σ. 8· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1176/2002 (ΕΕ L 170 της 29.6.2002, σ. 69).

(3)  ΕΕ L 324 της 27.10.2004, σ. 3.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ποσοστά έκδοσης των ποσοτήτων που έχουν ζητηθεί και επιστροφές που εφαρμόζονται στα πιστοποιητικά του συστήματος Β που ζητήθηκαν μεταξύ της 16ης Νοεμβρίου 2004 και της 14ης Ιανουαρίου 2005 (ντομάτες, πορτοκάλια, λεμόνια, επιτραπέζια σταφύλια και μήλα)

Προϊόν

Ύψος της επιστροφής

(EUR/t καθαρού βάρους)

Ποσοστό έκδοσης των ποσοτήτων που έχουν ζητηθεί

Ντομάτες

30

100 %

Πορτοκάλια

24

100 %

Λεμόνια

43

100 %

Επιτραπέζια σταφύλια

35

100 %

Μήλα

28

100 %


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/35


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 154/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

σχετικά με τις προσφορές που υποβλήθηκαν για την εξαγωγή θερμικά επεξεργασμένου μακρόσπερμου λευκασμένου ρυζιού Β σε κόκκους προορισμού ορισμένων τρίτων χωρών, στο πλαίσιο της δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2032/2004

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1785/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί κοινής οργάνωσης της αγοράς της όρυζας (1) και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2032/2004 της Επιτροπής (2) προκηρύχθηκε δημοπρασία για την επιστροφή κατά την εξαγωγή ρυζιού.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 584/75 της Επιτροπής (3), βάσει των προσφορών που υποβλήθηκαν, η Επιτροπή δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, να αποφασίσει να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία.

(3)

Λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 14 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, δεν ενδείκνυται να καθοριστεί η μέγιστη επιστροφή.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Δεν δίδεται συνέχεια στις προσφορές που υποβλήθηκαν από τις 24 έως τις 27 Ιανουαρίου 2005 στα πλαίσια της δημοπρασίας της επιστροφής κατά την εξαγωγή θερμικά επεξεργασμένου μακρόσπερμου λευκασμένου ρυζιού Β με στρογγυλούς κόκκους προορισμού ορισμένων τρίτων χωρών, που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2032/2004.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 96.

(2)  ΕΕ L 353 της 27.11.2004, σ. 6.

(3)  ΕΕ L 61 της 7.3.1975, σ. 25· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1948/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 18).


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/36


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 155/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

σχετικά με τις προσφορές που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της δημοπρασίας για τον καθορισμό της επιδότησης για την αποστολή μακρόσπερμου αποφλοιωμένου ρυζιού Β προς τη νήσο Ρεϋνιόν, που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2033/2004

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1785/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί κοινής οργανώσεως αγοράς της όρυζας (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 3,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2692/89 της Επιτροπής, της 6ης Σεπτεμβρίου 1989, περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής σχετικά με τις αποστολές ρυζιού στη Ρεϋνιόν (2), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2033/2004 της Επιτροπής (3), προκηρύχθηκε δημοπρασία για την επιδότηση κατά την αποστολή ρυζιού προς τη νήσο Ρεϋνιόν.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2692/89, βάσει των προσφορών που υποβλήθηκαν, η Επιτροπή δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, να αποφασίσει να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία.

(3)

Λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που προβλέπονται στα άρθρα 2 και 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2692/89, δεν ενδείκνυται να καθορισθεί η μέγιστη επιδότηση.

(4)

Η επιτροπή διαχείρισης σιτηρών δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Δεν δίδεται συνέχεια στις προσφορές που υποβλήθηκαν από τις 24 έως τις 27 Ιανουαρίου 2005 στο πλαίσιο της δημοπρασίας της επιδότησης για την αποστολή μακρόσπερμου αποφλοιωμένου ρυζιού Β του κωδικού ΣΟ 1006 20 98 προς τη νήσο Ρεϋνιόν, που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2033/2004.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 96.

(2)  ΕΕ L 261 της 7.9.1989, σ. 8· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1275/2004 (ΕΕ L 241 της 13.7.2004, σ. 8).

(3)  ΕΕ L 353 της 27.11.2004, σ. 9.


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/37


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 156/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

σχετικά με τις προσφορές που υποβλήθηκαν για την εξαγωγή στρογγυλόσπερμου, μεσόσπερμου και μακρόσπερμου Α λευκασμένου ρυζιού σε κόκκους προορισμού ορισμένων τρίτων χωρών, στο πλαίσιο της δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2031/2004

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1785/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί κοινής οργάνωσης της αγοράς της όρυζας (1), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2031/2004 της Επιτροπής (2) προκηρύχθηκε δημοπρασία για την επιστροφή κατά την εξαγωγή ρυζιού.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 584/75 της Επιτροπής (3), βάσει των προσφορών που υποβλήθηκαν, η Επιτροπή δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, να αποφασίσει να μη δοθεί συνέχεια στη δημοπρασία.

(3)

Λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 14 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, δεν ενδείκνυται να καθοριστεί η μέγιστη επιστροφή.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Δεν δίδεται συνέχεια στις προσφορές που υποβλήθηκαν από τις 24 έως τις 27 Ιανουαρίου 2005 στα πλαίσια της δημοπρασίας της επιστροφής κατά την εξαγωγή στρογγυλόσπερμου, μεσόσπερμου και μακρόσπερμου Α λευκασμένου ρυζιού προορισμού ορισμένων τρίτων χωρών, που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2031/2004.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 96.

(2)  ΕΕ L 353 της 27.11.2004, σ. 3.

(3)  ΕΕ L 61 της 7.3.1975, σ. 25· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1948/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 18)


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/38


ΟΔΗΓΊΑ 2005/5/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Ιανουαρίου 2005

για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/26/ΕΚ για την καθιέρωση τρόπων δειγματοληψίας και μεθόδων ανάλυσης για τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων περιεκτικοτήτων ωχρατοξίνης Α σε ορισμένα τρόφιμα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 85/591/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για τη καθιέρωση κοινοτικών τρόπων δειγματοληψίας και τρόπων ανάλυσης για τον έλεγχο των τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 της Επιτροπής, της 8ης Μαρτίου 2001, για τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα (2), καθορίζει τις μέγιστες περιεκτικότητες για την ωχρατοξίνη Α στους φρυγμένους κόκκους καφέ, στο φρυγμένο και αλεσμένο καφέ, στο διαλυτό καφέ, στο κρασί και στο χυμό σταφυλιού.

(2)

Η δειγματοληψία διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην αξιοπιστία του προσδιορισμού της περιεκτικότητας σε ωχρατοξίνη Α. Η οδηγία 2002/26/ΕΚ της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2002, για τη καθιέρωση τρόπων δειγματοληψίας και μεθόδων ανάλυσης για τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων περιεκτικοτήτων ωχρατοξίνης Α στα τρόφιμα (3), θα έπρεπε να περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τους φρυγμένους κόκκους καφέ, το φρυγμένο και αλεσμένο καφέ, το διαλυτό καφέ, το κρασί και το χυμό σταφυλιού.

(3)

Συνεπώς, η οδηγία 2002/26/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα Ι της οδηγίας 2002/26/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι απαραίτητες για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο δώδεκα μήνες μετά τη θέση σε ισχύ της οδηγίας. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων, καθώς και πίνακα συσχέτισης των τελευταίων με την παρούσα οδηγία.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Markos KYPRIANOU

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 372 της 31.12.1985, σ. 50· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 77 της 16.3.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 78/2005 (ΕΕ L 16 της 20.1.2005, σ. 43).

(3)  ΕΕ L 75 της 16.3.2002, σ. 38· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2004/43/ΕΚ (ΕΕ L 113 της 20.4.2004, σ. 14).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα I της οδηγίας 2002/26/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

α)

Τα σημεία 4.3, 4.4 και 4.5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.3.   Γενική επισκόπηση του τρόπου δειγματοληψίας για τα σιτηρά, τις σταφίδες και το φρυγμένο καφέ

ΠΙΝΑΚΑΣ 1

Υποδιαίρεση των παρτίδων σε υποπαρτίδες, ανάλογα με το προϊόν και το βάρος της παρτίδας

Προϊόν

Βάρος της παρτίδας

(σε τόνους)

Βάρος των υποπαρτίδων ή αριθμός υποπαρτίδων

Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων

Συνολικό δείγμα

Βάρος (σε kg)

Σιτηρά και προϊόντα σιτηρών

≥ 1 500

500 τόνοι

100

10

> 300 και < 1 500

3 υποπαρτίδες

100

10

≥ 50 και ≤ 300

100 τόνοι

100

10

< 50

3-100 (1)

1-10

Σταφίδες (κορινθιακή, ξανθή σταφίδα και σουλτανίνα)

≥ 15

15-30 τόνοι

100

10

< 15

10-100 (2)

1-10

Φρυγμένοι κόκκοι καφέ, φρυγμένος και αλεσμένος καφές και διαλυτός καφές

≥ 15

15-30 τόνοι

100

10

< 15

10-100 (2)

1-10

4.4.   Τρόπος δειγματοληψίας για τα σιτηρά και τα προϊόντα σιτηρών (παρτίδες ≥ 50 τόνων), τους φρυγμένους κόκκους καφέ, το φρυγμένο και αλεσμένο καφέ, το διαλυτό καφέ και τις σταφίδες (παρτίδες ≥ 15 τόνων)

Υπό την προϋπόθεση ότι οι υποπαρτίδες μπορούν να διαχωρίζονται φυσικά, κάθε παρτίδα πρέπει να υποδιαιρείται σε υποπαρτίδες σύμφωνα με τον πίνακα 1. Δεδομένου ότι το βάρος των παρτίδων δεν αποτελεί πάντα ακριβές πολλαπλάσιο του βάρους των υποπαρτίδων, το βάρος των υποπαρτίδων ενδέχεται να διαφέρει από το αναφερόμενο βάρος κατά ποσοστό έως 20 %.

Κάθε υποπαρτίδα πρέπει να αποτελεί το αντικείμενο χωριστής δειγματοληψίας.

Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων: 100.

Βάρος του συνολικού δείγματος = 10 kg.

Αν δεν είναι δυνατή η εφαρμογή του προαναφερθέντος τρόπου δειγματοληψίας, λόγω εμπορικών συνεπειών που θα προέκυπταν από ζημία της παρτίδας (για παράδειγμα, λόγω του τύπου συσκευασίας, των μέσων μεταφοράς κ.λπ.), δύναται να εφαρμόζεται ένας εναλλακτικός τρόπος δειγματοληψίας, υπό τον όρο ότι θα είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αντιπροσωπευτικός, θα περιγράφεται λεπτομερώς και θα τεκμηριώνεται δεόντως.

4.5.   Διατάξεις για τη δειγματοληψία σε σιτηρά και προϊόντα σιτηρών (παρτίδες < 50 τόνων), σε φρυγμένους κόκκους καφέ, σε φρυγμένο και αλεσμένο καφέ, σε διαλυτό καφέ και σε σταφίδες (παρτίδες < 15 τόνων)

Για παρτίδες σιτηρών κάτω των 50 τόνων και για παρτίδες φρυγμένων κόκκων καφέ, φρυγμένου και αλεσμένου καφέ, διαλυτού καφέ και σταφίδας κάτω των 15 τόνων, το σχέδιο δειγματοληψίας που χρησιμοποιείται πρέπει να περιλαμβάνει 10 έως 100 στοιχειώδη δείγματα, ανάλογα με το βάρος της παρτίδας, που να αποτελούν συνολικό δείγμα 1 έως 10 kg. Για πολύ μικρές παρτίδες (≤ 0,5 τόνων) σιτηρών και προϊόντων σιτηρών μπορεί να λαμβάνεται μικρότερος αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων, όμως στην περίπτωση αυτή το συνολικό δείγμα που συγκεντρώνει όλα τα στοιχειώδη δείγματα πρέπει να είναι τουλάχιστον 1 kg.

Τα στοιχεία του ακόλουθου πίνακα δύνανται να χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό του αριθμού των στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται.

ΠΙΝΑΚΑΣ 2

Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται, ανάλογα με το βάρος της παρτίδας σιτηρών και προϊόντων σιτηρών

Βάρος παρτίδας (τόνοι)

Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων

≤ 0,05

3

> 0,05-≤ 0,5

5

> 0,5-≤ 1

10

> 1-≤ 3

20

> 3-≤ 10

40

> 10-≤ 20

60

> 20-≤ 50

100


ΠΙΝΑΚΑΣ 3

Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται ανάλογα με το βάρος της παρτίδας φρυγμένων κόκκων καφέ, φρυγμένου και αλεσμένου καφέ, διαλυτού καφέ και σταφίδας

Βάρος παρτίδας (τόνοι)

Αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων

≤ 0,1

10

> 0,1-≤ 0,2

15

> 0,2-≤ 0,5

20

> 0,5-≤ 1,0

30

> 1,0-≤ 2,0

40

> 2,0-≤ 5,0

60

> 5,0-≤ 10,0

80

> 10,0-≤ 15,0

100»

β)

Το ακόλουθο σημείο 4.6.α. παρεμβάλλεται μετά το σημείο 4.6:

«4.6.α.   Διατάξεις δειγματοληψίας για το κρασί και το χυμό σταφυλιού

Το συνολικό δείγμα πρέπει να είναι τουλάχιστον 1 kg, εκτός εάν δεν είναι δυνατόν, π.χ. στην περίπτωση που έχει ληφθεί για δειγματοληψία μία μόνο φιάλη.

Ο ελάχιστος αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται από την παρτίδα πρέπει να είναι αυτός που αναφέρεται στον πίνακα 4. Ο καθορισμένος αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων εξαρτάται από τη συνήθη μορφή με την οποία τα συγκεκριμένα προϊόντα κυκλοφορούν στο εμπόριο. Στην περίπτωση χύδην υγρών προϊόντων η παρτίδα πρέπει να αναμειγνύεται, κατά το δυνατόν και εφόσον δεν επηρεάζεται η ποιότητα του προϊόντος, είτε με χειρωνακτικά είτε με μηχανικά μέσα αμέσως πριν από τη δειγματοληψία. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει ομοιογενής κατανομή ωχρατοξίνης Α σε μια δεδομένη παρτίδα. Αρκεί επομένως να λαμβάνονται τρία στοιχειώδη δείγματα από μια παρτίδα για το σχηματισμό του συνολικού δείγματος.

Τα στοιχειώδη δείγματα, τα οποία συχνά ενδέχεται να είναι μια φιάλη ή ένα πακέτο, πρέπει να έχουν παρόμοιο βάρος. Το βάρος ενός στοιχειώδους δείγματος πρέπει να είναι τουλάχιστον 100 gr και να προκύπτει συνολικό δείγμα τουλάχιστον 1 kg περίπου. Κάθε παρέκκλιση από τη διαδικασία αυτή πρέπει να καταγράφεται στα πρακτικά που προβλέπονται στο σημείο 3.8.

ΠΙΝΑΚΑΣ 4

Ελάχιστος αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται από την παρτίδα

Μορφή κυκλοφορίας στο εμπόριο

Όγκος της παρτίδας (σε λίτρα)

Ελάχιστος αριθμός στοιχειωδών δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται

Χύμα (χυμός σταφυλιού, κρασί)

3

Φιάλες/πακέτα χυμού σταφυλιού

≤ 50

3

Φιάλες/πακέτα χυμού σταφυλιού

50 έως 500

5

Φιάλες/πακέτα χυμού σταφυλιού

> 500

10

Φιάλες/πακέτα κρασιού

≤ 50

1

Φιάλες/πακέτα κρασιού

50 έως 500

2

Φιάλες/πακέτα κρασιού

> 500


(1)  Ανάλογα με το βάρος της παρτίδας — βλ. πίνακα 2 του παρόντος παραρτήματος.

(2)  Ανάλογα με το βάρος της παρτίδας — βλ. πίνακα 3 του παρόντος παραρτήματος.


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/41


ΟΔΗΓΊΑ 2005/7/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Ιανουαρίου 2005

για τροποποίηση της οδηγίας 2002/70/ΕΚ για καθορισμό των απαιτήσεων για τον προσδιορισμό των επιπέδων των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB στις ζωοτροφές

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 70/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1970, περί εισαγωγής τρόπων λήψεως δειγμάτων και μεθόδων κοινοτικής αναλύσεως για τον επίσημο έλεγχο των ζωοτροφών (1), και ιδίως το άρθρο 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2002/70/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2002, για καθορισμό των απαιτήσεων για τον προσδιορισμό των επιπέδων των διοξινών και των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB στις ζωοτροφές (2) καθορίζει ειδικές διατάξεις όσον αφορά τις μεθόδους ανάλυσης που πρέπει να εφαρμόζονται για τον επίσημο έλεγχο που προβλέπεται στην οδηγία 70/373/ΕΟΚ.

(2)

Η διαδικασία δειγματοληψίας που καθορίζεται με την οδηγία 76/371/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 1976, περί καθορισμού κοινοτικών τρόπων δειγματοληψίας για τον επίσημο έλεγχο των ζωοτροφών (3), πρέπει να εφαρμόζεται για τον επίσημο έλεγχο των επιπέδων των διοξινών και τον προσδιορισμό των παρόμοιων με τις διοξίνες PCB σε ορισμένες ζωοτροφές. Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι πρέπει να εφαρμόζονται οι ποσοτικές απαιτήσεις σε σχέση με τον έλεγχο των ουσιών ή των προϊόντων που κατανέμονται ομοιόμορφα μέσα στις ζωοτροφές.

(3)

Έχει πρωτεύουσα σημασία τα αποτελέσματα των αναλύσεων να καταγράφονται και να ερμηνεύονται κατά τρόπο ομοιόμορφο, ώστε να εξασφαλίζεται η εναρμονισμένη εφαρμογή των κανόνων σε όλα τα κράτη μέλη.

(4)

Συνεπώς η οδηγία 2002/70/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τα παραρτήματα της οδηγίας 2002/70/ΕΚ τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία, το αργότερο δώδεκα μήνες μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων αυτών και έναν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Όταν οι εν λόγω διατάξεις θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις που θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 27 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Markos KYPRIANOU

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 170 της 3.8.1970, σ. 2· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

(2)  ΕΕ L 209 της 6.8.2002, σ. 15.

(3)  ΕΕ L 102 της 15.4.1976, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα παραρτήματα της οδηγίας 2002/70/ΕΚ τροποποιούνται ως εξής:

1)

Το παράρτημα I αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Τα δείγματα που προορίζονται για τον επίσημο έλεγχο των επιπέδων περιεκτικότητας των ζωοτροφών σε διοξίνες (PCDD/PCDF) καθώς και για τον προσδιορισμό της περιεκτικότητας των ζωοτροφών σε παρόμοια με τις διοξίνες PCB (1), λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 76/371/ΕΟΚ. Πρέπει να εφαρμόζονται οι ποσοτικές απαιτήσεις όσον αφορά τον έλεγχο των ουσιών ή των προϊόντων που κατανέμονται ομοιόμορφα μέσα στις ζωοτροφές, όπως προβλέπεται στο σημείο 5.A. του παραρτήματος της οδηγίας 76/371/ΕΟΚ. Τα συνολικά δείγματα που αποκτήθηκαν με τον τρόπο αυτό θεωρούνται ως αντιπροσωπευτικά των παρτίδων ή υποπαρτίδων από τις οποίες λαμβάνονται. Η συμμόρφωση με τα ανώτατα όρια περιεκτικότητας που καθορίζονται με την οδηγία 2002/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) επιβεβαιώνεται βάσει των επιπέδων περιεκτικότητας που προσδιορίζονται στα εργαστηριακά δείγματα.

2.   Συμμόρφωση της παρτίδας ή της υποπαρτίδας με τις προδιαγραφές

Η παρτίδα γίνεται δεκτή εάν το αποτέλεσμα μίας μόνο ανάλυσης δεν υπερβαίνει το αντίστοιχο ανώτατο όριο που ορίζεται στην οδηγία 2002/32/ΕΚ, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας της μέτρησης.

Η παρτίδα δεν συμμορφώνεται με το ανώτατο όριο που ορίζεται στην οδηγία 2002/32/ΕΚ, εάν το αποτέλεσμα της ανάλυσης, το οποίο επιβεβαιώνεται από δεύτερη ανάλυση και υπολογίζεται ως μέση τιμή δύο τουλάχιστον ξεχωριστών προσδιορισμών, υπερβαίνει το ανώτατο όριο πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας, λαμβανομένης υπόψη της αβεβαιότητας της μέτρησης.

Η αβεβαιότητα της μέτρησης μπορεί να ληφθεί υπόψη σύμφωνα με μία από τις ακόλουθες προσεγγίσεις:

υπολογίζοντας την ανηγμένη αβεβαιότητα, με τη χρήση ενός συντελεστή κάλυψης 2 που δίνει επίπεδο εμπιστοσύνης περίπου 95 %,

καθορίζοντας το όριο απόφασης (CCα) σύμφωνα με την απόφαση 2002/657/ΕΚ της Επιτροπής (3) (σημείο 3.1.2.5. του παραρτήματος – περίπτωση των ουσιών για τις οποίες έχει καθοριστεί επιτρεπόμενο όριο).

Οι ισχύοντες ερμηνευτικοί κανόνες εφαρμόζονται στο αποτέλεσμα που παρήγαγε η ανάλυση στην οποία υποβλήθηκε το δείγμα που λαμβάνεται για επίσημο έλεγχο. Δεν θίγουν το δικαίωμα των κρατών μελών να εφαρμόζουν εθνικούς κανόνες στις εργαστηριακές αναλύσεις που διενεργούνται για σκοπούς άσκησης προσφυγής ή διαιτησίας όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 της οδηγίας 95/53/ΕΚ (4)

2)

Στο παράρτημα II, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος στο τέλος του σημείου 2, Ιστορικό:

«Μόνο για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, το αποδεκτό ειδικό όριο ποσοτικού προσδιορισμού μιας μεμονωμένης ομοειδούς ουσίας είναι η συγκέντρωση μιας αναλυτέας ουσίας στο εκχύλισμα ενός δείγματος το οποίο παράγει απόκριση των οργάνων σε δύο διαφορετικά ιόντα που πρόκειται να ελεγχθούν με λόγο σήματος προς θόρυβο 3:1, για το λιγότερο ευαίσθητο σήμα, και πλήρωση των βασικών απαιτήσεων όπως, για παράδειγμα, του χρόνου κατακράτησης, της αναλογίας ισοτόπων σύμφωνα με διαδικασία προσδιορισμού όπως περιγράφεται στη μέθοδο της EPA 1613 αναθεώρηση B.»


(1)  

Πίνακας παρόμοιων με τις διοξίνες PCB

Ουσία

Τιμή TEF

Διβενζο-παρα-διοξίνες (“PCDD”)

2,3,7,8-TCDD

1

1,2,3,7,8-PeCDD

1

1,2,3,4,7,8-HxCDD

0,1

1,2,3,6,7,8-HxCDD

0,1

1,2,3,7,8,9-HxCDD

0,1

1,2,3,4,6,7,8-HpCDD

0,01

OCDD

0,0001

Διβενζοφουράνια (“PCDF”)

2,3,7,8-TCDF

0,1

1,2,3,7,8-PeCDF

0,05

2,3,4,7,8-PeCDF

0,5

1,2,3,4,7,8-HxCDF

0,1

1,2,3,6,7,8-HxCDF

0,1

1,2,3,7,8,9-HxCDF

0,1

2,3,4,6,7,8-HxCDF

0,1

1,2,3,4,6,7,8-HpCDF

0,01

1,2,3,4,7,8,9-HpCDF

0,01

OCDF

0,0001

“Παρόμοια με τις διοξίνες” PCB: Μη ορθο-PCB + Μονο-oρθο-PCB

Μη ορθο-PCB

PCB 77

0,0001

PCB 81

0,0001

PCB 126

0,1

PCB 169

0,01

Μονο-ορθο-PCB

PCB 105

0,0001

PCB 114

0,0005

PCB 118

0,0001

PCB 123

0,0001

PCB 156

0,0005

PCB 157

0,0005

PCB 167

0,00001

PCB 189

0,0001

Χρησιμοποιούμενες συντομογραφίες: “T” = τετρα· “Pe” = πεντα· “Hx” = εξα· “Hp” = επτα· “O” = οκτα· “CDD” = χλωροδιβενζο-παρα-διοξίνη; “CDF” = χλωροδιβενζοφουράνιο· “CB” = χλωροδιφαινύλιο.

(2)  ΕΕ L 140 της 30.5.2002, σ. 10.

(3)  ΕΕ L 221 της 17.8.2002, σ. 8.

(4)  ΕΕ L 265 της 8.11.1995, σ. 17.


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/44


ΟΔΗΓΊΑ 2005/8/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Ιανουαρίου 2005

για την τροποποίηση του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2002/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ανεπιθύμητες ουσίες στις ζωοτροφές

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2002/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 2002, σχετικά με τις ανεπιθύμητες ουσίες στις ζωοτροφές (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2002/32/ΕΚ ορίζει ότι απαγορεύεται η χρήση προϊόντων που προορίζονται για ζωοτροφές, των οποίων η περιεκτικότητα σε ανεπιθύμητες ουσίες υπερβαίνει τα ανώτατα όρια που προβλέπονται στο παράρτημα Ι.

(2)

Όταν εγκρίθηκε η οδηγία 2002/32/ΕΚ, η Επιτροπή δήλωσε ότι οι διατάξεις που ορίζονται στο παράρτημα Ι της εν λόγω οδηγίας θα αναθεωρούνται βάσει ενημερωμένων επιστημονικών αξιολογήσεων του κινδύνου και λαμβάνοντας υπόψη την απαγόρευση οποιασδήποτε αραίωσης μολυσμένων προϊόντων που δεν πληρούν τις απαιτήσεις και προορίζονται για ζωοτροφές.

(3)

Πριν να είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί πλήρης αναθεώρηση βάσει ενημερωμένων επιστημονικών αξιολογήσεων κινδύνου, είναι αναγκαίο να προβλεφθούν ορισμένες τροπολογίες σε συνάρτηση με την εξέλιξη των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων.

(4)

Ενδείκνυται να αποσαφηνιστεί ο όρος χλωρή νομή.

(5)

Καθώς η παροχή ανθρακικού ασβεστίου, μιας ουσιώδους και πολύτιμης ζωοτροφής, θα μπορούσε να διακυβευθεί, καθόσον το επίπεδο μιας ανεπιθύμητης ουσίας σε ορισμένα υλικά ζωοτροφών, λόγω της συνήθους βασικής μόλυνσης, πλησιάζει ή υπερβαίνει το ανώτατο επίπεδο που θεσπίζεται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2002/32/ΕΚ, αυτό το ανώτατο επίπεδο πρέπει να τροποποιηθεί, λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ανθρακικό ασβέστιο υπάρχει υδράργυρος στην ανόργανη μορφή του και ότι η επιστημονική επιτροπή για τη διατροφή των ζώων επιβεβαιώνει ότι ο υδράργυρος σε ανόργανη μορφή είναι σημαντικά λιγότερο τοξικός από τον οργανικό υδράργυρο, ιδίως το μεθυλικό υδράργυρο.

(6)

Το ανώτατο επίπεδο φθορίου σε άλλες συμπληρωματικές ζωοτροφές είναι 125 mg/kg ανά 1 % φωσφόρου. Για περιβαλλοντικούς λόγους, το επίπεδο φωσφόρου στις ζωοτροφές είναι περιορισμένο και ο βαθμός χώνευσης και η βιοδιαθεσιμότητα του φωσφόρου βελτιώνονται με τη χρήση ενός ενζύμου, όπως π.χ. η φυτάση. Συνεπώς, δεν ενδείκνυται πλέον να θεσπιστεί το ανώτατο επίπεδο ανά 1 % φωσφόρου αλλά να θεσπιστεί το ανώτατο επίπεδο για συμπληρωματική ζωοτροφή σε σχέση με ζωοτροφή με ποσοστό υγρασίας 12 %.

(7)

Συνεπώς η οδηγία 2002/32/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα Ι της οδηγίας 2002/32/ΕΟΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο δώδεκα μήνες μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αυτής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 27 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Markos KYPRIANOU

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 140 της 30.5.2002, σ. 10· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2003/100/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 285 της 1.11.2003, σ. 33).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα I της οδηγίας 2002/32/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στη στήλη 2 της σειράς 2, μόλυβδος, προστίθεται η ακόλουθη υποσημείωση μετά τη φράση «χλωράς νομής»:

«(*)

η χλωρή νομή περιλαμβάνει προϊόντα που προορίζονται για ζωοτροφές, όπως σανό, ενσιρωμένη χορτονομή, φρέσκο χόρτο κ.λπ. …».

2.

Η σειρά 3, φθόριο, τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι υποσημειώσεις (1) και (2) διαγράφονται.

β)

Η φράση «Ανόργανα μίγματα για βοοειδή και αιγοπρόβατα – 2 000 (1)» και «Λοιπές συμπληρωματικές ζωοτροφές – 125 (2)» αντικαθίστανται από τις φράσεις «Συμπληρωματικές ζωοτροφές που περιέχουν ≤ 4 % φωσφόρου – 500» και «Συμπληρωματικές ζωοτροφές που περιέχουν > 4 % φωσφόρου – 125 ανά 1 % φωσφόρου».

3.

Η σειρά 4, υδράργυρος, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

Ανεπιθύμητες ουσίες

Προϊόντα προοριζόμενα για ζωοτροφές

Μέγιστη περιεκτικότητα, σε ng/kg (ppm), σε ζωοτροφή με ποσοστό υγρασίας 12 %

(1)

(2)

(3)

«4.

Υδράργυρος

Πρώτες ύλες ζωοτροφών, εξαιρέσει των:

0,1

ζωοτροφών προερχόμενων από την επεξεργασία των ιχθύων ή άλλων θαλάσσιων ζώων

0,5

ανθρακικού ασβεστίου

0,3

Πλήρεις ζωοτροφές εξαιρέσει των:

0,1

πλήρων ζωοτροφών για σκύλους και γάτες

0,4

Συμπληρωματικές ζωοτροφές εξαιρέσει των:

συμπληρωματικών ζωοτροφών για σκύλους και γάτες

0,2»


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/46


ΟΔΗΓΊΑ 2005/9/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για την τροποποίηση της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σχετικά με τα καλλυντικά προϊόντα, με σκοπό την προσαρμογή του παραρτήματος VII στην τεχνική πρόοδο

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 1976 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

Κατόπιν διαβούλευσης με την επιστημονική επιτροπή για τα καλλυντικά προϊόντα και τα μη εδώδιμα προϊόντα που προορίζονται για τους καταναλωτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το μέρος 1 του παραρτήματος VII της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ ορίζει κατάλογο φίλτρων υπεριωδών ακτίνων που επιτρέπεται να περιέχονται στα καλλυντικά προϊόντα.

(2)

Η επιστημονική επιτροπή για τα καλλυντικά προϊόντα και τα μη εδώδιμα προϊόντα που προορίζονται για τους καταναλωτές διατυπώνει τη γνώμη ότι η χρήση 2-[4-(διαιθυλαμινο)-2-υδροξυβενζοϋλο]-βενζοϊκού εξυλεστέρα σε ποσοστό έως και 10 % σε αντηλιακά προϊόντα, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλους απορροφητές UV, είναι ασφαλής. Επομένως, ο 2-[4-(διαιθυλαμινο)-2-υδροξυβενζοϋλο]-βενζοϊκός εξυλεστέρας πρέπει να περιληφθεί στο παράρτημα VII του μέρους 1 της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ με αύξοντα αριθμό 28.

(3)

Συνεπώς, η οδηγία 76/768/ΕΟΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για τα καλλυντικά προϊόντα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα VΙΙ της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις 28 Ιουλίου 2005. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων και έναν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 169· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/93/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 300 της 25.9.2004, σ. 13).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο μέρος 1 του παραρτήματος VII της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ, προστίθεται ο ακόλουθος αύξων αριθμός 28:

Αύξων αριθμός

Ουσία

Μέγιστη εγκεκριμένη συγκέντρωση

Περιορισμοί και απαιτήσεις

Όροι χρησιμοποίησης και προειδοποιήσεις που πρέπει να περιέχονται υποχρεωτικά στην επισήμανση

α

β

γ

δ

ε

«28

2-[4-(διαιθυλαμινο)-2-υδροξυβενζοϋλο]-βενζοϊκός εξυλεστέρας

(ονομασία INCI: Diethylamino Hydroxybenzoyl Hexyl Benzoate·

αριθ. CAS: 302776-68-7)

10 % στα αντηλιακά προϊόντα»

 

 


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Επιτροπή

29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/48


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Ιανουαρίου 2005

για την εφαρμογή της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους όρους εισαγωγής γάτων, σκύλων και κουναβιών που προορίζονται για εγκεκριμένους οργανισμούς, ινστιτούτα ή κέντρα

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 118]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/64/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 1992, που καθορίζει τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο τμήμα I του παραρτήματος Α της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (1), και ιδίως το άρθρο 19,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 92/65/ΕΟΚ καθορίζει τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων. Η εν λόγω οδηγία προβλέπει ότι οι όροι εισαγωγής γάτων, σκύλων και κουναβιών πρέπει να είναι τουλάχιστον ισοδύναμοι με τους όρους που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 998/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τους υγειονομικούς όρους που εφαρμόζονται στις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2). Σκοπός αυτής της ισοδυναμίας μεταξύ των όρων που εφαρμόζονται στις μετακινήσεις μη εμπορικού και εμπορικού χαρακτήρα αυτών των ειδών ήταν να αποφευχθεί η απάτη στο εμπόριο ζώων συντροφιάς.

(2)

Ο κίνδυνος απάτης είναι αμελητέος όσον αφορά τις μετακινήσεις των εν λόγω ειδών μεταξύ οργανισμών, ινστιτούτων ή κέντρων που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την οδηγία 92/65/ΕΟΚ.

(3)

Είναι σκόπιμο να καθοριστούν ειδικοί όροι για την εισαγωγή γάτων, σκύλων και κουναβιών όταν προορίζονται για οργανισμούς, ινστιτούτα ή κέντρα που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την οδηγία 92/65/ΕΟΚ.

(4)

Πρέπει να καταρτιστεί ένα υπόδειγμα υγειονομικού πιστοποιητικού για την εισαγωγή γάτων, σκύλων και κουναβιών που προορίζονται για εγκεκριμένους οργανισμούς, ινστιτούτα ή κέντρα.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η εισαγωγή γάτων, σκύλων και κουναβιών που προορίζονται για οργανισμούς, ινστιτούτα ή κέντρα που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την οδηγία 92/65/ΕΟΚ συμμορφώνονται με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

πρέπει να προέρχονται από τρίτη χώρα ή έδαφος που απαριθμείται στο μέρος B τμήμα 2 ή στο μέρος Γ του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003, και

β)

πρέπει να συνοδεύονται από κτηνιατρικό πιστοποιητικό αντίστοιχο με το υπόδειγμα υγειονομικού πιστοποιητικού που παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Φεβρουαρίου 2005.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 26 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Markos KYPRIANOU

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 54· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/68/ΕΚ (ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 320).

(2)  ΕΕ L 146 της 13.6.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2054/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 355 της 1.12.2004, σ. 14).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Image

Image


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/52


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

όσον αφορά ορισμένες μεταβατικές πρόσθετες εγγυήσεις για τη Δανία σχετικά με την αλλαγή του καθεστώτος μη εμβολιασμού για την ψευδοπανώλη των πτηνών

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 143]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/65/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 90/539/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1990, σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές πουλερικών και αυγών για επώαση από τρίτες χώρες (1), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφοι 2 και 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση 91/552/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 27ης Σεπτεμβρίου 1991, για τον καθορισμό του καθεστώτος της Δανίας όσον αφορά την ασθένεια του Newcastle (2) καθορίζει το καθεστώς της Δανίας ως κράτους μέλους μη εμβολιασμού όσον αφορά τη ψευδοπανώλη των πτηνών για τους σκοπούς του ενδοκοινοτικού εμπορίου και για εισαγωγές από τρίτες χώρες ζώντων πουλερικών.

(2)

Λόγω πρόσφατων εξελίξεων σε σχέση με την κατάστασή της όσον αφορά τη ψευδοπανώλη των πτηνών, η Δανία προτίθεται να εισαγάγει εμβολιασμό έναντι της νόσου αυτής και ως εκ τούτου πρέπει να ανασταλεί το καθεστώς της ως κράτους μέλους μη εμβολιασμού, όπως προβλέπεται στην οδηγία 90/539/ΕΟΚ.

(3)

Με σκοπό τη διασφάλιση της τρέχουσας υγειονομικής κατάστασης των πουλερικών στη Δανία κατά τη διάρκεια της φάσης εισαγωγής εμβολιασμού έναντι της ψευδοπανώλους των πτηνών, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν μεταβατικοί κανόνες για πρόσθετες εγγυήσεις όσον αφορά αποστολές προς αυτό το κράτος μέλος για μια ορισμένη περίοδο.

(4)

Επομένως, πρέπει να χορηγηθούν στη Δανία ορισμένες πρόσθετες εγγυήσεις, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν τον έλεγχο ζώντων πουλερικών όπως προβλέπεται στην απόφαση 92/340/ΕΟΚ της Επιτροπής (3) σχετικά με τον έλεγχο των πουλερικών για ψευδοπανώλη πριν από τη μεταφορά τους.

(5)

Ως εκ τούτου πρέπει να ανακληθεί η ισχύς της απόφασης 91/552/ΕΟΚ.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής και αντικείμενο

Η παρούσα απόφαση ισχύει για το ενδοκοινοτικό εμπόριο πουλερικών, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 90/539/ΕΟΚ, για αποστολές προς τη Δανία από κράτη μέλη που δεν διαθέτουν καθεστώς μη εμβολιασμού έναντι της ψευδοπανώλους των πτηνών, όπως ορίζεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας, και από τρίτες χώρες.

Άρθρο 2

Προηγούμενη έγκριση αποστολών πουλερικών προς τη Δανία

Πριν από την αποστολή πουλερικών ζητείται προηγούμενη έγκριση από την αρμόδια κτηνιατρική υπηρεσία της Δανίας.

Η εν λόγω αίτηση έγκρισης περιλαμβάνει πληροφορίες για το είδος εμβολίου και το πρόγραμμα εμβολιασμού που χρησιμοποιήθηκε για την ανοσοποίηση των πουλερικών έναντι της ψευδοπανώλους των πτηνών.

Άρθρο 3

Δειγματοληψία και έλεγχος των πουλερικών που αποστέλλονται στη Δανία

Η αρμόδια αρχή της Δανίας μπορεί να ζητήσει τον έλεγχο των πουλερικών σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 της απόφασης 92/340/ΕΟΚ, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 2 της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 4

Απόρριψη αποστολών πουλερικών από τη Δανία

Εάν η Δανία, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 2 της παρούσας απόφασης καθώς και το αποτέλεσμα του ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 3 της παρούσας απόφασης, αποφασίσει τη μη έγκριση εισαγωγής φορτίου πουλερικών στο έδαφός της, ενημερώνει την Επιτροπή και το εμπλεκόμενο κράτος μέλος ή τις εμπλεκόμενες τρίτες χώρες για τους λόγους της απόφασής της.

Άρθρο 5

Ανάκληση της ισχύος της απόφασης 91/552/ΕΟΚ

Ανακαλείται η ισχύς της απόφασης 91/552/ΕΟΚ.

Άρθρο 6

Ισχύς

Η παρούσα απόφαση ισχύει έως τις 28 Φεβρουαρίου 2006.

Άρθρο 7

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Markos KYPRIANOU

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 303 της 31.10.1990, σ. 6· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 298 της 29.10.1991, σ. 21.

(3)  ΕΕ L 188 της 8.7.1992, σ. 34.


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/54


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για την κατάργηση της απόφασης 2003/363/ΕΚ για την έγκριση του σχεδίου εξάλειψης της κλασικής πανώλης των χοίρων σε αγριόχοιρους σε ορισμένες περιοχές του Βελγίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 144]

(Τα κείμενα στη γαλλική και ολλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/66/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2001/89/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με κοινοτικά μέτρα για την καταπολέμηση της κλασικής πανώλης των χοίρων (1), και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τον Νοέμβριο του 2002 επιβεβαιώθηκε η κλασική πανώλη των χοίρων σε αγριόχοιρους του Βελγίου.

(2)

Με την απόφαση 2003/363/ΕΚ (2) η Επιτροπή ενέκρινε το σχέδιο που υπέβαλε το Βέλγιο για την εξάλειψη της κλασικής πανώλης των χοίρων σε αγριόχοιρους σε ορισμένες περιοχές του Βελγίου.

(3)

Το Βέλγιο υπέβαλε στοιχεία που δείχνουν ότι η κλασική πανώλη των χοίρων εξαλείφθηκε επιτυχώς στους αγριόχοιρους του Βελγίου και ότι το εγκριθέν σχέδιο εξάλειψης δεν χρειάζεται να εφαρμοστεί περαιτέρω.

(4)

Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να καταργηθεί η απόφαση 2003/363/ΕΚ.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2003/363/ΕΚ καταργείται.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Markos KYPRIANOU

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 316 της 1.12.2001, σ. 5· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 43.


29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/55


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιανουαρίου 2005

για την τροποποίηση των παραρτημάτων Ι και ΙΙ της απόφασης 2003/634/ΕΚ για την έγκριση προγραμμάτων με στόχο την απόκτηση του καθεστώτος των εγκεκριμένων ζωνών και των εγκεκριμένων εκμεταλλεύσεων σε μη εγκεκριμένες ζώνες όσον αφορά την ιογενή αιμορραγική σηψαιμία (ΙΑΣ) και τη λοιμώδη αιματοποιητική νέκρωση (ΛΑΝ) στα ψάρια

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 148]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/67/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 91/67/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 1991, σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τη διάθεση στην αγορά ζώων και προϊόντων υδατοκαλλιέργειας (1), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση 2003/634/ΕΚ της Επιτροπής (2) εγκρίνει και απαριθμεί τα προγράμματα που υπέβαλαν τα διάφορα κράτη μέλη. Τα προγράμματα σχεδιάζονται κατά τρόπο που δίνει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να κινήσουν μεταγενέστερα τις διαδικασίες ώστε μια ζώνη ή μια εκμετάλλευση που βρίσκεται σε μη εγκεκριμένη ζώνη να αποκτήσει το καθεστώς της εγκεκριμένης ζώνης ή της εγκεκριμένης εκμετάλλευσης σε μη εγκεκριμένη ζώνη, σε σχέση με μία ή περισσότερες από τις νόσους της ιογενούς αιμορραγικής σηψαιμίας (ΙΑΣ) και της λοιμώδους αιματοποιητικής νέκρωσης (ΛΑΝ) που προσβάλλουν τα ψάρια.

(2)

Με επιστολή της 20ής Απριλίου 2004, η Κύπρος υπέβαλε προς έγκριση το πρόγραμμα που θα εφαρμοστεί σε ολόκληρη την επικράτεια της Κύπρου. Η αίτηση που υποβλήθηκε κρίθηκε ότι συνάδει με το άρθρο 10 της οδηγίας 91/67/ΕΟΚ και το πρόγραμμα θα πρέπει, συνεπώς, να εγκριθεί.

(3)

Τα προγράμματα που εφαρμόστηκαν στη ζώνη Val Brembana και στην εκμετάλλευση Azienda Troticoltura S. Cristina στην Ιταλία ολοκληρώθηκαν. Επομένως, τα προγράμματα αυτά πρέπει να διαγραφούν από τα παραρτήματα I και II της απόφασης 2003/634/ΕΚ.

(4)

Κατά συνέπεια, η απόφαση 2003/634/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2003/634/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το παράρτημα Ι αντικαθίσταται από το παράρτημα Ι της παρούσας απόφασης.

2)

Το παράρτημα ΙΙ αντικαθίσταται από το παράρτημα ΙΙ της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Ιανουαρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Markos KYPRIANOU

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 46 της 19.2.1991, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 220 της 3.9.2003, σ. 8· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2004/328/ΕΚ (ΕΕ L 104 της 8.4.2004, σ. 129).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΑΝ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΤΗΣ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΖΩΝΗΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΙΑ Ή ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΝΟΣΟΥΣ ΤΩΝ ΨΑΡΙΩΝ ΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΝ

1.   ΔΑΝΙΑ

ΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΔΑΝΙΑ ΣΤΙΣ 22 ΜΑΪΟΥ 1995 ΚΑΙ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΚΑΛΥΠΤΟΥΝ:

τη λεκάνη απορροής FISKEBÆK Å,

όλα τα τμήματα της Γιουτλάνδης νοτίως και δυτικώς των λεκανών απορροής Storåen, Karup å, Gudenåen και Grejs å,

την περιοχή του συνόλου των δανικών νήσων.

2.   ΓΕΡΜΑΝΙΑ

ΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΣΤΙΣ 25 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1999 ΚΑΙ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΚΑΛΥΠΤΟΥΝ:

μια ζώνη στην περιοχή της λεκάνης απορροής OBERN NAGOLD.

3.   ΙΤΑΛΙΑ

3.1.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΙΤΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΕΠΑΡΧΙΑ ΤΟΥ BOLZANO ΣΤΙΣ 6 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2001, ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ 27ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2003, ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ:

 

Zona della provincia di Bolzano

Η ζώνη περιλαμβάνει όλες τις περιοχές της λεκάνης απορροής στην επαρχία του Bolzano.

Η ζώνη περιλαμβάνει το άνω τμήμα της ζώνης Zona Val dell'Adige — δηλαδή τις περιοχές της λεκάνης απορροής του ποταμού Adige από τις πηγές του στην επαρχία του Bolzano έως τα σύνορα με την επαρχία του Trento.

(Σημείωση: Το υπόλοιπο κάτω τμήμα της ζώνης Zona Val dell'Adige περιλαμβάνεται στο εγκεκριμένο πρόγραμμα της αυτόνομης επαρχίας του Trento. Τα άνω και κάτω τμήματα αυτής της ζώνης πρέπει να θεωρούνται μία επιδημιολογική μονάδα.)

3.2.

ΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΙΤΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΕΠΑΡΧΙΑ ΤΟΥ TRENTO ΣΤΙΣ 23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1996 ΚΑΙ ΣΤΙΣ 14 ΙΟΥΛΙΟΥ 1997 ΚΑΙ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΚΑΛΥΠΤΟΥΝ:

 

Zona Val di Sole e di Non

Η περιοχή της λεκάνης απορροής από την πηγή του ποταμού Noce έως το φράγμα του S. Giustina

 

Zona Val dell’Adige — κάτω τμήμα

Οι περιοχές της λεκάνης απορροής του ποταμού Adige και οι πηγές του που βρίσκονται εντός του εδάφους της αυτόνομης επαρχίας του Trento, από τα σύνορα με την επαρχία του Bolzano έως το φράγμα του Ala (υδροηλεκτρικός σταθμός παραγωγής ενέργειας).

(Σημείωση: Το άνω τμήμα της ζώνης Zona Val dell'Adige περιλαμβάνεται στο εγκεκριμένο πρόγραμμα της επαρχίας του Bolzano. Τα άνω και κάτω τμήματα αυτής της ζώνης πρέπει να θεωρούνται μία επιδημιολογική μονάδα.)

 

Zona Torrente Arnò

Η περιοχή της λεκάνης απορροής από την πηγή του χειμάρρου Arnò έως τα κατάντη φράγματα που βρίσκονται πριν από την εκβολή του χειμάρρου Arnò στον ποταμό Sarca

 

Zona Val Banale

Η περιοχή της λεκάνης απορροής από την πηγή του ποταμού Ambies έως το φράγμα ενός υδροηλεκτρικού σταθμού παραγωγής ενέργειας

 

Zona Varone

Η περιοχή της λεκάνης απορροής από την πηγή του ποταμού Magnone έως τον καταρράκτη

 

Zona Alto e Basso Chiese

Η περιοχή της λεκάνης απορροής του ποταμού Chiese από την πηγή έως το φράγμα του Condino, εκτός από τις λεκάνες απορροής των χειμάρρων Adanà και Palvico

 

Zona Torrente Palvico

Η περιοχή της λεκάνης απορροής του χειμάρρου Palvico έως ένα φράγμα που έχει κατασκευαστεί από σκυρόδεμα και πέτρες

3.3.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΙΤΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ VENETO ΣΤΙΣ 21 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2001 ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ:

 

Zona Torrente Astico

Η περιοχή της λεκάνης απορροής του ποταμού Astico, από τις πηγές του (στην αυτόνομη επαρχία του Trento και στην επαρχία της Vicenza, περιφέρεια Veneto) έως το φράγμα που βρίσκεται κοντά στη γέφυρα Pedescala στην επαρχία της Vicenza.

Το τμήμα κατάντη του ποταμού Astico, μεταξύ του φράγματος που βρίσκεται κοντά στη γέφυρα Pedescala και του φράγματος Pria Maglio, θεωρείται ενδιάμεση ζώνη.

3.4.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΙΤΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΗΣ ΟΥΜΠΡΙΑ ΣΤΙΣ 20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2002 ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ:

Zona Fosso de Monterivoso: Η περιοχή της λεκάνης απορροής του ποταμού Monterivoso από τις πηγές του έως τα αδιάβατα φράγματα κοντά στο Ferentillo

3.5.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΙΤΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΗΣ ΛΟΜΒΑΡΔΙΑΣ ΣΤΙΣ 23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2003 ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ:

 

Zona Valle de Torrente Venina: Η περιοχή της λεκάνης απορροής του ποταμού Vienna από τις πηγές του έως τα ακόλουθα όρια

δυτικά: η κοιλάδα Livrio,

νότια: Orobie Alpi (Άλπεις) από τη διάβαση Publino έως την κορυφή Redorta,

ανατολικά: κοιλάδες Armisa και Armisola.

4.   ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

4.1.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ ΣΤΙΣ 29 ΜΑΪΟΥ 1995 ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ

Όλες τις ηπειρωτικές και παράκτιες περιοχές της ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ εκτός από:

την επαρχία Åland,

την υπό περιορισμό περιοχή στην Pyhtää,

την υπό περιορισμό περιοχή που καλύπτει τους δήμους Uusikaupunki, Pyhäranta και Rauma.

4.2.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΕΙΔΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΕΞΑΛΕΙΨΗΣ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ ΣΤΙΣ 29 ΜΑΪΟΥ 1995, ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΗΣ 27ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2002, 4ης ΙΟΥΝΙΟΥ 2002, 12ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2003, 12ης ΙΟΥΝΙΟΥ 2003 ΚΑΙ 20ής ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003, ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ:

όλη την επαρχια Åland,

την υπό περιορισμό περιοχή στην Pyhtää,

την υπό περιορισμό περιοχή που καλύπτει τους δήμους Uusikaupunki, Pyhäranta και Rauma.

5.   ΚΥΠΡΟΣ

ΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΚΥΠΡΟΣ ΣΤΙΣ 20 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2004 ΚΑΙ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΚΑΛΥΠΤΟΥΝ:

Όλη την επικράτεια της Κύπρου.»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΑΝ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΤΗΣ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΕ ΜΗ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΖΩΝΗ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΙΑ Ή ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΝΟΣΟΥΣ ΤΩΝ ΨΑΡΙΩΝ ΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΝ

1.   ΙΤΑΛΙΑ

1.1.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΙΤΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ FRIULI VENEZIA GIULIA, ΕΠΑΡΧΙΑ UDINE, ΣΤΙΣ 2 ΜΑΪΟΥ 2000 ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ:

 

εκμεταλλεύσεις στην υδρογραφική λεκάνη του ποταμού Tagliamento:

Azienda Vidotti Giulio s.n.c., Sutrio.

1.2.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΙΤΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ VENETO ΣΤΙΣ 21 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2003 ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ:

 

την εκμετάλλευση:

Azienda agricola Bassan Antonio.

1.3.

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΟΥ ΥΠΕΒΑΛΕ Η ΙΤΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΠΙΕΜΟΝΤΕ ΣΤΙΣ 5 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2002 ΚΑΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΛΥΠΤΕΙ:

 

την εκμετάλλευση:

Incubatoio ittico di valle — Loc Cascina Prelle — Traversella (TO).»


Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/59


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 24ης Ιανουαρίου 2005

για την τροποποίηση της απόφασης 2004/197/ΚΕΠΠΑ για τη δημιουργία μηχανισμού διαχείρισης της χρηματοδότησης των κοινών εξόδων των επιχειρήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν στρατιωτικές συνέπειες ή συνέπειες στον τομέα της άμυνας (Άθηνα)

(2005/68/ΚΕΠΠΑ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 3 και το άρθρο 28 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 23 Φεβρουαρίου 2004, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2004/197/ΚΕΠΠΑ (1) η οποία προβλέπει ότι η πρώτη της επανεξέταση θα πραγματοποιηθεί πριν από τα τέλη του 2004.

(2)

Στα συμπεράσματά του της 14ης Μαΐου 2003, το Συμβούλιο επιβεβαίωσε την ανάγκη ταχείας αντίδρασης, ιδίως όσον αφορά ανθρωπιστικές αποστολές και αποστολές διάσωσης.

(3)

Στην έκθεσή της με ημερομηνία 3 Μαρτίου 2004, η στρατιωτική επιτροπή της ΕΕ καθόρισε λεπτομερώς την έννοια της στρατιωτικής ταχείας αντίδρασης της ΕΕ. Εξάλλου, στις 14 Ιουνίου 2004, η στρατιωτική επιτροπή της ΕΕ καθόρισε την έννοια των μάχιμων μονάδων της ΕΕ.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17ης Ιουνίου 2004 προσυπέγραψε έκθεση σχετικά με την ΕΠΑΑ στην οποία τονίζεται ότι οι εργασίες για τις δυνατότητες ταχείας αντίδρασης της ΕΕ θα πρέπει να προωθηθούν με στόχο μια πρώτη επιχειρησιακή δυνατότητα στις αρχές του 2005.

(5)

Λόγω των εξελίξεων αυτών, θα πρέπει να βελτιωθεί η έγκαιρη χρηματοδότηση των στρατιωτικών επιχειρήσεων της ΕΕ, ιδίως ενόψει επιχειρήσεων ταχείας αντίδρασης. Συνεπώς, το νέο σύστημα για την έγκαιρη χρηματοδότηση αφορά κατά πρώτο και κύριο λόγο τις επιχειρήσεις ταχείας αντίδρασης· ωστόσο, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, συνεισφορά που έχει καταβληθεί προκαταβολικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την έγκαιρη χρηματοδότηση τακτικής επιχείρησης, ιδίως επιχείρησης για την οποία μεσολαβεί σύντομο διάστημα μεταξύ της θέσπισης της κοινής δράσης για την ανάληψη δράσης και της απόφασης για την έναρξη της επιχείρησης.

(6)

Συνεπώς, η απόφαση 2004/197/ΚΕΠΠΑ θα πρέπει να τροποποιηθεί,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2004/197/ΚΕΠΠΑ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25

Προκαταβολική χρηματοδότηση

1.   Σε περίπτωση στρατιωτικής επιχείρησης ταχείας αντίδρασης της ΕΕ, τα συνεισφέροντα κράτη μέλη καταβάλλουν συνεισφορές στο επίπεδο του ποσού αναφοράς. Με την επιφύλαξη του άρθρου 24 παράγραφος 4, οι πληρωμές πραγματοποιούνται όπως ορίζεται κατωτέρω.

2.   Για την έγκαιρη χρηματοδότηση στρατιωτικών επιχειρήσεων ταχείας αντίδρασης της ΕΕ, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη:

α)

είτε καταβάλλουν προκαταβολικές συνεισφορές στο μηχανισμό Άθηνα·

β)

είτε, όταν το Συμβούλιο αποφασίζει να διεξαγάγει στρατιωτική επιχείρηση ταχείας αντίδρασης της ΕΕ στην οποία συνεισφέρουν, καταβάλλουν τις συνεισφορές τους στα κοινά έξοδα της επιχείρησης αυτής εντός πέντε ημερών από την αποστολή της ειδοποίησης στο επίπεδο του ποσού αναφοράς, εκτός εάν το Συμβούλιο αποφασίσει άλλως.

3.   Για τον προαναφερόμενο σκοπό, η ειδική επιτροπή, η οποία αποτελείται από έναν εκπρόσωπο από κάθε ένα από τα κράτη μέλη τα οποία έχουν επιλέξει να καταβάλλουν προκαταβολικές συνεισφορές (εφεξής καλούμενα “προκαταβολικώς συνεισφέροντα κράτη μέλη”), καθορίζει προσωρινές πιστώσεις σε συγκεκριμένο τίτλο του προϋπολογισμού. Οι προσωρινές αυτές πιστώσεις καλύπτονται από συνεισφορές τις οποίες τα προκαταβολικώς συνεισφέροντα κράτη μέλη πρέπει να καταβάλλουν εντός 90 ημερών από την αποστολή της σχετικής ειδοποίησης. Ωστόσο, οι προκαταβολικές συνεισφορές που οφείλονται για το 2005 καταβάλλονται σε δύο δόσεις, καταβλητέες μέχρι τις 30 Απριλίου και μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2005, αντιστοίχως.

4.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 24 παράγραφος 4, οι συνεισφορές τις οποίες οφείλει για μια επιχείρηση ένα προκαταβολικώς συνεισφέρον κράτος μέλος, μέχρι του επιπέδου της συνεισφοράς που έχει καταβάλει στις προσωρινές πιστώσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, καταβάλλονται εντός 90 ημερών από την αποστολή της ειδοποίησης. Αντίστοιχο ποσό είναι δυνατόν να διατίθεται στο διοικητή επιχείρησης από τις συνεισφορές που έχουν καταβληθεί προκαταβολικά.

5.   Παρά το άρθρο 20, τυχόν προσωρινές πιστώσεις οι οποίες αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και οι οποίες χρησιμοποιούνται για μια επιχείρηση ανασυνίστανται εντός 90 ημερών από την αποστολή της ειδοποίησης.

6.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, οιοδήποτε προκαταβολικώς συνεισφέρον κράτος μέλος μπορεί, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, να επιτρέψει στον διευθυντή να χρησιμοποιήσει τη συνεισφορά του η οποία έχει καταβληθεί προκαταβολικά για την κάλυψη της συνεισφοράς του σε μια επιχείρηση στην οποία συμμετέχει και η οποία δεν είναι επιχείρηση ταχείας αντίδρασης. Η συνεισφορά που καταβάλλεται προκαταβολικά ανασυνίσταται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εντός 90 ημερών από την αποστολή της ειδοποίησης.

7.   Παρά το άρθρο 31 παράγραφος 3, ο διοικητής επιχείρησης μπορεί να αναλαμβάνει υποχρεώσεις και να εκτελεί πληρωμές από τα ποσά που του διατίθενται.

8.   Κάθε κράτος μέλος έχει διακριτική ευχέρεια επιλογής, με κοινοποίηση προς τον διευθυντή τουλάχιστον τρεις μήνες προηγουμένως.»

2)

Στο άρθρο 24, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων της παρούσας απόφασης, οι συνεισφορές καταβάλλονται εντός 30 ημερών από την αποστολή της σχετικής ειδοποίησης.»

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την 1η Φεβρουαρίου 2005.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 24 Ιανουαρίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

F. BODEN


(1)  EE L 63 της 28.2.2004, σ. 68.


Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του άρθρου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

29.1.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 27/61


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ 2005/69/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊOΥ

της 24ης Ιανουαρίου 2005

για την ανταλλαγή ορισμένων δεδομένων με την Interpol

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο α),

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ένας από τους στόχους της Ένωσης είναι η παροχή στους πολίτες της υψηλού επιπέδου ασφάλεια μέσα σε ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Η στενότερη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων για την επιβολή του νόμου αρχών των κρατών μελών είναι ουσιώδης για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(2)

Η προστασία της Ένωσης έναντι των απειλών που προέρχονται από το διεθνές και οργανωμένο έγκλημα, συμπεριλαμβανόμενης της τρομοκρατίας, απαιτεί η από κοινού δράση να συμπεριλαμβάνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών των κρατών μελών για την επιβολή του νόμου σε θέματα εγκληματικότητας, καθώς και με διεθνείς εταίρους.

(3)

Εκδοθέντα και μη συμπληρωμένα, κλαπέντα, απολεσθέντα ή υπεξαιρεθέντα διαβατήρια χρησιμοποιούνται για τη διαφυγή από την επιβολή του νόμου με σκοπό τη διάπραξη παράνομων πράξεων που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια της Ένωσης και καθενός από τα κράτη μέλη. Αποτελεσματική δράση μπορεί να αναληφθεί μόνο σε επίπεδο Ένωσης, λόγω της ίδιας της φύσης της απειλής. Η δράση των επιμέρους κρατών μελών δεν θα μπορούσε να επιτύχει τον προαναφερθέντα στόχο. Η παρούσα κοινή θέση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(4)

Όλα τα κράτη μέλη είναι συνδεδεμένα με το διεθνή οργανισμό εγκληματολογικής αστυνομίας — Interpol. Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η Interpol δέχεται, αποθηκεύει και διαχέει δεδομένα με σκοπό να συνδράμει τις αρμόδιες για την επιβολή του νόμου αρχές, έτσι ώστε να προλαμβάνουν και να καταπολεμούν τη διεθνή εγκληματικότητα. Η βάση δεδομένων της Interpol για τα κλαπέντα ταξιδιωτικά έγγραφα επιτρέπει στα μέλη της Interpol να διαμοιράζονται μεταξύ τους τα δεδομένα για τα απολεσθέντα και κλαπέντα διαβατήρια.

(5)

Στη δήλωσή του της 25ης Μαρτίου 2004 σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζητεί από το Συμβούλιο να εργασθεί περαιτέρω για να έχει δημιουργηθεί, έως το τέλος του 2005, ένα ολοκληρωμένο σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών σχετικών με κλαπέντα και απολεσθέντα διαβατήρια, με χρήση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν (ΣΠΣ) και της βάσης δεδομένων της Interpol. Η παρούσα κοινή θέση αποτελεί μια πρώτη ανταπόκριση στο αίτημα αυτό, την οποία θα πρέπει να επακολουθήσει η εξασφάλιση της τεχνικής λειτουργικότητας ΣΠΣ, ώστε να επιτευχθεί αυτός ο στόχος.

(6)

Η ανταλλαγή δεδομένων των κρατών μελών για κλαπέντα, απολεσθέντα ή υπεξαιρεθέντα διαβατήρια με τη βάση δεδομένων της Interpol για τα κλαπέντα ταξιδιωτικά έγγραφα, καθώς και η επεξεργασία των δεδομένων αυτών, θα πρέπει να τηρεί τους εφαρμοστέους για την προστασία των δεδομένων κανόνες τόσο των επί μέρους κρατών μελών όσο και της Interpol.

(7)

Η παρούσα κοινή θέση υποχρεώνει τα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους θα ανταλλάσσουν τα προαναφερόμενα δεδομένα με τη βάση δεδομένων της Interpol για τα κλαπέντα ταξιδιωτικά έγγραφα, παράλληλα με την καταχώρισή τους στην οικεία εθνική βάση δεδομένων και στο ΣΠΣ, όσον αφορά τα κράτη μέλη που συμμετέχουν σε αυτό. Η υποχρέωση αυτή γεννάται τη στιγμή κατά την οποία οι εθνικές αρχές λαμβάνουν γνώση της κλοπής, της απώλειας ή της υπεξαίρεσης. Μια περαιτέρω υποχρέωση δημιουργίας της αναγκαίας υποδομής για τη διευκόλυνση της άντλησης δεδομένων από τη βάση της Interpol έρχεται να αναγνωρίσει τη σημασία της βάσης αυτής για την επιβολή του νόμου.

(8)

Οι όροι της ανταλλαγής συμφωνούνται με την Interpol, με σκοπό να εξασφαλισθεί ότι, κατά την ανταλλαγή των δεδομένων, θα τηρούνται οι αρχές προστασίας των δεδομένων οι οποίες διέπουν, ως βασικό στοιχείο, την ανταλλαγή δεδομένων στα πλαίσια της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την ανταλλαγή και την αυτόματη επεξεργασία τους.

(9)

Η παρούσα κοινή θέση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται, ιδίως από το άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και αντικατοπτρίζονται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ:

Άρθρο 1

Σκοπός

Σκοπός της παρούσας κοινής θέσης είναι η πρόληψη και η καταπολέμηση του σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, συμπεριλαμβανόμενης της τρομοκρατίας, με την εξασφάλιση της λήψης από τα κράτη μέλη των μέτρων που είναι αναγκαία για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων για την επιβολή του νόμου αρχών τους, και μεταξύ των αρχών αυτών και των αντίστοιχων αρχών σε τρίτες χώρες, μέσω της ανταλλαγής δεδομένων διαβατηρίου με την Interpol.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για το σκοπό της παρούσας κοινής θέσης, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

Ως «δεδομένα διαβατηρίου» νοούνται τα δεδομένα που αναφέρονται σε εκδοθέντα και μη συμπληρωμένα διαβατήρια τα οποία έχουν κλαπεί, απολεσθεί ή υπεξαιρεθεί, και λαμβάνουν κατάλληλη μορφή για να εισαχθούν σε ένα συγκεκριμένο σύστημα πληροφοριών. Τα δεδομένα διαβατηρίου που ανταλλάσσονται με τη βάση δεδομένων της Interpol αναφέρουν μόνο τον αριθμό διαβατηρίου, τη χώρα έκδοσης και το είδος του εγγράφου.

2)

Ως «βάση δεδομένων της Interpol» νοείται το σύστημα αυτόματης έρευνας δεδομένων για τα κλαπέντα ταξιδιωτικά έγγραφα που διαχειρίζεται ο διεθνής οργανισμός εγκληματολογικής αστυνομίας — Interpol.

3)

Ως «οικεία εθνική βάση δεδομένων» νοείται η βάση ή οι βάσεις δεδομένων αστυνομικής ή δικαστικής αρχής κράτους μέλους που περιέχουν δεδομένα σχετικά με εκδοθέντα και μη συμπληρωμένα διαβατήρια τα οποία έχουν κλαπεί, απολεσθεί ή υπεξαιρεθεί.

Άρθρο 3

Κοινή δράση

1.   Οι αρμόδιες για την επιβολή του νόμου αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν όλα τα υφιστάμενα και μελλοντικά δεδομένα διαβατηρίου με την Interpol. Διαμοιράζονται τα δεδομένα αυτά μόνο με άλλα μέλη της Interpol που εξασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Προσέτι, εξασφαλίζεται ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών που αφορούν την αυτόματη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι θα διαμοιράζονται τα δεδομένα τους μόνο με άλλα μέλη της Interpol τα οποία έχουν δεσμευθεί να ανταλλάσσουν τουλάχιστον τα ίδια δεδομένα.

2.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της παραγράφου 1, να συμφωνεί με την Interpol τους κανόνες για να ανταλλάσσει με αυτήν όλα τα υφιστάμενα δεδομένα διαβατηρίου που το κράτος μέλος έχει στην κατοχή του. Τα δεδομένα αυτά περιέχονται στην οικεία εθνική βάση δεδομένων ή, εφόσον το κράτος μέλος αυτό συμμετέχει, στο ΣΠΣ.

3.   Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε, αμέσως μετά την καταχώριση των δεδομένων στην οικεία εθνική βάση δεδομένων ή, εφόσον το κράτος μέλος αυτό συμμετέχει, στο ΣΠΣ, τα δεδομένα αυτά να ανταλλάσσονται και με την Interpol.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν οι αρμόδιες για την επιβολή του νόμου αρχές τους να αναζητούν δεδομένα στη βάση δεδομένων της Interpol για τους σκοπούς της παρούσας κοινής θέσης, όποτε αυτό ενδείκνυται, για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι θα έχουν δημιουργήσει την υποδομή που απαιτείται για τη διευκόλυνση της αναζήτησης δεδομένων το συντομότερο δυνατό, και, πάντως, το αργότερο έως το Δεκέμβριο του 2005.

5.   Η ανταλλαγή προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με την υποχρέωση που θεσπίζεται στην παρούσα κοινή θέση πραγματοποιείται για τους σκοπούς που εκτίθενται στο άρθρο 1, εξασφαλίζοντας επαρκές επίπεδο προστασίας των προσωπικών δεδομένων στην εκάστοτε χώρα μέλος της Interpol και τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών που αφορούν την αυτόματη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η ανταλλαγή και ο διαμερισμός δεδομένων επιτυγχάνονται με τους ενδεδειγμένους όρους και υπό την επιφύλαξη των ως άνω απαιτήσεων.

6.   Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει, εάν υπάρχει σύμπτωση δεδομένων («hit») με τη βάση δεδομένων της Interpol, οι αρμόδιες αρχές του να αναλαμβάνουν δράση σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, π.χ. η χώρα που έχει εισαγάγει τα δεδομένα αυτά να τους επαληθεύει, κατά περίπτωση, την ορθότητά τους.

Άρθρο 4

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

Βάσει των πληροφοριών που παρέχουν τα κράτη μέλη, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση προς το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας κοινής θέσης, έως το Δεκέμβριο του 2005. Το Συμβούλιο αξιολογεί το βαθμό συμμόρφωσης των κρατών μελών προς την παρούσα κοινή θέση και αναλαμβάνει την ενδεικνυόμενη δράση.

Άρθρο 5

Παραγωγή αποτελεσμάτων

Η παρούσα κοινή θέση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία έκδοσής της.

Άρθρο 6

Δημοσίευση

Η παρούσα κοινή θέση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 24 Ιανουαρίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

F. BODEN